Tuesday, December 11, 2007

Hypatia of Alexandria



She alone survives, immutable, eternal; Death can scatter the trembling universes. But beauty still dazzles with her fire, and all is reborn in her, And the worlds are still prostrate beneath her white feet!"

----Leconte de Lisle

Now here stood a woman to for all men to tremble! She stood in the light of Reason, Ethics, Morality, and Knowledge, unsurpassed by any woman yet. She stood as the last rock of the Age of Reason, until she was decimated. After her there was none. After her came an evil age, that distraught humanity with sever plagues, disease, mass delusion, evil, ignorance, and many more. As the last light in the Platonic Age, she taught so many, built upon immortal ideas, and gave us a beauty only to imagine, and then her body was torn pieces with broken pottery and sea shells, and finally burned at the stake and all in the name if a pious God.

Her name was Hypatia of Alexandria, Egypt, daughter of Theon. Theon had gave the world this magical woman, who with her beauty and knowledge helped to shed light on our selfishness and ignorance. Hypatia was educated in many things, from philosophy and art, to mathematics and astronomy. She was the queen of the library of Alexandria. As the last guardian of the vanquished library, she built an institute which created many followers. People from all over the Mediterranean came to be taught by Hypatia. She taught us Reason and Logic. She taught the world that the only Gods she was interested in were the Gods that perfected the orbits of the planets, and stability of the stars. In reply to Bishop Cyril's comment to her that "Your Gods are reduced to dust, at the feet of the victorious Christ." In reply she said
:
Hypatia

You're mistaken, Cyril. They live in my heart.
Not as you see them-clad in transient forms,
Subject to human passions even in heaven,
Worshipped by the rabble and the worthy of scorn--
But as sublime minds have seen them
In the starry expanse that has no dwellings:
Forces of the Universe, interior virtues,
Harmonious union of earth and heaven
That delights the mind and the ear and the eye,
That offers an attainable ideal to all wise men
And visible splendor to the beauty of the soul.
Such are my Gods! (Dzielska 6)

She excelled at anything she put her mind to, and laziness was a disease upon who she was the cure for. Wisdom was not enough for her, in order to unite man with the divine, it required both cognitive effort and ethical perfection. The goal of philosophizing is to reach the state of revelation, contemplation, theoria. (Dzielska, 49) This is the ultimate experience for it reaches the supreme state of being "to be given over to the things above and entirely to the contemplation of Reality and the origin of mortal things. (Ep. 140) "Contemplation is the end of the priesthood."(Ep. 41)

Among other things she taught mathematics and astronomy. The subject of "divine geometry" was taught to make man reach a higher epistemological sphere, and to open their eyes to reality. Of all the sciences though, Astronomy was her favorite. This was the highest subject to reach metaphysical knowledge. Her view "astronomy is itself a divine form of knowledge." She helped to build astrolabs to measure heavenly bodies. She knew that astronomy would open her students eyes to something more than the mystical universe. (Dzielska 54) This (astronomy) was a fixed measure of Truth. Most of her work was lost, yet her major interests in astronomy and mathematics still survive. She kept these pieces of knowledge close to her heart.


Hypatia was the last guardian and keeper of the Library of Alexandria until she was dragged and murdered by the controlling bishop of Alexandria Cyril. She ran her institute at the library and taught many subjects and gave many public lectures. As the last source of true knowledge and reason she was claimed to be a heretic. Her teachings were contrary to the ever growing sea Christianity. Fundamentalism in Christianity was adherent to most of the schools and bishops that spread the word. Someone like Hyptatia stood as a roadblock in their path. She was the last source on exposing the reality of the world and unshackling minds. Gibbon wrote: "a rumor was spread among the Christians that the daughter of Theon was the only obstacle to the reconciliation of the prefect and the archbishop; and that the obstacle was speedily removed." (Dzielska 19) On the holy day of Lent, "she was dragged from her chariot, stripped naked, dragged to the church, and inhumanly butchered, her flesh was scraped from her bones with sharp oyster shells, and her quivering limbs were delivered to the flames." (Gibbon) For such a glorious deed, the archbishop Cyril was promoted to Saint in the Christian sect of Alexandria, Egypt. She died a martyr at the hands of ignorant fundamentalist. After time, the library was sacked to rubble by invading hoards of Christians and Muslims. All the knowledge she kept, was mostly burned and forgotten. Treasures, as vital as Shakespeare, were lost to us forever. Technological knowledge equivalent to that of the early 16th and 17th century, was lost and not rediscovered until after a thousand years passed in the Dark Ages. After her death, Europe and the rest of the Mediterranean world lived in the state of fundamentalism, fear, death, and pestilence. Now that we are awake we must embrace this woman, and hold her ideals to our heart. She was the last light, before the Dark Ages began and now we must hold that light bright and high for the world to see.

CHARLES MARIE RENE LECONTE DE LISLE


CHARLES MARIE RENÉ LECONTE DE LISLE
Σαρλ Μαρί Ρενέ Λεκόντ Ντε Λιλ
(1818-1894)
Γάλλος ποιητής, γεννήθηκε στις 22 Οκτωβρίου 1818 στη νήσο Réunion, που ευρίσκεται στον Ινδικό Ωκεανό. Ο πατέρας του Charles Marie Le Conte (1794-1856), Βρετανορμαδικής καταγω-γής, ήταν γιατρός και μετά την ήττα του Ναπολέοντα μετανάστευ-σε στην νήσο Reunion. Εκεί συμψήφισε το οικογενειακό του όνο-μα, με το de Lisle για να αποφύγει τον τίτλο ευγενείας, διαφορο-ποιώντας το από τα άλλα μέλη της οικογένειας. Νυμφεύτηκε την Elysée Riscourt de Lanux κόρη πλουσίων γαιοκτημόνων και ιδιο-κτήτων δούλων. Απέκτησαν δύο αγόρια και τρεις κόρες. Ο Charles Marie ήταν ένας δεδηλωμένος αντικαθολικός, και διαποτισμένος με τις ιδέες του Rousseau στα θέματα παιδείας.
Το 1821 ο μικρός Charles René μετέβη στην Nantes και παρέμεινε μέχρι το 1828. Μετά επέστρεψε στη νήσο Réunion, αλλά λίγα γνωρίζουμε για την παραμονή του εκεί. Ξέρουμε ότι ήταν ένας μέτριος μαθητής. Από μικρός άρχισε να γράφει στίχους, σε φόρμα ελεγείας και ρομαντικού διηγήματος. Επέστρεψε στην Βρετάνη και παρόλη την οικονομική καταστροφή της οικογενείας του, κατάφερε να ολοκληρώσει τις σπουδές του στη Νομική Σχολή. Τα πρώτα του βήματα για έκδοση ποιητικών συλλογών απέτυχαν. Από το 1842 μέχρι το 1844 ο Charles Marie René ζούσε στη νήσο Réunion μόνος, και με συντροφιά τα βιβλία του. Το 1845 επέστρεψε στην Γαλλία για να εργαστεί στην εφημερίδα “La Démocratie Pacifique”. Έγινε ενεργό μέλος των ρεπουμπλικάνων, και αργότερα αποτραβήχτηκε από την πολιτική.
Ο Λεκόντ Ντε Λιλ ήταν αντίθετος στην τάση του ρομαντισμού. Επεδίωξε μια ποίηση απρόσωπη, με υπερβολικό τρόπο, ιδίως στα επικά ποιήματά του. Τα μικρά ποιήματά του αντιθέτως διακρίνο-νται για το προσωπικό τους ύφος. Η ελληνική μυθολογία, του έδω-σε πάρα πολλά σύμβολα για τις ιδέες του. Η πρώτη ποιητική του συλλογή κυκλοφόρησε το 1852. Οι δε συλλογές, που τον καθιέρω-σαν σαν μεγάλο ποιητή ήταν «Τα Αρχαία Ποιήματα» (Poèmes An-tiques), «Τα Βαρβαρικά Ποιήματα» (Poèmes Barbares), και «Τα Τραγικά Ποιήματα» (Poèmes Tragiques). Ο πόλεμος μεταξύ Γαλ-λίας και Πρωσίας το 1870 του προξένησε μια οικονομική δυσχέ-ρεια Η συλλογή του «Τα Τελευταία Ποιήματα» δημοσιεύτηκε το 1895 και τον καθιέρωσε ως αρχηγό της νέας ποιητικής σχολής, που πήρε το όνομα παρνασσισμός. Με τον όρο παρνασσισμός αναφε-ρόμαστε στην ποιητική σχολή, που αναπτύχθηκε στη Γαλλία, στα μέσα του 19ου αιώνα. Ο όρος χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά το 1886 από τον εκδότη Αλφόνς Λεμέρ στην ποιητική ανθολογία του, Σύγχρονος Παρνασσός και αποτελεί αναφορά στο ελληνικό βουνό του Παρνασσού και την μυθολογική του υπόσταση ως κατοικία των Μουσών. Ως λογοτεχνικό ρεύμα, ο παρνασσισμός αποτέλεσε μία αντίδραση στο κίνημα του ρομαντισμού και επανέφερε στην τέχνη στοιχεία του κλασικισμού, ενώ επηρεάστηκε σημαντικά από το έργο του Θεόφιλου Γκωτιέ «Η τέχνη για την τέχνη».
Ο Σάρλ Μαρί Ρενέ Λεκόντ Ντε Λιλ επίσης ασχολήθηκε με δημοσιεύσεις αντιεκκλησιαστικών κειμένων και φυλλάδια με πολιτικό περιεχόμενο, χρησιμοποιώντας το ψευδώνυμο Πιέρ Γκοσέ. Επίσης, το 1876 έγραψε και μία ιστορία του μεσαίωνα. Χρημάτισε βιβλιοθηκάριος της Γερουσίας και το 1886 εκλέχτηκε μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας στη θέση του Βίκτωρος Ουγκώ. Το σπίτι του έγινε το κέντρο φιλολογικών συζητήσεων και για είκοσι ολόκληρα χρόνια ασχολήθηκε μεταφράζοντας, Όμηρο, Ησίοδο, Οράτιο και Έλληνες τραγικούς ποιητές. Με τα χρήματα, που κέρδισε, πλήρωσε όλα τα χρέη του και με τη συνταξιοδότησή του, εξασφάλισε μία αξιοπρεπή διαβίωση.
Στο τέλος της ζωής του, ο Λεκόντ Ντε Λιλ, συναναστράφηκε με την αριστοκρατία. Συμβούλευε την Βασίλισσα Ελισάβετ της Ρουμανίας (Carmen Sylva) για τα λογοτεχνικά θέματα. Πέθανε από πνευμονία στις 17 Ιουλίου το 1894 και η κηδεία του έγινε στο Πα-ρίσι.

Δημήτρης Συμεωνίδης
Σύδνεϋ, Αυστραλίας
dsymeonidis@iprimus.com.au

ΥΠΑΤΙΑ ΚΑΙ ΚΥΡΙΛΛΟΣ - HYPATIE ET CYRILLE - Ποιητικό Δράμα


ΥΠΑΤΙΑ Η ΑΛΕΞΑΝΔΡΙΝΗ
( 364 – 416 μ.Χ. )

Η Υπατία η Αλεξανδρινή, φιλόσοφος, αστρονόμος, μουσικολόγος και μαθηματικός γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου περίπου το 364 μ.Χ. Ήταν κόρη του μαθηματικού και φιλοσόφου Θέωνος. Δάσκαλοί της ήταν ο πατέρας της και ο Πρόκλος. Ολοκλήρωσε τις σπουδές της στην Σχολή του Ιεροκλέους. Οι δύο φημισμένοι δάσκαλοί της, δίδασκαν Νεοπλατωνική Φιλοσοφία στην Αθήνα. Η Υπατία φημιζόταν για την ομορφιά της και για τα πνευματικά της χαρίσματα. Όταν την σκότωσαν πρέπει να ήταν πάνω από 50 χρόνων. Το συμπέρασμα αυτό βγαίνει από τον μαθητή της Συνέσιο, τον επίσκοπο Πτολεμαΐδος, ο οποίος είναι βέβαιο ότι γεννήθηκε το 375 μ.Χ. και η Υπατία πρέπει να ήταν τουλάχιστον 10 χρόνια μεγαλύτερή του. Η φιλοσοφική και μαθηματική σχολή της, προσέλκυσε πολλούς πνευματικούς ανθρώπους της εποχής της και η φήμη της διαδόθηκε μέχρι την Αντιόχεια. Δίδασκε στο Μουσείο της Αλεξάνδρειας και πολλοί πιστεύουν ότι συνέγραψε την Γεωμετρία του Ευκλείδη, όπως έφθασε μέχρι τις μέρες μας. Η Υπατία ήταν έτοιμη να αποδείξει, ότι το κέντρο του κόσμου δεν ήταν η Γη, αλλά ο Ήλιος.
Η Υπατία, στην Αλεξάνδρεια δίδαξε Νεοπλατωνική Φιλοσοφία. Λέγεται επίσης ότι ποτέ δεν εγκατέλειψε την Αλεξάνδρεια, ούτε πήγε στην Αθήνα να σπουδάσει αλλά διδάχθηκε στην πατρίδα της. Η εποχή της έμοιαζε με την σημερινή, δηλαδή, ήταν γεμάτη ταραχή, σύγχυση, μίση, πάθη και φόνους, θρησκευτικούς φανατισμούς και βίαιους εκπορθισμούς των ιδεολογιών. Το κυριότερο στοιχείο ήταν η χαμηλή στάθμη του πολιτισμού.
Η Υπατία ήταν σύμβολο της επιστήμης και της ηθικής και δίδασκε Έλληνες και χριστιανούς. Μαθητής της υπήρξε και ο επίσκοπος Πτολεμαΐδος Συνέσιος, ο οποίος υπό την καθοδήγησή της κατασκεύασε τον αστρολάβο. Η Υπατία συνέγραψε πολλά έργα. Τίτλοι των έργων της είναι: το «Υπόμνημα περί Διοφάντου» προγενέστερός της μαθηματικός, το «Υπόμνημα στα κωνικά» του Απολλώνιου του Περγαίου, μαθηματικός, ο «Αστρονομικός κανών» και τα «Σχόλια» στο αστρονομικό σύστημα του Πτολεμαίου και του Απολλωνίου του Περγαίου. Το έργο της Υπατίας χάθηκε. Γίνεται έρευνα στα διασωθέντα έργα διαφόρων συγγραφέων να βρουν παραπομπές του έργου της.
Οι πηγές αντιφάσκουν στο αν ήταν παντρεμένη ή όχι. Ο Δαμάσκιος λέει ότι ο σύζυγός της ήταν ο φιλόσοφος Ισίδωρος. Η πληροφορία αυτή δεν πρέπει να ευσταθεί. Στην Αλεξάνδρεια η Υπατία ήταν αγαπητή αλλά οι χριστιανοί ηγέτες την μισούσαν. Κατηγορήθηκε ότι επηρέαζε τον έπαρχο Ορέστη, ο οποίος ήταν μαθητής της. Το 412 μ.Χ. ο Κύριλλος έγινε πατριάρχης Αλεξανδρείας. Ο Σωκράτης ο Σχολαστικός αναφέρει ότι η Υπατία δολοφονήθηκε από μοναχούς, που υποστήριζαν τον Κύριλλο. Ο Ιωάννης ο Νικίου, χριστιανός χρονογράφος, συκοφαντεί την Υπατία, γράφοντας ότι ασκούσε τη μαγεία και με αυτό τον τρόπο υποδαύλιζε το μίσος εναντίον της. Μια μέρα, όταν με το άρμα της, επέστρεφε από τον φίλο της Ορέστη, που ήταν ασθενής, κάπου πεντακόσιοι παραβολάνοι, δηλαδή στρατοκαλόγεροι από την έρημο με αρχηγό κάποιο χριστιανό αναγνώστη Πέτρο, το δεξί χέρι του Κύριλλου, την τράβηξαν από την άμαξά της, την έγδυσαν και άρχισαν να την γδέρνουν ζωντανή με όστρακα και την έσυραν στην εκκλησία των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, την κομμάτιασαν και τα κομμάτια της τα έριξαν στην πυρά, στήνοντας έναν χορό γύρω από αυτά. Μελετώντας, βλέπουμε ότι ο αρχαίος πολιτισμός δεν πέθανε από φυσικό θάνατο, αλλά δολοφονήθηκε από το πολιτικοθρησκευτικό καθεστώς της εποχής εκείνης. Ο φρικτός θάνατος της Υπατίας το 416 μ. Χ., σημάδεψε το τέλος της φιλοσοφίας και την αρχή του σκοταδισμού του Μεσαίωνα.




An actress,possibly Mary Anderson, in the title role of the play Hypatia" circa 1900.





Λίγα λόγια για το δραματικό ποίημα του Λεκόντ Ντε Λιλ
«Υπατία και Κύριλλος»

Το δράμα αυτό, ο Σαρλ Λεκόντ Ντε Λιλ, το έγραψε το 1857. Είναι το δεύτερο κατά σειρά έργο του με το ίδιο θέμα. Είναι ένα είδος δραματικής σκηνής μέσα στην οποία φανερώνεται με τρόπο επικό ο φιλοσοφικός ηρωισμός της Αλεξανδρινής παρθένας. Σ αυτό το έργο ο συγγραφέας προσπαθεί να συγκλίνει την Χριστιανική και την Ελληνική φιλοσοφία. Ενώ στο πρώτο του ποίημα που έχει γράψει το 1847 και έχει μεταφραστεί στα ελληνικά από τον Κωστή Παλαμά, η Υπατία παρουσιάζεται σαν θύμα των νόμων της ιστορίας. Το 1874 ο Λεκόντ Ντε Λιλ επιχειρεί ένα τρίτο ποίημα για την παρθένα Υπατία όπου για τον άδικο θάνατό της θεωρεί αποκλειστικά υπεύθυνους τους χριστιανούς και όχι την ιστορική αναγκαιότητα όπως ισχυρίζονταν στο παρελθόν.
Αυτό το μονόπρακτο ποιητικό δράμα, με τον τίτλο «Υπατία και Κύριλλος» μεταφράζεται, για πρώτη φορά, στα ελληνικά. Ευχαριστώ θερμά τον κύριο Ιωάννη Μποζίκη, που δέχθηκε την πρότασή μου να αναλάβει την μετάφραση αυτού του ποιητικού θεατρικού πονήματος στη γλώσσα μας. Και εύχομαι κάποτε, κάποιος εκδοτικός οίκος να αναλάβει να μεταφράσει και τις άλλες συλλογές ποιημάτων του Σάρλ Λεκόντ Ντε Λιλ. Διότι πραγματικά, η συλλογή «Αρχαία Ποιήματα», όπως και οι άλλες συλλογές του, είναι ένας ύμνος για την Ελλάδα και αξίζουν αυτόν τον κόπο.

Δημήτρης Συμεωνίδης
Σύδνεϋ, Αυστραλίας
dsymeonidis@iprimus.com.au

Ποίημα της Ασπασίας Παπακωνσταντίνου - By Aspasia Papakonstantinou


NOISELESS NIGHT

by: Aspa Papakonstantinou

One noiseless night
came to take me the muse,
she took me far away
to other land's cruise

There in that sky's earth
my spirit came up this day,
I was asking the keys of another world
and I bented deferential to pray.

Universe of happines and galen wisdom
noded to say in that earth,
universe of mystery and magic
and I felt the Saint of Christ's breath

And left away the darkness
I arrived in some other site,
and my soul wallow rhythms
and was magic that night.

Copyright ©2007 Aspa Papakonstantinou

Λεϊλά του ΄Ερικ Κλάπτον


Λεϊλά και Μεζνούν ώστε εμπνεύστηκε το πιο όμορφο τραγούδι του, τη "Λάϊλα"

Λέϊλα του Έρικ Κλάπτον

Σαν τι θα κάνεις όταν θα έρθει η μοναξιά
χωρίς κανένα να σου παραστέκει;
Τόσον καιρό κρυβόσουν κι έτρεχες μακριά.
Και η ανόητη περηφάνια σου τα φταιει

Λεϊλά, μπροστά σου γονατίζω, Λεϊλά
Σε ικετεύω, αγάπη μου, παρακαλώ, Λεϊλά.
Έρωτά μου, δε θα ηρεμήσεις τη Θλιμμένη μου ψυχή;

Εγώ προσπάθησα να σε παρηγορήσω.
Ο ίδιος σου ο πατέρας σε απογοήτευσε.
Τρελός για σένα, σε ερωτεύτηκα.
Κι εσύ τον κόσμο μου τον γκρέμισες.

Λεϊλά...

Κάνε ό,τι μπορείς
πριν τρελαθώ τελικά.
Παρακαλώ, μην πεις ότι ποτέ δεν θα τα καταφέρουμε
πες μου ότι όλος μου ο έρωτας χαμένος πάει.

Λεϊλά ...


Layla, by Eric Clapton

What will you do when you get lonely
No one waiting by your side?
You've been running and hiding much too long;
You know it's just your foolish pride

Layla got on my knees. Layla.
I'm begging, darling, please, Layla.
Darling, won't you ease my worried mind?

Tried to give you consolation;
Your old man had let you down.
Like a fool, I fell in love with you;
You turned my whole world upside down.

Layla...

Make the best of the situation
Before I finally go insane.
Please don't say we'll never find a way
Tell me all my love's in vain

Layla...

Λεϊλά και Μαζνούν


Λέϊλά και Μεζνούν
του
Νιζάμι

Η πιο όμορφη κλασική
ερωτική ιστορία της ανατολής

Γράφοντας με εκπληκτική ευαισθησία, σχεδόν πριν από μία χιλιετία, Ο Νιζαμί αποδίδει την ευδαιμονία που φέρνει ο έρωτας, τη συγκίνηση της αγάπης που μοιράζονται δύο άνθρωποι, τις λύπες του χωρισμού, τους πόνους της αμφιβολίας και της ζήλιας , την πίκρα του προδομένου έρωτα και τον πόνο που φέρνει η απώλεια.
Ο Νιζαμί χαρτογραφεί ολόκληρο τον μυστηριώδη κόσμο του έρωτα, χωρίς να αφήνει καμιά περιοχή ανεξερεύνητη.
Το ποίημα αρχικά είχε γραφεί στην περσική γλώσσα τον δωδέκατο αιώνα, όμως το θέμα του δεν γνωρίζει σύνορα χρόνου και τόπου.
Ο Κόλιν Τάρνερ έκανε προσαρμογή του βιβλίου σε πεζό λόγο και το βιβλίο μεταφράστηκε στα Ελληνικά από τα Αγγλικά.
Ο πρόλογος του Βιβλίου
Για τον έρωτα έχουν γραφτεί περισσότερα απ 'όσα για οποιονδήποτε άλλο χώρο της ανθρώπινης εμπειρίας. Από τότε που πρωταρχίσαμε να εμπιστευόμαστε τις σκέψεις και τα αισθήματα μας στο χαρτί, οι συγγραφείς όλου του κόσμου έχουν γράψει λυρικές σελίδες για τις χαρές του έρωτα και για τις λύπες του μονόπλευρου έρωτα.
Η δημοφιλέστερη ιστορία στον ισλαμικό κόσμο είναι η Λεϊλά και ο Μαζνούν. Επί μία περίπου χιλιετία, διάφορες παραλλαγές αυτού του τραγικού παραμυθιού έχουν παρουσιαστεί σε πεζό και ποιητικό λόγο της ισλαμικής Εγγύς Ανατολής, ωστόσο το ποίημα του Νιζαμί υπήρξε η βάση όλων των άλλων.
Ο Πέρσης ποιητής Νιζαμί πήρε από τον Καυκάσιο ηγεμόνα Σιρβανσάχ την παραγγελία να γράψει το ποίημα Λεϊλά και Μαζνούν, το 1188 μ.Χ. Στον αρχικό πρόλογο του ποιήματος, ο Νιζαμί εξηγεί ότι είχε έρθει ένας αγγελιοφόρος σταλμένος από τον Σιρβανσάχ και του είχε δώσει μια επιστολή γραμμένη από το ίδιο το χέρι του βασιλιά .Ο Σιρβανσάχ παίνευε τον Νιζαμί ως "παγκόσμιο μάγο του λόγου" και του ζητούσε να γράψει ένα ρομαντικό επικό ποίημα βασισμένο σε ένα αραβικό λαϊκό παραμύθι: το παμπάλαιο παραμύθι του Μεζνούν," του τρελαμένου από έρωτα ποιητή " και της Λεϊλά, της φημισμένης καλλονής της ερήμου.
Από τη χαραυγή του Ισλάμ, ο μύθος της Λεϊλά και του Μεζνούν ήταν και παραμένει δημοφιλές θέμα για τα ερωτικά τραγούδια, σονέτα και ωδές των βεδουίνων της Αραβίας.
Ο Μεζνούν είχε σχέση με κάποιον πραγματικό ήρωα, τον Κουέις ιμπν αλ-Μουλάουα, ο οποίος πιθανότατα έζησε το δεύτερο μισό του 7ου μ.Χ. αιώνα στην έρημο του Ναζντ, στην Αραβική Χερσόνησο. Την εποχή του Νιζαμί κυκλοφορούσαν στην περιοχή πολλές παραλλαγές του θέματος του Μεζνούν και, αναμφίβολα, ο Σιρβανσάχ προσέγγισε τον Νιζαμί με σκοπό να δημιουργηθεί κάτι το "εξαιρετικό".
Αρχικά ο Νιζαμί δεν ήθελε να δεχτεί την παραγγελία, καθώς ένοιωθε ότι η ιστορία δεν πρόσφερε "ούτε κήπους, ούτε βασιλικές πομπές, ούτε γιορτές, ούτε ποτάμια, ούτε κρασιά, ούτε ευτυχία ", πράγματα αναπόσπαστα δεμένα με την κλασσική περσική ποίηση. Τελικά, όμως, λόγω της επιμονής του γιου του, δέχτηκε. Σε λιγότερο από τέσσερις μήνες ολοκληρώθηκε το ποίημα του Νιζαμί Λέϊλά και Μαζνούν που, στο πρωτότυπο, αποτελείται από 8.000 στίχους.
Δίχως άλλο, γράφοντας το Λεϊλά και Μεζνούν, ο Νιζαμί χρησιμοποιεί όλο το υλικό - γραπτά κείμενα και προφορική παράδοση - που μπόρεσε να βρει. Διατήρησε τη βεδουίνικη ατμόσφαιρα του αρχικού παραμυθιού ενώ, ταυτόχρονα, τοποθετεί την ιστορία στον πιο πολιτισμένο περσικό κόσμο, ομορφαίνοντας την με τα πλούσια χρώματα και τις εικόνες της μητρικής του γλώσσας και λογοτεχνικής παράδοσης.

Ο Νιζαμί, πράγματι, δημιούργησε κάτι το εξαιρετικό για τον προστάτη του, τον Σιρβανσάχ. Αυτή η εντυπωσιακή πρωτοτυπία έγκειται στην επιδέξια ψυχολογική απεικόνιση των περίπλοκων αισθημάτων του ανθρώπου, όταν βρίσκεται αντιμέτωπος με τον "έρωτα που δεν γνωρίζει νόμους". Την ανάλαφρη καρδιά του, τη συγκίνηση της αμοιβαίας αγάπης, τις λύπες του χωρισμού. τους πόνους της αμφιβολίας και της ζήλιας, την πίκρα του προδομένου έρωτα, τον πόνο που επιφέρει η απώλεια - ο Νιζαμί αποτυπώνει το σύνολο του μυστηριώδους κόσμου του έρωτα χωρίς ν'αφήνει καμιά περιοχή αχαρτογράφητη. Η γλώσσα του μπορεί να είναι αυτή της Περσίας του 12ου αιώνα, αλλά το θέμα του ανήκει σ' αυτά που ξεπερνούν τα όρια του τόπου και του χρόνου.

Δρ. Κόλιν Πώλ Τάρνερ
Πανεπιστήμιο Ντάρχαμ

Friday, December 7, 2007

Ο Μέγας Αλέξανδρος


Ο ΜΕΓΑΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ

ΟΙ ΑΡΧΑΙΕΣ ΠΗΓΕΣ

(Αρριανός Δ.10, Πλούταρχος Αλέξανδρος 61.3, 65.2, Πλούταρχος Θεμιστοκλής 32, Πολύβιος 2.56)

Στους 25 αιώνες, που έχουν περάσει από την εποχή του Αλεξάνδρου, έχουν γραφεί γι’ αυτόν βιβλία ων ουκ έστιν αριθμός και έχουν εξετασθεί όλες οι πτυχές της ζωής και της δράσης του από κάθε πιθανή πλευρά. Χαρακτηριστική είναι η παρατήρηση του Αρριανού ότι «κι άλλοι έγραψαν για τον Αλέξανδρο. Για την ακρίβεια, για κανέναν δεν έγραψαν περισσότεροι και λιγότερο σύμφωνοι μεταξύ τους». Δεκαεννέα αιώνες μετά τον Αρριανό γράφτηκαν ακόμη περισσότερα βιβλία και η παρατήρησή του ισχύει σήμερα πολύ περισσότερο απ’ όσο όταν τη διατύπωσε.

Έτσι, ο παρών δικτυακός τόπος δεν φιλοδοξεί να καλύψει κάποιο κενό, που εντοπίσθηκε στη βιβλιογραφία, ούτε να διευκρινίσει κάποιο εξειδικευμένο ζήτημα. Σκοπός του είναι να κωδικοποιήσει όσο καλύτερα γίνεται τις γνώσεις μας και να αναπαραστήσει όσο ακριβέστερα γίνεται τις γενικότερες συνθήκες, οι οποίες επικρατούσαν την εποχή εκείνη και καθόρισαν την πορεία των πραγμάτων. Για το λόγο αυτό στην εξιστόρηση της εκστρατείας του Αλεξάνδρου προσαρτώνται και μερικά θέματα, τα οποία συνήθως αγνοούνται ή αποτελούν αντικείμενα αυτόνομης ανάλυσης. Για μας αποτελούν τις προϋποθέσεις, ώστε να κατανοήσουμε καλύτερα το πλαίσιο, μέσα στο οποίο κινήθηκε ο Αλέξανδρος, και να δώσουμε μία γενική, αλλά όσο το δυνατόν σαφέστερη εικόνα:

της πολιτικής κατάστασης σε Ελλάδα και Περσία πριν την ανάρρηση του Αλεξάνδρου στην εξουσία

των επιδιώξεων και της νοοτροπίας των πρωταγωνιστών (ατόμων και κρατών)

των λόγων, που επέτρεψαν στη στρατιά του Αλεξάνδρου να παραμείνει σε διαρκή και νικηφόρα κίνηση από την αρχή ως το τέλος της εκστρατείας, ενώ άλλοι στρατοί αφανίστηκαν από την αιφνίδια αποκοπή τους σε εχθρικό έδαφος

των δρομολογίων και των λόγων, για τους οποίους επελέγησαν τα συγκεκριμένα και όχι άλλα εναλλακτικά

των μαχών, όπως περιγράφονται από τις αρχαίες πηγές και με όσον το δυνατόν αναλυτικότερη παρουσίαση των δυνάμεων, που συμμετέσχαν

των λόγων, για τους οποίους η κοσμοκράτειρα Περσία κατέρρευσε και υποτάχθηκε στη μικρότερη, φτωχότερη και πολιτικά ανομοιογενή Ελλάδα

των λόγων, για τους οποίους ο Αλέξανδρος προέβη στις σημαντικότερες και καθοριστικότερες ενέργειες

των αντιδράσεων στις αποφάσεις του Αλεξάνδρου και των λόγων, που τις προκάλεσαν
του διαμοιρασμού της αχανούς αυτοκρατορίας μεταξύ των Διαδόχων του Αλεξάνδρου

Γι’ αυτήν καθ’ αυτήν την εκστρατεία βασισθήκαμε σχεδόν αποκλειστικά στους αρχαίους ιστορικούς, διότι πιστεύουμε ότι έχουν καλύψει επαρκώς τις κυριότερες πτυχές της. Εξάλλου, αν όλοι τους έγραψαν με ανειλικρίνεια, σήμερα είναι εντελώς αδύνατο να το διαπιστώσουμε, πολύ δε περισσότερο, επειδή η μυθοποίηση του Αλεξάνδρου άρχισε πριν από το θάνατό του κι επεκτάθηκε ακόμη και στους λαούς που κατέκτησε. Βασικός κορμός της παρουσίασής μας είναι ο Αρριανός και το έργο του «Αλεξάνδρου Ανάβασις», που κατά γενική αποδοχή αποτελεί την αρτιότερη και εγκυρότερη πηγή πληροφοριών για την εκστρατεία του Αλεξάνδρου. Όπου υπάρχουν διαφορετικές απόψεις από τους άλλους αρχαίους ιστορικούς, γίνεται μνεία και σ’ αυτές, ώστε να καταγραφούν όλες οι παραλλαγές στη διήγηση και να καταδειχθεί κατά πόσον ο κάθε συγγραφέας συνέβαλε στην ιστοριογραφία ή στην μυθιστοριογραφία του Αλεξάνδρου.

Η υπόλοιπη βιβλιογραφία, που χρησιμοποιήθηκε (τόσο η αρχαία όσο και η νεότερη), χρησιμεύει στην ορθότερη αναπαραγωγή και αποτύπωση του όλου περιβάλλοντος, μέσα στο οποίο πραγματοποιήθηκε η εκστρατεία. Η βιβλιογραφία των σύγχρονων μελετητών του Αλεξάνδρου είναι πολύ περιορισμένη, διότι δεν μας ενδιέφερε να καταγράψουμε τις απόψεις όλων των μελετητών, αλλά να αναφέρουμε μόνο τους κυριότερους εκφραστές αντιθέτων απόψεων σε συγκεκριμένα και κρίσιμα θέματα.

Οι αρχαίες συγγραφικές πηγές για τον Αλέξανδρο και την εκστρατεία του μπορούν να χωρισθούν σε δύο βασικές κατηγορίες, τις διασωθείσες και τις απολεσθείσες. Οι διασωθείσες αρχαίες πηγές μετρώνται κυριολεκτικά στα δάχτυλα του ενός χεριού και όλες έχουν χάσματα μικρότερης ή μεγαλύτερης έκτασης. Πρόκειται για τα έργα τριών Ελλήνων (Αρριανός, Πλούταρχος και Διόδωρος) και δύο Ρωμαίων (Κούρτιος και Ιουστίνος) συγγραφέων, κοινό δε χαρακτηριστικό τους είναι ότι ο παλαιότερος εξ αυτών συνέγραψε τουλάχιστον 250 χρόνια μετά το θάνατο του Αλεξάνδρου. Επιπλέον τα διαθέσιμα χειρόγραφα είναι πάρα πολύ μεταγενέστερα αντίγραφα, τα μεν ελληνικά συνήθως είναι της Βυζαντινής περιόδου τα δε λατινικά του Μεσαίωνα. Εξ αυτών των πέντε αρχαίων συγγραφέων ο Αρριανός αποτελεί μόνος του ξεχωριστή κατηγορία και όλοι οι άλλοι αποτελούν τη λεγόμενη (τουλάχιστον στην αγγλοσαξωνική βιβλιογραφία) λαϊκή παράδοση (vulgata). Οι συγγραφείς της λαϊκής παράδοσης (άλλοι λιγότερο κι άλλοι περισσότερο) χρησιμοποίησαν τον Αλέξανδρο και την εκστρατεία του ως υπόβαθρο για τη συγγραφή ιστορικών μυθιστορημάτων, τα οποία ως αναγνώσματα είναι φυσικά πολύ πιο ευχάριστα από το στεγνό στρατιωτικό σύγγραμμα του Αρριανού. Αναλυτικότερα αξιολογούνται ως εξής:

Αρριανός (Φλάβιος Αρριανός): γεννήθηκε στη Νικομήδεια της Βιθυνίας (Ιζμίτ της σημερινής Τουρκίας) το 97 μ.Χ. και πέθανε περί το 175 μ.Χ. Σπούδασε στην Αθήνα και ο αυτοκράτορας Αδριανός τον διόρισε έπαρχο της Καππαδοκίας και ύπατο. Διέμεινε πολύ χρόνο στην Αθήνα και το 147-148μ.Χ. την έσωσε από εισβολή των Αλανών. Έγραψε ιστορικά, φιλοσοφικά και πολεμικά συγγράμματα με σημαντικότερο την «Αλεξάνδρου Ανάβαση» και το αναπόσπαστο συμπλήρωμά της, την «Ινδική». Είχε ως λογοτεχνικό πρότυπο τον Ξενοφώντα, τον οποίο μιμήθηκε με απόλυτη επιτυχία. Είναι προφανές ότι δεν μπορεί να βρει κανείς πιο αξιόπιστες πηγές από τους ίδιους τους πρωταγωνιστές των γεγονότων κι αυτό ακριβώς έκανε ο Αρριανός. Για την Ανάβαση βασίσθηκε κυρίως στους Πτολεμαίο και Αριστόβουλο και για την Ινδική στους Νέαρχο, Μεγασθένη και Ερατοσθένη. Όπου οι πηγές του διαφωνούσαν, κατέγραψε τις διαφωνίες και δεν επέλεξε τη μία ή την άλλη ή κάποια δική του εκδοχή. Έτσι, βοήθησε να μη χαθεί η πραγματικότητα μέσα στην ομίχλη του μυθιστορήματος και δικαίως είναι ο μόνος ιστορικός του Αλεξάνδρου, που δεν τοποθετείται στη λεγόμενη λαϊκή παράδοση.

Διόδωρος ο Σικελιώτης: γεννήθηκε στο Αγύριο (Ατζίρα) της Σικελίας περί το 90 και πέθανε περί το 30 π.Χ. Το σύγγραμμά του, «Βιβλιοθήκη Ιστορική», πραγματεύεται την παγκόσμια ιστορία από την αρχαιότητα μέχρι την αρχή των Γαλατικών πολέμων (59 π.Χ.) του Ιουλίου Καίσαρα. Η σχετικά σύντομη πραγματεία του για τον Αλέξανδρο θεωρείται ότι προέρχεται κυρίως από τον Κλείταρχο, και δευτερευόντως από τον Φύλαρχο, τον Δούριδα και τον Πολύβιο. Έγραψε εξαρτημένος από τις πηγές του, οι οποίες πολλές φορές αναγνωρίζονται από τους ειδικούς μέσα στο κείμενό του. Το έργο του παρά τα μειονεκτήματά του είναι συνολικά ευχάριστο ως ανάγνωσμα και λόγω της απλής γλώσσας του ήταν δημοφιλέστατο στα χρόνια του Βυζαντίου.

Πλούταρχος: γεννήθηκε το 46 μ.Χ. στη Χαιρώνεια της Βοιωτίας και πέθανε μετά το 127 μ.Χ. Δεν έγραψε ιστορία, αλλά περιέγραψε τους χαρακτήρες διαφόρων προσωπικοτήτων. Τα έργα του, απ’ τα οποία αντλούμε πληροφορίες σχετικά με τον Αλέξανδρο και την εκστρατεία, είναι πρωτίστως το «Αλέξανδρος-Καίσαρ», δευτερευόντως το «Δημοσθένης-Κικέρων», ενώ σχετικές πληροφορίες υπάρχουν και σε άλλους «Βίους Παράλληλους». Οι λεπτομέρειες που μάς δίνει για τις τελευταίες ημέρες του Αλεξάνδρου, σχεδόν ταυτίζονται με εκείνες του Αρριανού και φαίνεται να προέρχονται από τις Βασίλειες εφημερίδες.

Κούρτιος: είναι ο συγγραφέας του πληρέστερα διασωθέντος έργου για τον Αλέξανδρο στα λατινικά. Ωστόσο τα περισσότερα από τα υπάρχοντα χειρόγραφα είναι πολύ κακής ποιότητας, κι επιπλέον έχουν χαθεί τα δύο πρώτα από τα συνολικά 10 βιβλία του έργου, με αποτέλεσμα να μη γνωρίζουμε με βεβαιότητα ούτε το όνομα του συγγραφέα, ούτε πότε έζησε, ούτε τον τίτλο του έργου. Το πλήρες όνομα του συγγραφέα μάλλον ήταν Κούιντους Κούρτιους Ρούφους, ενώ ο τίτλος του έργου σε όσα χειρόγραφα εμφανίζεται, αναφέρεται άλλοτε ως «Ιστορία», άλλοτε ως «Η ιστορία του Μεγάλου Αλεξάνδρου του Μακεδόνα» και άλλοτε ως «Η ιστορία του μεγάλου Μακεδόνα, Αλεξάνδρου». Είναι εντελώς ασαφές πότε συνέγραψε ο Κούρτιος, αλλά η κυρίαρχη τάση σήμερα τον θέλει σύγχρονο του Ρωμαίου αυτοκράτορα Κλαύδιου (41-54 μ.Χ.) ή του Βεσπασιανού (69-79 μ.Χ.). Ένα ιδιαίτερα αξιοσημείωτο στοιχείο είναι ότι κανένας άλλος συγγραφέας δεν φαίνεται να γνώριζε το έργο του Κούρτιου από το χρόνο της συγγραφής του ως τον Μεσαίωνα. Αρκετοί μελετητές τον θεωρούν ως πολύτιμη πηγή πληροφόρησης με το σκεπτικό ότι είναι ο μοναδικός αρχαίος συγγραφέας, που μας παραθέτει κάποια συγκεκριμένα περιστατικά ή πληροφορίες. Δυστυχώς όμως σε όσα περιστατικά ή πληροφορίες διαθέτουμε κι άλλες πηγές, αποδεικνύονται τα μειονεκτήματα του Κούρτιου. Σημαντικότερα από αυτά είναι η ανεπάρκειά του σε στρατιωτικά θέματα, η διατύπωση σημαντικών ισχυρισμών και εν συνεχεία η αναίρεσή τους, μία σειρά από σοβαρότατα γεωγραφικά σφάλματα και πάνω απ’ όλα η εξόφθαλμη λογοκλοπή από παλαιότερους συγγραφείς και η σχεδόν αυτούσια εμφύτευση στη διήγησή του περιστατικών, που συνέβησαν πριν ή μετά την εκστρατεία του Αλεξάνδρου και φυσικά με άλλους πρωταγωνιστές.

Ιουστίνος: το πλήρες όνομά του ήταν Μάρκους Ιουνιάνους (ή Ιουνιάνιους) Ιουστίνους, πρέπει να ήταν εκλατινισμένος Γαλάτης κι εμφανίσθηκε στη Ρώμη ως δάσκαλος της ρητορικής. Έγραψε στα λατινικά μία επιτομή (περίληψη) της ιστορίας του Τρόγου κάποια στιγμή μεταξύ 144 και 395 μ.Χ. Αν και θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για ακρωτηριασμό και όχι για περίληψη, το αποτέλεσμα ήταν ότι η Επιτομή του Ιουστίνου διασώθηκε ως τις ημέρες μας, ενώ από την κολοσσιαίας έκτασης Ιστορία του Τρόγου διασώθηκαν λίγα μόνο αποσπάσματα. Ο ίδιος ο Ιουστίνος λέει ότι από τα 44 βιβλία του Τρόγου σταχυολόγησε «το πιο αξιόλογο υλικό» και ότι δημιούργησε «ένα είδος ανθολογίας», παραλείποντας «ό,τι δεν διαβαζόταν εύκολα ή δεν προέβαλλε την ηθική».

Εκτός από τους παραπάνω συγγραφείς πληροφορίες για τον Αλέξανδρο και την εκστρατεία του βρίσκουμε και σε αποσπάσματα μη διασωθέντων ιστορικών καθώς και σε τοπικές πηγές (επιγραφές και παπύρους) των χωρών που κατέκτησε. Η αξιολόγηση αυτού του υλικού χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή, καθώς είναι δύσκολο να αντιληφθούμε ακόμη και την οπτική γωνία του συγγραφέα τους, πολύ δε δυσκολότερο είναι να ελέγξουμε την αξιοπιστία του. Η δήλωση του Πλούταρχου «αυτό το γνωρίζω από τον Σωτίωνα, που λέει ότι το άκουσε από τον Ποτάμωνα τον Λέσβιο» μας δίνει μία πολύ καλή εικόνα της αναξιοπιστίας κάποιων (αν όχι των περισσοτέρων) απ’ αυτούς. Κάποιοι άλλοι ιστορικοί απέδωσαν στον Καλλισθένη τον κομπασμό ότι η εικόνα του Αλεξάνδρου και των έργων του καθώς και η αποδοχή ή απόρριψη της θεϊκής καταγωγής του εξαρτώνταν από τον ίδιο τον Καλλισθένη και τα γραπτά του, με την ιδιότητα του διαπιστευμένου χρονικογράφου της εκστρατείας. Ο Ονησίκριτος πάλι δεν δίστασε να γράψει ότι ο Αλέξανδρος διέκοψε την καταδίωξη του Δαρείου, για να επιδοθεί σε πολυήμερη σεξουαλική παραλυσία με τη βασίλισσα των Αμαζόνων.

Για αρκετούς αιώνες μετά το θάνατο του Αλεξάνδρου φαίνεται ότι κυκλοφορούσε ένας μεγάλος αριθμός επιστολών του Αλεξάνδρου προς διάφορους αξιωματούχους, ακόμη και προς τη μητέρα του, και αυτές τις επιστολές επικαλούνταν ως τεκμηρίωση των ισχυρισμών τους πολλοί συγγραφείς. Φυσικά είναι πολύ αμφίβολο αν οι επιστολές αυτές ήταν γνήσιες και με δεδομένα τα παραπάνω μάλλον πρέπει να θεωρούμε βέβαιο ότι ήταν πλαστές, ενώ σε μερικές περιπτώσεις θα μπορούσαν να είναι κατασκευάσματα ακριβώς εκείνων, που τις επικαλούντο ως τεκμηρίωση. Με δεδομένη δε την ευρηματικότητα συγγραφέων, όπως ο Ονησίκριτος, ο Δούρις και ο Φύλαρχος, πρέπει να θεωρούμε εξ ορισμού πλαστή όλην αυτήν την αλληλογραφία.

Οι σωζόμενοι αρχαίοι συγγραφείς κατέγραψαν τα ονόματα και σχολίασαν ή αξιολόγησαν αποσπάσματα μερικών μη σωζόμενων ιστορικών του Αλεξάνδρου. Έτσι γνωρίζουμε μετά βεβαιότητος ότι συνέγραψαν ιστορία αφού προηγουμένως πήραν μέρος στην εκστρατεία του Αλεξάνδρου ο Πτολεμαίος, ο Αριστόβουλος, ο Νέαρχος, ο Καλλισθένης, ο Ονησίκριτος και ο Χάρις, οι οποίοι αξιολογούνται ως εξής:

Αριστόβουλος ο Κασσανδρεύς: πήρε μέρος στην εκστρατεία του Αλεξάνδρου, αλλά σύμφωνα με τη δική του μαρτυρία άρχισε τη συγγραφή της ιστορίας του σε ηλικία 84 ετών. Αυτό σημαίνει ότι έγραψε αργότερα από τους Κλείταρχο, Ονησίκριτο, Χάρητα, Μαρσύα και Έφιππο, γι’ αυτό αρκετοί σύγχρονοι μελετητές θεωρούν ότι ανέμιξε τις δικές του αναμνήσεις με την ήδη πλούσια φιλολογία εκείνων των ημερών. Το βέβαιο είναι ότι συχνά διαφωνεί με όσα παραδίδει ο Πτολεμαίος. Επειδή πήρε μέρος στην εκστρατεία και γνώριζε πολλές και σημαντικές λεπτομέρειες, ο Αρριανός τον επέλεξε ως τη δεύτερη σημαντικότερη πηγή του.

Ευμένης ο Καρδιανός: σε σύγχρονους όρους θα λέγαμε ότι ήταν ο Διοικητής του Σώματος Στρατιωτικών Γραμματέων στο Επιτελείο του Αλεξάνδρου. Ήταν ο κυρίως υπεύθυνος για την ενημέρωση των Βασιλείων Εφημερίδων, δηλαδή του επισήμου ημερολογίου της Αυλής.

Καλλισθένης ο Ολύνθιος: γεννήθηκε περί το 370 ή 360 π.Χ., ήταν ανιψιός του Αριστοτέλη, αυστηρών αρχών και ανεξάρτητος χαρακτήρας. Συνέγραψε τα «Ελληνικά», που άρχιζαν από την Ανταλκίδειο Ειρήνη (387) και τελείωναν στην αρχή του Γ΄ Ιερού Πολέμου (354). Έθεσε τις συγγραφικές του ικανότητες στην υπηρεσία του πανελληνίου οράματος της Μακεδονικής Ηγεμονίας, ακολούθησε τον Αλέξανδρο στην εκστρατεία και ύμνησε πανηγυρικά τα κατορθώματά του. Ήταν όμως από τους σημαντικότερους πολέμιους της προσκύνησης και το 327 οι αυλοκόλακες (ή ο ίδιος ο Αλέξανδρος) τον ενέπλεξαν στη συνωμοσία των παίδων και πέτυχαν την εκτέλεσή του. Η ιστοριογραφία του χαρακτηριζόταν από πλήθος φανταστικών στοιχείων, γι’ αυτό του αποδόθηκε η πατρότητα του «Μυθιστορήματος του Αλεξάνδρου».

Νέαρχος του Ανδροτίμου: προσωπικός κι έμπιστος φίλος του Αλεξάνδρου. Ήταν από τους σημαντικότερους εταίρους και ναύαρχος από το 325 ως το θάνατο του Αλεξάνδρου (323). Τα απομνημονεύματά του είχαν τίτλο «Παράπλους» και απετέλεσαν μία από τις βασικές πηγές του Αρριανού.

Ονησίκρητος από την Αστυπάλαια: ήταν μαθητής του κυνικού φιλόσοφου Διογένη, πήρε μέρος στην εκστρατεία και πριν ακόμη πεθάνει ο Αλέξανδρος, άρχισε να γράφει την ιστορία του, στην οποία σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις τον εμφάνιζε με φιλοσοφικά, κυρίως κυνικά, χαρακτηριστικά. Η ιστορία του δεν σώθηκε ως τις μέρες μας, αλλά ήταν πολύ γνωστή στους αρχαίους. Άρχιζε από την παιδική ηλικία του Αλεξάνδρου, εξιστορούσε την εκστρατεία και περιέγραφε ειδικότερα τους λαούς της Ινδίας, όπως δείχνουν τα ελάχιστα αποσπάσματα, που διασώθηκαν. Επειδή όμως αυτά, που περιέγραφε φαίνονταν παράδοξα στους συγχρόνους του, τον χαρακτήρισαν μυθιστοριογράφο και δεν είχαν καθόλου άδικο. Ο ίδιος κατέγραψε τον εαυτό του ως ναύαρχο, ενώ ο Νέαρχος τον κατέγραψε ως κυβερνήτη τριήρους και επιπλέον τον χαρακτήρισε (ούτε λίγο ούτε πολύ) ως βλάκα. Μετά το θάνατο του Αλεξάνδρου ο Ονησίκριτος είχε το θράσος να διαβάσει στον Λυσίμαχο (βασιλιά πλέον των ευρωπαϊκών εδαφών) το τέταρτο βιβλίο του για την εκστρατεία, όπου περιλάμβανε το χονδροειδέστατο μύθευμά για τις επί 13 ημέρες ερωτικές παραλυσίες του Αλεξάνδρου με τη βασίλισσα των Αμαζόνων. Τότε ο Λυσίμαχος τον φιλοδώρησε με το ειρωνικό σχόλιο: «Καλά, κι εγώ πού ήμουνα τότε;».

Πτολεμαίος του Λάγου: συνέγραψε όταν ήταν πλέον βασιλιάς (Φαραώ) της Αιγύπτου, προφανώς προς το τέλος της ζωής του (ίσως μεταξύ 300 και 283 π.Χ.). «Η φήμη παρέλαβε αυτά τα ψέματα, που είπαν οι πρώτοι, τα διέσωσε ως τις μέρες μας και θα συνεχίσει να τα διαδίδει και στο μέλλον, αν δεν τα σταματήσει αυτό εδώ το σύγγραμμα» έγραψε οργισμένος ο Αρριανός (ΣΤ.11.) και κατά πάσα πιθανότητα εξίσου οργισμένος κι ο Πτολεμαίος θέλησε να αντιπαραθέσει αυτά, που ο ίδιος γνώριζε από πρώτο χέρι, σε όσα κυκλοφορούσαν ήδη ως ιστορία του Αλεξάνδρου. Εκτός από αυτόπτης και αυτήκοος μάρτυς ή πρωταγωνιστής σε συγκεκριμένα περιστατικά, ο Πτολεμαίος ως υψηλόβαθμος επιτελικός αξιωματικός είχε επιπλέον στη διάθεσή του τις Βασίλειες εφημερίδες. Το έργο του δεν διασώθηκε ως τις ημέρες μας στο σύνολό του, αλλά μόνο σε μερικά αποσπάσματα, που βρίσκουμε στην «Αλεξάνδρου Ανάβαση» του Αρριανού. Από τον Αρριανό παίρνουμε την εντύπωση ότι το έργο του Πτολεμαίου ήταν αρκετά απροκατάληπτο και ότι περιείχε έγκυρες γεωγραφικές και εθνολογικές πληροφορίες.

Χάρις ο Μυτιληναίος: έλαβε μέρος στην εκστρατεία ως εισαγγελεύς (τελετάρχης) και τα διασωθέντα αποσπάσματα του έργου του δεν επιτρέπουν τη συνολική αξιολόγησή του.

Δεν είναι μόνο οι παραπάνω όλοι όσοι συνέγραψαν ιστορία για την εκστρατεία του Αλεξάνδρου και τελικά δεν είναι τρομερή υπερβολή να πούμε ότι οποιοσδήποτε ήξερε γραφή και ακολούθησε από οποιαδήποτε απόσταση και θέση την εκστρατεία του Αλεξάνδρου, έγραψε κι από ένα βιβλίο. Στην αρχαία γραμματεία καταγράφονται τα ονόματα και άλλων συγγραφέων, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις εντοπίζονται και αποσπάσματα του έργου τους στα έργα των συγγραφέων, από τους οποίους μνημονεύονται. Συνήθως γνωρίζουμε μόνο το όνομα αυτών των ιστορικών και σε σπανιότατες περιπτώσεις μπορούμε να αντιληφθούμε κάποια από τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά του έργου τους. Έτσι, παραμένει ανοιχτό ένα πεδίο πολύ ενδιαφέρον για τους ειδικούς, που προσπαθούν να προσδιορίσουν από ποιά παλαιότερη και μη διασωθείσα πηγή προέρχεται η μία ή άλλη πληροφορία κάθε εξεταζόμενου συγγραφέα.

Αναξιμένης ο Λαμψακηνός: ήταν ακραίος εκπρόσωπος της ρητορικής ιστοριογραφίας. Σύμφωνα με ορισμένους μελετητές είναι ο πραγματικός συγγραφέας της «Ρητορικής προς Αλέξανδρον», που αποδίδεται στον Αριστοτέλη λόγω μίας ενσωματωμένης ψευδεπίγραφης επιστολής. Ενδιαφέρον παρουσιάζει και ένα άλλο έργο του ο «Τρικάρανος», το οποίο ο Αναξιμένης φρόντισε να αποδοθεί στον Θεόπομπο, για να τον εκθέσει. Έγραψε και για τον Αλέξανδρο, αλλά σώζονται ελάχιστα αποσπάσματα του έργου του.

Δούρις ο Σάμιος: το έργο του («Ιστορίαι» ή ίσως «Μακεδονικά») πρέπει να άρχιζε με το θάνατο του Αμύντα (359), του πατέρα του Φιλίππου, και να έφτανε ως τον Πύρρο της Ηπείρου (318-272). Ανήκει στους συγγραφείς, που επέλεξαν να δραματοποιήσουν τις διηγήσεις τους με τα μέσα της τραγικής τέχνης, σε σημείο ώστε να μην ξεχωρίζει η δημιουργία από την ιστοριογραφία. Χαρακτηριστική είναι η κατηγορία του Δούριδος κατά του Εφόρου και του Θεόπομπου ότι «παρέλειψαν τα περισσότερα στοιχεία της δημιουργίας, διότι δεν χρησιμοποίησαν ούτε δραματοποιήσεις ούτε ευχάριστες διατυπώσεις, αλλά ασχολήθηκαν μόνον με την καταγραφή [των γεγονότων]».

Έφιππος ο Ολύνθιος: ήταν σύγχρονος του Αλεξάνδρου, ίσως να πήρε μέρος στην εκστρατεία και τα διασωθέντα αποσπάσματα του έργου του δείχνουν ότι έκανε σφοδρή κριτική στον Αλέξανδρο.

Κλείταρχος: δεν πήρε μέρος στην εκστρατεία και φαίνεται να συνέγραψε μεταξύ 323 και 300 π.Χ., δηλαδή μετά το θάνατο του Αλεξάνδρου και μάλλον πριν από τον Πτολεμαίο. Έγραψε ρητορικά και τραγικά, το έργο του ξεκινούσε με την άνοδο του Αλεξάνδρου στο θρόνο της Μακεδονίας (336) και τελείωνε με το θάνατό του. Φαίνεται να έχει αντλήσει τις πληροφορίες του από τον Ηρόδοτο, το Θουκυδίδη και το Θεόπομπο, ειδικά στις εθνογραφικές και γεωγραφικές περιγραφές της Περσίας και Ινδίας. Είναι ο κατ’ εξοχήν εκπρόσωπος της λαϊκής παράδοσης (vulgata) με τη χαρακτηριστικά μυθιστορηματική διήγηση.

Μαρσύας ο Πελλαίος: σύγχρονος του Αλεξάνδρου και αδελφός του Αντίγονου. Στο βαθμό, που μπορούν να αξιολογηθούν τα διασωθέντα αποσπάσματα του έργου του («Μακεδονικά») φαίνεται ότι έγραψε από την παραδοσιακή μακεδονική άποψη, που δεν συμμερίσθηκε τη θεοποίηση του Αλεξάνδρου.

Μεγασθένης: έζησε στο τέλος του 4ου και στις αρχές του 3ου π.Χ. αιώνα. Έκανε πολλά ταξίδια ως πρέσβυς στον Σανδράκοτο, βασιλιά των Πραισίων. Το έργο του «Ινδικά» σε 4 βιβλία ήταν γενικά εθνογραφικό με σημαντικές πληροφορίες για τη γεωγραφία, την πανίδα και τη χλωρίδα της Ινδίας, τη ζωή, τα ήθη καθώς και παραδόσεις των κατοίκων, για τις οποίες όμως κατηγορείται ότι ανέμιξε ελληνικούς και ξένους μύθους. Περίληψη του βιβλίου του μας δίνει ο Διόδωρος, ενώ αποσπάσματά του βρίσκουμε στο Στράβωνα και τον Αρριανό.

Τρόγος (Πομπήιος Τρόγος): ήταν εκλατινισμένος Γαλάτης και γεννήθηκε στη Ναρβωνική Γαλατία (περίπου τη σημερινή Προβηγκία της Γαλλίας), ίσως στη σημαντικότερη πόλη της το Βάσιον (Βαιζόν λα Ρομαίν, στα ΒΑ της Οράγγης). Την εποχή του Αυγούστου (64 π.Χ.-14 μ.Χ.) συνέγραψε μία παγκόσμια ιστορία με τον παράδοξο τίτλο «Φιλιππικές Ιστορίες» (ίσως μιμούμενος τον Θεόπομπο), όπου περιελάμβανε τα περί τον Αλέξανδρο και την εκστρατεία του. Το έργο του χάθηκε στο σύνολό του και διασώθηκε μόνο μία επιτομή του από τον Ιουστίνο.

Φύλαρχος: άκμασε μεταξύ 200 και 250 π.Χ. Ο Πολύβιος και ο Πλούταρχος τον κατηγορούν ότι αντί να ασχοληθεί με τη διαπίστωση και τη μετάδοση της αλήθειας, όπως πρέπει να κάνει ένας ιστοριογράφος, υπηρέτησε τον εντυπωσιασμό με κάθε θυσία, ώστε να πετύχει την επίδραση στο συναίσθημα. Είναι κι αυτός τυπικός εκπρόσωπος της λαϊκής παράδοσης, δηλαδή ανήκει στους συγγραφείς, που επέλεξαν να δραματοποιήσουν τις διηγήσεις τους με τα μέσα της τραγικής τέχνης, σε σημείο ώστε να μην ξεχωρίζει η δημιουργία από την ιστοριογραφία.

Ψευδοκαλλισθένης: «Το μυθιστόρημα του Αλεξάνδρου», που ψευδώς αποδίδεται στον Καλλισθένη εμφανίζεται για πρώτη φορά σε διάφορες παραλλαγές της ελληνιστικής περιόδου. Αυτές ενσωμάτωναν σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό φανταστικές επιστολές του Αλεξάνδρου κυρίως προς την Ολυμπιάδα και τον Αριστοτέλη, καθώς και άλλες συγγραφές, όπως για τον υποτιθέμενο διάλογο του Αλεξάνδρου με τους γυμνοσοφιστές και για τις τελευταίες ημέρες της ζωής του. Όλο αυτό το συνοθύλευμα συνενώθηκε σε ενιαίο μυθιστόρημα μάλλον τον 3ο μ.Χ. αιώνα και είναι απίστευτα τα σφάλματα και οι υπερβολές του, αλλά ακόμη πιο απίστευτος είναι ο (γνωστός) αριθμός γλωσσών, στις οποίες μεταφράσθηκε. Πολύ νωρίς μεταφράσθηκε στα λατινικά, αιθιοπικά, παλαιοπερσικά, σε διάφορες γλώσσες της Ινδίας, της Μαλαισίας και της Ιάβας, ενώ σημαντικότερη απ’ όλες ήταν η αρμενική μετάφραση. Από το ελληνικό «πρωτότυπο» προέκυψαν στα χρόνια του Βυζαντίου οι παραλλαγές στη βουλγαρική, σερβική, ρωσική, γεωργιανή, τσεχική, πολωνική και ρουμανική γλώσσα. Από τη λατινική μετάφραση προέκυψαν τον Μεσαίωνα οι διασκευές στην προβηγκιανή, αγγλική, φλαμανδική, γερμανική, σουηδική, ισπανική, ιταλική, δανική και ισλανδική γλώσσα. Ως τις αρχές των νεωτέρων χρόνων «Το μυθιστόρημα του Αλεξάνδρου» δεν σταμάτησε να μεταφράζεται, να παραλλάσσεται και να διαμορφώνει παγκοσμίως τη λαϊκή εικόνα του Αλεξάνδρου. Κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας στην Ελλάδα υπήρξε αγαπημένο λαϊκό ανάγνωσμα με τίτλο «Η Φυλλάδα του Μεγαλέξαντρου».

Εδώ αξίζει να κάνουμε μία σύντομη αναφορά στις σημαντικότερες περσικές πηγές για τον Αλέξανδρο.

Φιρντουσί ή Φιρντουζί: γεννήθηκε το 932 και πέθανε το 1025. Ήταν ο μεγαλύτερος Πέρσης ποιητής και είναι για τους Πέρσες ό,τι ο Όμηρος για τους Έλληνες. Μπήκε στην Αυλή του σουλτάνου Μαχμούτ Σεμπουτεκίν και ανέλαβε τη συγγραφή ποιητικού έργου με θέμα τις πράξεις των αρχαίων Περσών βασιλέων. 30 χρόνια αργότερα ολοκλήρωσε τους 60.000 στίχους του «Σαχ-Ναμέ» (Βιβλίο των Βασιλέων), όπου κάνει λόγο για τον Σικάνταρ (Αλέξανδρο). Τον παρουσιάζει όμως ως γιο Πέρση βασιλιά και Ελληνίδας και ετεροθαλή αδελφό του Ντάρα (Δαρείου).

Νιζάμι: ήταν ένας από τους μεγαλύτερους Πέρσες ποιητές. Γεννήθηκε το 1141 στο Γκεντζέ της Ατροπατηνής Μηδίας (Αζερμπαϊτζάν) και πέθανε το 1203, ένα χρόνο αφού ολοκλήρωσε το «Σικανταρνάμα» (βιβλίο του Αλεξάνδρου), που διαιρείται σε δύο μέρη, το «Σικάνταρνάμα ε μπάρα» (βιβλίο του Αλεξάνδρου κατά ξηράν) και το «Σικάνταρνάμα ε μπάχρ» (βιβλίο του Αλεξάνδρου κατά θάλασσαν).

Εν κατακλείδι, οι σωζόμενες αρχαίες πηγές είναι πράγματι λίγες και συχνά παρέχουν ελλιπείς ή αντικρουόμενες πληροφορίες, ενώ υπάρχουν αμφιβολίες ακόμη και για το όνομα συγκεκριμένων προσώπων. Λόγου χάριν, η τελευταία σύζυγος του Φιλίππου ίσως ονομαζόταν Κλεοπάτρα ή ίσως Ευρυδίκη και ο υπεύθυνος για τις βασίλειες εφημερίδες αλλού αναφέρεται ως Ευμένης κι αλλού ως Ευμενής. Το πρόβλημα της ασυμφωνίας των πηγών είναι χαρακτηριστικότερο στην Ινδία, όπου σχεδόν κάθε αρχαίος συγγραφέας αναφέρει λαούς άγνωστους στους υπόλοιπους συγγραφείς. Τέλος, οι αρχαίες πηγές παρέχουν εξίσου αντικρουόμενες ή ελλιπείς πληροφορίες και σε θέματα χρονολόγησης, ενώ όσο βαθύτερα στην Ασία ακολουθούμε τον Αλέξανδρο, τόσο δυσκολότερη γίνεται η ταυτοποίηση των αρχαίων τοπωνυμίων με τα σημερινά.

Ωστόσο όλα τα παραπάνω προβλήματα δεν καθιστούν αδύνατη την ανασύνθεση των γεγονότων. Κι αυτό διότι δεν πρέπει να ξεχνάμε, ότι ακόμη και τα τέσσερα αποδεκτά Ευαγγέλια έχουν διαφορές μεταξύ τους, ότι στη ζωή του Ιησού υπάρχει ένα τεράστιο χρονολογικό χάσμα κι ότι η ιστορική επαλήθευση από μη χριστιανικές πηγές των παραδιδομένων έχει αποδώσει πολύ φτωχά αποτελέσματα. Και φυσικά όλα αυτά δεν εμπόδισαν καθόλου τη δημιουργία της σημαντικότερης μονοθεϊστικής θρησκείας.

Έτσι, για το σχηματισμό της πλήρους εικόνας και την κάλυψη των κενών στην ιστορία του Αλεξάνδρου αναγκαστικά συνδυάζονται πληροφορίες απ’ όλους τους σωζόμενους ιστορικούς, ανεξαρτήτως της μεταξύ τους συμβατότητας. Εμείς απλώς πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι η εικόνα, που συνθέτουμε κατ’ αυτόν τον τρόπο, ίσως μοιάζει λιγότερο στον Αλέξανδρο και περισσότερο στον Φρανκενστάιν ή στον Μυνχάουζεν. Βέβαια, το σημαντικότερο πρόβλημα είναι ότι ο καθένας έχει δημιουργήσει στο μυαλό του μία συγκεκριμένη και εντελώς αδιαπραγμάτευτη εικόνα του Αλεξάνδρου και αναζητά επιλεκτικά, πότε στον έναν και πότε στον άλλο συγγραφέα, τις «αποδείξεις» ότι ο δικός του Αλέξανδρος είναι ο πραγματικός.

Κεντρικό Μενού

Ένοπλες Δυνάμεις

Χάρτες

Μάχες

Layla and Maznun - Λέϊλα & Μαζνούν του Νιζάμι


Layla and Majnun
Majnun in the wildernessThe madman of Layla - in Arabic مجنون ليلى (Majnun layla) or قيس وليلى (Qays and Layla), in Persian: ليلى ومجنون (Leyli and Madjnun) - is a classical Middle Eastern love story. It is based on the real story of a young man called Qays ibn al-Mullawah (Arabic : قيس بن الملوح ) from the northern Arabian Peninsula,[1] in the Umayyad era during the 7th century. There were two Arabic versions of the story at the time.[2] In one version, he spent his youth together with Layla tending their flocks. In the other version, upon seeing Layla he fell in a most passionate love with her. In both versions, however, he went mad when her father prevented him from marrying her; for that reason he came to be called Majnun Layla, which means "Driven mad by Layla". To him were attributed a variety of incredibly passionate romantic Arabic poems, considered among the foremost examples of the Udhari school.
Story
Qays ibn al-Mullawah ibn Muzahim, a bedouin poet, was from the Bani Aamir tribe of Arabia. He fell in love with Layla bint Mahdi ibn Sa’d from the same tribe, better known as Layla Al-Aamiriya. He soon began creating poems about his love for her, mentioning her name often. When he asked for her hand in marriage her father refused as this would mean a scandal for Layla according to Arab traditions. Soon after, Layla married another man.

When Qays heard of her marriage he fled the tribe camp and wandered in the surrounding desert. His family eventually gave up on his return and left food for him in the wilderness. He could sometimes be seen reciting poetry to himself or writing in the sand with a stick.

Layla moved to Iraq with her husband, where she became ill and eventually died. Qays was later found dead in the wilderness in 688 A.D. near an unknown woman’s grave. He had carved three verses of poetry on a rock near the grave, which are the last three verses attributed to him.

Many other minor incidents happened between his madness and his death. Most of his recorded poetry was composed before his descent into madness.

This type of love is known in Arabic culture as "Virgin Love" (Arabic: حب عذري), because the lovers never married or made love. Other famous Virgin Love stories are the stories of "Qays and Lubna", "Kuthair and Azza", "Marwa and Al Majnoun Al Faransi"[citation needed] and "Antara and Abla".
History and influence
From Arab and Habib folklore the story passed into Persian literature, and in 12th century, Nizami wrote a famous adaptation of Layli and Majnun in Persian. In his adaptation, the young lovers become acquainted at school and desperately fall in love. However, they cannot see each other because of a family feud, and Laila's family arranges for her to marry another man [3]. It is a tragic story of undying love much like the later Romeo and Juliet, which was itself said to have been inspired by a Latin version of Layla and Majnun to an extent.[4]

The Azerbaijani Turkish adaptation of the story, Dâstân-ı Leylî vü Mecnûn (داستان ليلى و مجنون; "The Epic of Layla and Majnun") was written in 16th century by Fuzûlî. In Azerbaijan, Fuzûlî's adaptation of Layli and Majnun was made into an opera by the renowned Azerbaijani composer Uzeyir Hajibeyov and staged in Baku on January 25, 1908
The myth has influenced many Middle Eastern poets, especially Sufi writers in whose literature the name Leyli/Layla suggests a reference to their concept of Beloved. The name has also found its way into modern occult literature in connection with the archetype called Babylon or Babalon. These writings use the spelling Laylah, which also suggests the Arabic and Hebrew words for night. The name Layla has influenced other aspects of Middle Eastern culture, as romance outside of marriage is frowned upon. The name 'Layla' means 'one who works by night', representing the fact that the romance was hidden, and kept a secret. The name also served as the inspiration for the title of Derek and the Dominos' famous album Layla and Other Assorted Love Songs and its title track. The song "I Am Yours" is a direct quote from a passage in Layla and Majnun. In Turkey, the phrase "To feel like Layla" is used to mean the feeling one gets when one is completely "out-of-it" and dazed, or, like Majnun, to be crazily in love. The word 'Majnun' (or Majnoon) in Persian and Arabic means 'crazy'.
In the late 19th century, Ahmed Shawqi wrote a poetic play about the tragedy. Qay's lines from the play are sometimes confused with his actual poems. The play is considered one of the best in modern Arab poetry.

The story is also featured in Baha'u'llah's sufi writings, the Seven Valleys.
Popular culture
This story is used metaphorically in the song "Layla", by Eric Clapton. Another song on the same album, "I Am Yours," was so greatly inspired by Nizami's text that Clapton gave the poet co-songwriting credit.
The Laila Majnu story was also subject to various films produced by the Indian film industry beginning in the 1920s. One, Laila Majnu, was produced in 1976. In 2007, the story was enacted as both a framing story and as a dance-within-a-movie in the film Aaja Nachle/

NIZAMI - Ο Πέρσης Ποιητής που Ύμνησε τον Μέγα Αλέξανδρο


Nezāmi-ye Ganjavī (Persian: نظامی گنجوی; Azerbaijani: Nizami Gəncəvi;‎ 1141 – 1209), or Nezāmī (Persian: نظامی), whose full name was Nizām ad-Dīn Abū Muhammad Ilyās ibn-Yusūf ibn-Zakī ibn-Mu'ayyid, is considered the greatest romantic epic poet in Persian literature, who brought a colloquial and realistic style to the Persian epic.[1][2] His heritage is widely appreciated and shared by Azerbaijan, Iran, Afghanistan and Tajikistan. Nezami is also pronounced as Nizami in some Western literature, Russian, Azerbaijani and some Persian dialects.
Nezami was born in Ganja, one of the major cities of the Atabekan-e-Azerbaijan, part of the Seljuk Empire, where he remained his whole life. Nizami was orphaned early and was raised by his maternal uncle Khwaja Umar who afforded him an excellent education. His mother, named Ra'isa, was of a Kurdish background and his father's name, Yusuf, is mentioned once by Nezami in his poetry. He married three times. His first wife, Afaq, a Kipchak slave girl, was sent to him by Fakhr al-Din Bahramshah, the ruler of Darband, as a part of a larger gift. She became Nezami's first and most beloved wife. His only son Mohammad was from Afaq. Afaq died after "Khosrow and Shirin" was completed. Mohammad was seven at the time. Strangely enough, Nezami's other wives, too, died prematurely - the death of each coinciding with the completion of an epic, prompting the poet to say, "God, why is it that for every mathnavi I must sacrifice a wife!"
About Nezami's prodigious learning there is no doubt. Poets were expected to be well versed in many subjects; but Nezami seems to have been exceptionally so. His poems show that not only he was fully acquainted with Arabic and Persian literature and with oral and written popular and local traditions, but was also familiar with such diverse fields as mathematics, astronomy, astrology, alchemy, medicine, botany, Koranic exegesis, Islamic theory and law, history, ethics, philosophy and esoteric thought, music, and the visual arts
When in the twelfth century the Seljuks extended their control into the region, their provincial governors, virtually autonomous local princes called Atabek, encouraged Persian letters. Ganja was a major city of the Ildegezid Atabek rulers of Azerbaijan. By the mid-twelfth century, many important poets enjoyed their patronage, and there developed a distinctive "Azerbaijani" style of poetry in Persian, which contrasted with "Khurasani" ("Eastern") style in its rhetorical sophistication, its innovative use of metaphor and its use of technical terminology and Christian imagery.
Nezami lived in an age of both political instability and intense intellectual activity, which his poems reflect; but little is known about his life, his relations with his patrons, or the precise dates of his works, as the many legends built up around the poet color the accounts of his later biographers. Although he left a small corpus of lyric poetry, Nezami is best known for his five long narrative poems. He dedicated his poems to various rulers of the region as was custom of that time for great poets, but avoided court life.
Often referred to by the honorific Hakim "the Sage", Nezami is both a learned poet and master of a lyrical and sensuous style. His poems show that not only was he fully acquainted with Arabic and Persian literature and with oral and written popular and local traditions, but was also familiar with such diverse fields as mathematics, geometry, astronomy and astrology, alchemy, medicine, Koranic exegesis, Islamic theology and law, history, ethnics, philosophy and esoteric thought, music and the visual arts.
Nezami was a master of the Masnavi style (double-rhymed verses) and one of the four great Persian language poets of the 12th century CE. He wrote poetical works; the main one is the Panj Ganj (Persian: Five Jewels) "Quinary", also known by the Persian pronunciation of the same word in Arabic, Khamse. The Quinary includes the five Persian books of Nezami:
• Makhzan al-Asrar "The Storehouse of Mysteries" (1163) (some put it at 1176)
Persian: مخزن الاسرار
The ethico-philosophical poems of about 2,250 Persian distichs was dedicated to Fakhr al-Din Bahramshah, the ruler of Erzinjan. The story deals with such esoteric subjects as philosophy and theology. The story contains twenty discourses, each of them portraying an exemplary story on religious and ethical topics. The stories which discuss spiritual and practical concerns enjoin kingly justice, riddance of hypocrisy, warning of vanity of this world and the need to prepare for the after-life. Not a romantic epic, the "The Treasury of Mysteries" was translated into English by Gholam H. Darab in 1945.
• Khusraw o Shirin "Khusraw and Shirin" (1177-1180)
A story of Persian origin which is found in the great epico-historical poems of Shahnameh and is based on a true story that was further romanticized by Persian poets. The story chosen by Nezami, was commissioned and dedicated to the Seljuk Sultan Toghril II , the Atabek Muhammad ibn Eldiguz Jahan Pahlavan and his brother Qizil Arsalan. It contains about 6,500 distichs in length, the story depicts the love of Sassanian Khusraw II Parviz towards his Armenian or Caucasian Albanian princess, Shirin. Khusraw o Shirin recounts the story of King Khusraw’s courtship of Princess Shirin, and vanquishing of his love-rival, Farhad. Shirin eventually consents to marry Khusraw after several romantic and heroic episodes, including his rescue of her from a lion by killing the animal with his bare hands.

• Layli o Majnun "Layla and Majnun" (1192)
A story Of Arabic origin, the poem of 4,700 distichs was dedicated, in 1192, to Abu al-Muzaffar Shirvanshah, a descendant of Bahram Chubin, the Sassanid general, whose exploits are reflected in Nezami's "Seven Beauties." The poem is based on the popular Arab legend of ill-starred lovers: the poet Qays falls in love with his cousin Layli, but is prevented from marrying her, and goes mad (Hence called Majnun meaning mad and possessed in Arabic). Majnun abandons society and family and moves to the desert and composes poems for his love Layli, who has been married to another. Although they were never united in life, when the lovers pass away, they are buried in the same grave. The Story of Layla and Majnun by Nizami, was translated and edited by Dr. Rudolf Gelpke into a English version in collaboration with E. Mattin and G. Hill Omega Publications and published in 1966..
A comprehensive analysis containing partial translations of Nezami's romance Layli o Majnun examining key themes such as chastity, constancy and suffering through an analysis of the main characters was recently accomplished by Prof. Ali Gohrab.
• Haft Peykar "The Seven Beauties" (1196)
A story of Persian origin, it was dedicated to the ruler of Maragha, 'Ala' Al-Din korp Arslan. It is the story of Bahram V, the Sassanid king, who is born to Yazdegerd after twenty years of childlessness and supplication to Ahura Mazda for a child. The Haft peykar is a romanticized biography of the Sasanian Persian empire ruler Bahram-e Gur. His adventurous life had already been treated in Persian verse by [Ferdowsi] in the [Shahnama], to which fact Nezami alludes a number of times. In general, his method is to omit those episodes that the earlier poet had treated, or to touch on them only very briefly, and to concentrate in new material.
The story was translated to English in 1924 by Charles Edward Wilson. A newer English rendering based on more complete manuscripts was accomplished by Professor Julia Scott Meysami.
• Eskandarname "The Book of Alexander" (1196-1202)
The Romance of Alexander the Great" contains 10,500 distichs. The names of its dedicatees are uncertain. The story is based on Islamic myths developed about Alexander the Great, which derive from Qur'anic references to the Dhu'l-Qarnayn as well as from the Greek Alexander romance of Pseudo-Callisthenes. It consists of two books, Sharaf-nameh and Iqbal-nameh. The Iqbal-nameh is a description of Alexander's personal growth into the ideal ruler on a model ultimately derived, through Islamic intermediaries, from Plato's Republic.[7] An English translation of the book by H. Wilberfore Clarke was published in 1881.
Amir Khosrow Dehlavi, Jalal Farahani, Khwaju Kermani, Mohammad Katebi Tarr-Shirini, Abdul Rahman Jami, Hatefi Jami, Vahshi Baqfi, Maktabi Shirazi, Mir Ali Shir Nava'i, Abdul Qader-e Bedel Dehlavi, Fuzuli, Hashemi Kermani, Fayzi and Ahmad Khani. Not only poets, but historians such as Rawandi were also influenced by Nezami's poetry and used his poem in rendering history. Besides these, scores of poets have started their composition with the first line of the Makhzanol - Asrar.
According to Dr. Rudolf Gelpke : Many later poets have imitated Nizami's work, even if they could not equal and certainly not surpass it; Persians, Turks, Indians, to name only the most important ones. The Persian scholar Hekmat has listed not less than forty Persians and thirteen Turkish versions of Layli and Majnun.
According to Vahid Dastgerdi, If one would search all existing libraries, one would probably find more than 1000 versions of Layli and Majnun.
Jami in his Nafahatol Ons remarks that: Although most of Nezami's work on the surface appear to be romance, in reality they are a mask for the essential truths and for the explanation of divine knowledge.
Jami in his Baharestan mentions that: Nezami’s excellence is more manifest than the sun and has no need of description. Hashemi of Kerman remarks: The empire of poetry obtained its law and order from Nezami's beautiful verses and To present words before Nezami's silent speech is a waste of time.
Amir Khosrow writes: "The ruler of the kingdom of words, famed hero, Scholar and poet, his goblet [glass] toasts. In it - pure wine, it's drunkingly sweet, Yet in goblet [glass] beside us - only muddy setting."
Johann Wolfgang von Goethe writes: A gentle, highly gifted spirit, who, when Ferdowsi had completed the collected heroic traditions, chose for the material of his poems the sweetest encounters of the deepest love. Majnun and Layli, Khusraw and Shirin, lovers he presented; meant for one another by premonition, destiny, nature, habit, inclination, passion staunchly devoted to each other; but divied by mad ideas, stubbornnes, chance, necessity, and force, then miraculously reunited, yet in the end again in one way or another torn apart and separated from each other.
Nezami's story of Layla and Majnun also provided the namesake for a hit single by Eric Clapton, also called Layla. Recorded with Derek and the Dominos, Layla was released on the 1970 album Layla and Other Assorted Love Songs. The album was highly influenced by Nezami and his poetry of unrequited love. The fifth song of Layla and Other Assorted Love Songs, "I Am Yours," was in fact a Nezami composition, set to music by Clapton. The Soviet ballet produced a film, Leili and Medjnun, named after a poem by Nizami Gandjevi.

The Nizami Museum of Literature is located in Baku, Azerbaijan. Nezami's mausoleum is located in Ganja. The monument was built on Nezami's grave in 1947, and replaced a similar obelisk dating from the early 1900s. The mausoleum is an elegant marble covered structure about 20 m tall. Behind it there is an open area with a display of scenes from Nezami's books, sculpted in metal. Monuments to Nezami are found in many cities of Azerbaijan, as well as in Tabriz (Iran), Moscow, St. Petersburg and Udmurtiya (Russia), Kiev (Ukraine), Tashkent (Uzbekistan), Marneuli (Georgia), Chişinău (Moldova).
Notes
1. Encyclopædia Britannica, "Nezami"
2. Dr. Julie Scott Meisami, "The Haft Paykar: A Medieval Persian Romance Oxford World's Classics)", Oxford University Pr. (T), 1995, ISBN 0-19-283184-4, extract
3. Iraj Bashiri, "The Teahouse at a Glance" - Nizami's Life and Works, 2000
4. Christine van Ruymbeke. Science and Poetry in Medieval Persia: The Botany of Nizami's Khamsa . University of Cambridge Press.
5. Encyclopædia Iranica, "Atabakan-e Adarbayjan" Saljuq rulers of Azerbaijan, 12th–13th, Luther, K. pp. 890-894.
6. Encyclopædia Iranica, "Ganja", C. Edmund Bosworth
7. Encyclopædia Iranica, "Eskandar-Nama of Nezami", François de Blois
8. M.Shaginyan, “Studies/sketches about Nizami”, 1955/1981
9. Charles F. Horne, ed., The Sacred Books and Early Literature of the East, (New York: Parke, Austin, & Lipscomb, 1917), Vol. VIII: Medieval Persia, pp. 103-107.
10. The Story of Layla and Majnun, by Nizami. Translated Dr. Rudolf. Gelpke in collaboration with E. Mattin and G. Hill, Omega Publications, 1966, ISBN #0-930872-52-5. (see http://www.amazon.co.uk/gp/product/0930872525/202-4922643-7900611?v=glance&n=266239] Amazon)
11. Layli and Majnun: Love, Madness and Mystic Longing, Dr. Ali Asghar Seyed-Gohrab, Brill Studies in Middle Eastern literature, Jun 2003, ISBN 90-04-12942-1 (see Amazon)
12. Encyclopædia Iranica, "Haft Peykar", François de Blois
13. The Haft paikar [engl.], Wilson, Charles Edward, London: Probsthain. 1924. (Probsthain's oriental series.). ISBN 0-85382-017-1 (see Amazon).
14. Tatiana Egorova Soviet Film Music: An Historical Survey, p.186
References
• E.G. Browne. Literary History of Persia. (Four volumes, 2,256 pages, and twenty-five years in the writing). 1998. ISBN 0-7007-0406-X
• Jan Rypka, History of Iranian Literature. Reidel Publishing Company. 1968 OCLC 460598. ISBN 90-277-0143-1
• Biography of Nizami Dr. Julie S. Meisami of Oxford University
• Christine van Ruymbeke. Science and Poetry in Medieval Persia: The Botany of Nizami's Khamsa . University of Cambridge Press (forthcoming).
• Christine van Ruymbeke. “General entry on Nezami Ganjavi”, Encyclopaedia Iranica 2007 (forthcoming)
• Christine van Ruymbeke. "Nezâmî’s Poetry vs. Scientific Knowledge : the case of the pomegranate", The Poetry of Nizami Ganjavi. Knowledge, love, and rhetoric, J. Clinton & K. Talattof eds., Festschrift in honor of Prof. Martin Luther, Princeton University, (16 pp., St Martin’s Press, New York)
• Christine van Ruymbeke. "From culinary recipe to pharmacological secret for a successful wedding night: the scientific background of two images related to fruit in the Xamse of Nezâmi Ganjavi", Festschrift in honour of Professor J.T.P. de Bruijn, Persica, Annual of the Dutch-Iranian Society, (Leiden), 2002, pp. 127-136
• The Poetry of Nizami Ganjavi: Knowledge, Love, and Rhetoric. K Talattof, JW Clinton - New York, 2001
• “Nizami’s Unlikely Heroines: A Study of the Characterizations of Women in Classical Persian Literature” by Kamran Talattof.
• Mirror of the Invisible World: Tales from the Khamseh of Nizami. PJ Chelkowski, N Ganjavī - 1975 - Metropolitan Museum of Art
• Haft Paykar: A Medieval Persian Romance. N Ganjavi, JS Meisami (tranlator) New York: Oxford University Press, 1995

Ο Μέγας Αλέξανδρος στην Περσική Επική Ποίηση της Μαριάννας Ιατροπούλου - Θεοχαρίδου


Ο πολιτισμός στα χνάρια του Μεγαλέξανδρου στην Περσία μέσα από το βιβλίο «Ο Μέγας Αλέξανδρος στην Περσική Επική Ποίηση» της Μαριάννας Ιατροπούλου - Θεοχαρίδου.
Μια μεγάλη διαδρομή στην Ιστορία, μέσα από μία άλλη ιδιόμορφη, σημερινή διαδρομή, συναντώνται σε ένα ξεχωριστό βιβλίο. Τόπος η Περσία και πρωταγωνιστές ο μεγάλος Έλληνας στρατηλάτης Μέγας Αλέξανδρος και η πρώην πολιτιστική ακόλουθος της Πρεσβείας μας στην Τεχεράνη Μαριάννα Ιατροπούλου-Θεοχαρίδου.

Καρπός της συνάντησης ένα πολύπλευρο έργο που έρχεται να φωτίσει πτυχές άγνωστες στους Έλληνες, διευρύνοντας τη διάσταση της αγάπης που μπορεί να γεννήσει ένας δικός μας «κατακτητής» καταγεγραμμένη μέσα από την ξένη επική ποίηση.

Απόσταγμα της Ιστορίας η επική προέκταση του πολιτισμού στην Περσία του 10ου και 12ου αιώνα αποτυπώνει τον «Εσκεντάρ», ήρωα και θρύλο από την έμπνευση που εμφύσησε σε σπουδαίους Πέρσες ποιητές και αποδίδεται σήμερα στα ελληνικά ως φόρος τιμής όχι μόνο σε μία μεγάλη προσωπικότητα, όπως του Μεγαλέξανδρου, αλλά και στις κοινές ρίζες των δυο χωρών, χάρη στις οποίες σήμερα μπορούν να θεωρούνται φίλες.

Το βιβλίο, ένας τόμος περίπου 600 σελίδων, με τίτλο «Ο Μέγας Αλέξανδρος στην Περσική Επική Ποίηση» (εκδόσεις ΙΩΝ) παρουσιάστηκε στο Φιλολογικό Σύλλογο Παρνασσός, από τον υφυπουργό Εξωτερικών κ. Θεόδωρο Κασσίμη, το Μορφωτικό Σύμβουλο της Πρεσβείας του Ιράν, τους καθηγητές πανεπιστημίου κ.κ. Κάρολο Μητσάκη και Μαρία Μαντούβαλου, ενώ χαιρετισμό απηύθυνε και ο πρέσβης του Ιράν στην Αθήνα κ. Μεχντί Μοχτασαμί.

«Όσο μεγαλύτερο βάθος έχει ένας πολιτισμός, τόσο ισχυρές βάσεις έχουν λαοί όπως οι Έλληνες και οι Πέρσες. Γι αυτό πρέπει να δοξάζουμε τους προγόνους μας για τις βάσεις που μας έχουν κληροδοτήσει», τόνισε ο κ. Μοχτασαμί εκφράζοντας την εκτίμησή του προς τη συγγραφέα του βιβλίου, αλλά και προς την πατρίδα της.

Ο Μέγας Αλέξανδρος αποτελεί ίσως το μοναδικό «φαινόμενο» στην ιστορία, με τους λαούς να επιθυμούν να οικειοποιηθούν τον κατακτητή τους, είπε ο κ. Κασσίμης, σχολιάζοντας τη σημασία της έκδοσης και της εξαιρετικής δουλειάς της συγγραφέως που ανήκει στην οικογένεια της ελληνικής διπλωματίας.

Μια πρωτότυπη διατριβή, όπως εξήγησε ο ίδιος, που αποτελεί το κύριο υλικό του βιβλίου, το οποίο γίνεται για πρώτη φορά γνωστό στην Ελλάδα, μέσα από ένα επιστημονικά τεκμηριωμένο και λογοτεχνικά αξιόλογο κείμενο, το οποίο βασίζεται στα στοιχεία της ιστορίας και του μύθου του μεγάλου Έλληνα που υπάρχουν στην περσική λογοτεχνία.

Αλλά και ένα ιδιαίτερα αξιέπαινο πόνημα, αν σκεφτεί κανείς ότι η κα Ιατροπούλου-Θεοχαρίδου μέσα στο διάστημα της διπλωματικής της θητείας στο Ιράν κατάφερε όχι μόνο να μάθει πολύ καλά την περσική γλώσσα, αλλά και να προσφέρει ένα τόσο σημαντικό έργο στα ελληνικά γράμματα και τον πολιτισμό μας, πρόσθεσε ο κ. Κασσίμης εκφράζοντας την ευγνωμοσύνη του προς τη συγγραφέα.

Όπως φαίνεται και από τις σελίδες του βιβλίου, θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς - τόνισε ο υφυπουργός Εξωτερικών - ότι η βαθιά επιθυμία των λαών, που κατέκτησε ο Αλέξανδρος, να τον παρουσιάσουν ως «δικό τους» και να πλάσουν μύθους για να στηρίξουν αυτή την άποψη, δίνει μία ηχηρή απάντηση σε όσους αρνούνται την πολιτιστική και κοινωνική παρέμβασή του και επιμένουν να τον παρουσιάζουν ως έναν ακόμη κατακτητή.

Και πράγματι ο Μεγαλέξανδρος παρουσιάζεται από τους Αιγυπτίους ως απόγονος του Άμμωνα-Ρα, από τους Σύρους ως επιλογή της βασίλισσας Σεμίραμις για σύζυγό της, από τους νοτιοδυτικούς Αφγανούς και τους βόρειους Πακιστανούς ως πρόγονός τους, ενώ τέλος στην Περσία ο μύθος τον θέλει ως πρωτότοκο γιο του Ξέρξη, με μητέρα Ελληνίδα που πήγε να διεκδικήσει το θρόνο του πατέρα του.

Ο όρκος του Μεγαλέξανδρου, κατέληξε ο κ. Κασσίμης, δίνει και μία μεγάλη απάντηση σήμερα για το εύρος μιας μεγάλης μορφής στην ομογενοποίηση όλων μας, καθώς η κατάκτηση είχε έναν ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα, με το σεβασμό της φυλής, της θρησκείας και της παράδοσης του ενός προς τον άλλο. Αρχές που θα ήταν ευτύχημα να έχουμε και σήμερα.

Η προσωπικότητα, η ιστορία και ο μύθος του Αλέξανδρου έχουν απασχολήσει και συνεχίζουν να απασχολούν ερευνητές και συγγραφείς σε ολόκληρο τον κόσμο. Ήδη από το τέλος του 3ου αιώνα π.Χ γράφτηκε ένα έργο για τα κατορθώματά του, ένα κείμενο που έχει χαθεί, αλλά σώζονται οι διασκευές του με την επωνυμία «Μυθιστόρημα του Αλέξανδρου» του Ψευδοκαλλισθένη. Αυτό το «Μυθιστόρημα» έγινε η «μητέρα» αμέτρητων έργων που μεταφράστηκαν σε πάρα πολλές γλώσσες.

Το βιβλίο της Μαριάννας Θεοχαρίδου μελετά και αναλύει τη διαδρομή που ακολούθησε το «Μυθιστόρημα του Μεγαλέξανδρου» για να φθάσει στην Περσία και να αποτελέσει πηγή έμπνευσης και δημιουργίας σε σπουδαίους ποιητές, όπως ο Φερντοσί και ο Νιζαμί, σε δύο σπουδαία επικά ποιήματα το Σαχ-Ναμέ και το Εσκεντάρ- Ναμέ που τον παρουσιάζουν μέσα από χιλιάδες στίχους ως Πέρση βασιλιά.

Ο Μέγας Αλέξανδρος με την ενσωμάτωσή του - μέσω του Σαχ-Ναμέ - στην περσική ιστορία, επισημαίνει η συγγραφέας, αγαπήθηκε και υμνήθηκε όσοι λίγοι Πέρσες βασιλείς ευτύχησαν ανά τους αιώνες να αγαπηθούν και να υμνηθούν από τους συμπατριώτες τους. Την απήχηση που είχε, την βλέπουμε κατά κύριο λόγο στις αμέτρητες μινιατούρες, τα πολλά έργα λαϊκής τέχνης που καλύπτουν ένα μεγάλο φάσμα. Ο Αλέξανδρος έγινε καλλιτεχνικό θέμα για χαλιά, μπρούντζινα αντικείμενα, πίνακες, κοσμήματα, εικόνες των οποίων μπορεί κανείς να θαυμάσει στο βιβλίο μέσα από τις σελίδες του οποίου ξετυλίγονται εκπληκτικές ιστορίες.

Η αξία του βιβλίου αυτού εκτός από ιστορική, επιστημονική αλλά και αφηγηματική, είναι και ότι γίνεται ένας ακόμη συνδετικός κρίκος ανάμεσα στο χθες και το σήμερα για τους λαούς των δύο χωρών. Διότι, όπως επισήμανε ο μορφωτικός σύμβουλος της πρεσβείας του Ιράν στην Αθήνα Ρεζά Νταρμπαντί, η διανόηση, ο πολιτισμός, η θρησκεία και τα οράματα κάθε λαού αντανακλώνται στα λογοτεχνικά του έργα και η μελέτη των έργων αυτών βοηθά στην περαιτέρω γνωριμία των λαών.

ANA.MPA

Dr Mariana Iatropoulou - Theocharidou


Ο Μέγας Αλέξανδρος
Ιατροπούλου - Θεοχαρίδου, Μαριάννα

Η Μαριάννα Ιατροπούλου Θεοχαρίδου, από τα φοιτητικά της χρόνια, στο Τμήμα της Γερμανικής Φιλολογίας, έδωσε σαφή δείγματα των επιστημονικών της ανησυχιών, καρπός των οποίων ήταν η συγκριτική έρευνα: "Η γυναίκα στη ζωή και στο έργο τον Γκαίτε και τον Καζαντζάκη ".
Το Βιβλίο Διατριβή της στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών για τον Μέγα Αλέξανδρο και την υποδοχή του από την Περσική Λογοτεχνία του 10ου και του 12 αι. μ.Χ. φέρνει στο φως μια θαυμάσια ανακάλυψή της και το αποτέλεσμα των επίπονων ερευνών της έδειξε ότι κατέχει την επιστημονική μέθοδο αλλά και το ένστικτο της ερευνήτριας σε πολύ μεγάλο βαθμό.
Η συμβολή αυτού του βιβλίου στην ελληνική και παγκόσμια βιβλιογραφία γύρω από τον Μέγα Αλέξανδρο είναι πολύτιμη. Και είναι βέβαιο ότι αυτό το βιβλίο θα αποτελέσει αφορμή για νέες προσεγγίσεις όχι μόνο στο θέμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου αλλά και των Ελληνο-Περσικών σχέσεων σε πολιτιστικό επίπεδο, αφού από τους μεγαλύτερους Πέρσες ποιητές ο Μέγας Αλέξανδρος έγινε αποδεκτός με τιμές.
Με το θαυμάσιο αυτό βιβλίο η Μαριάννα Θεοχαρίδου ανοίγει ένα παράθυρο Ελληνο-Ιρανικής συνεννόησης μέσα από το κυριότερο σύμβολο του Ελληνισμού τον Μέγα Αλέξανδρο και την ανά τους λαούς διαχρονική του πορεία μέσα από τη μνήμη και την κατάθεσή της σε έργα πολιτισμού και τέχνης. (Μαρία Μαντουβάλου, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Νεοελληνικής Φιλολογίας Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών)

Monday, December 3, 2007

Aspects of Interlanguage Contact:Greek and Australian Enlish από Γιώργο Καναράκη -

Aspects of Interlanguage Contact
Greek and Australian English


George Kanarakis


Abstract

Linguists accept that no languages, the users of which have come into contact with one another, are completely pure and free of transferred and borrowed language forms. Interlanguage transferences and borrowings, therefore, are considered a natural, universal phenomenon, and not accidental.
This paper aims at providing a cohesive account of the linguistic situation which has resulted from the interlanguage contact between Greek and Australian English. It will focus on two essential aspects: the impact of Australian English upon Greek in the immigrant context of Australia, and the influence of Greek upon Australian English. To present a more comprehensive picture, it will examine both direct and indirect influences, as well as their impact on different levels of language analysis (mainly phonological, morphological, and lexical), illustrated by a variety of oral and written (including literary) examples.



Introduction
A language does not develop just through its own means, but also through the influence exerted on it, to various degrees, by other languages through the bilingual and multilingual individuals of the different language communities. Linguists accept that no language is pure and free of borrowed forms. This is why borrowings are, and must be considered, a natural and therefore universal phenomenon. The French linguist Louis Guilbert claims that “borrowing is a lingustic phenomenon the study of which goes hand in hand with the history of the development of a language” (Guilbert, 1975:46). What is considered by the broader public as the influence of one language upon another, is regarded by the experts as “external linguistic borrowing”, in contrast to “internal linguistic borrowing”, that is absorption of elements by a social group or class into another within the environment of the same language or dialect. So, “external linguistic borrowing” is the acceptance and embodiment of linguistic structures (forms) and meanings (content) from one language into another, which makes use of them either unadjusted or adjusted, partially or wholly, at all levels of language analysis: phonological, graphemic, morphological, syntactic, and lexical.
With regard to the adjusted loan words of a language versus the unadjusted ones, the former constitute the majority. A contributing factor is that many of the loan words, although during the initial period of their history within the environment of the receiving language they are unadjusted, later become adjusted (partially or totally) into the system of that language.
In general, borrowed or loan words usually function according to the rules of the receiving language and they often create derivatives or compound words:

Words adjusted to the Greek inflectional language system
Singular Plural
Latin porta > Greek πόρτα — πόρτες
French stylo > Greek στυλό — στυλό ~ στυλά
στυλός — στυλοί
French limousine > Greek λιμουζίνα — λιμουζίνες

Derivatives and compound words
Loan words Derivatives
French retouche > Greek ρετούς ρετουσάρω, ρετουσάρισμα
English shorts > Greek σορτς σορτσάκι

Loan words Compound words
English humour > Greek χιούμορ ψευτοχιούμορ
Latin cannata > Greek κα(ν)νάτα κρασοκανάτας

The causes of interlanguage borrowing are diverse, comprising broad nets which in turn constitute a variety of categories, such as:
social (immigration, long residence in another country, social prestige, exhibitionism, etc.)
politico-military (occupation, colonisation, etc.)
economic (commerce, trade, etc.)
cultural (education, new technology, science, entertainment, sports, mass communication media, etc.)
religious (expansion of religions, etc.)
psychological
linguistic (internationally established foreign terms, brevity of foreign words in comparison to the corresponding words of the receiving language [τρένο ≠ σιδηρόδρομος etc.)

Usually, the interlanguage borrowing is activated in four main cases:
a. When there are no structures or elements available in the receiving language for covering its new needs (e.g. κοάλα, μπούμερανγκ from Australian English, τσετσέ from African Bantu, φιορδ from Norwegian).
b. When the receiving language lacks suitable structures or elements for absolute, or even satisfactory, coverage (e.g. μουλάς (from Arabic) instead of μουσουλμάνος κληρικός or μπουτίκ (from French) instead of κατάστημα).
c. Because of prolonged aural assimilation, as with individuals living and working in a foreign-language environment (e.g. a Greek-language person living in Australia where the dominant language is English).
d. Because of lack of knowledge of existing Greek words due to the immigrant’s limited Greek education (e.g. χοστέσα (hostess) instead of οικοδέσποινα, αεροσυνοδός, αρχισερβιτόρα).
However, the time comes when the borrowings no longer reflect particular language characteristics of individuals but steady and well established language qualities used by most bilinguals in daily communication, a linguistic communicative medium which, because of its idiosyncracy (native language spoken in a non-native environment under the powerful and continuous influence of the language of the new country) develops into what is known as an “ethnolect”.

The influence of Australian English on Greek
The Greek language in Australia has not escaped the ethnolectic process because it is not the dominant language, but a minority one co-existing with many other minority languages in a multicultural society, the official language of which is (Australian) English.
The degree of the borrowing process naturally varies among bilinguals according to the level of their English language knowledge. Among Greek-born individuals, in general, the better their knowledge of Greek is, in comparison with Australian English, the weaker (or even nil) the influence of Australian English appears when they speak Greek. In contrast, Australian-born Greeks and those whose knowledge of English is better than that of Greek, use more loan words borrowed from Australian English in their Greek-language oral communication. Of course, loan words from Australian English established as steady language elements of the Greek ethnolect of Australia in place of the corresponding Greek words, are used in speech by all, or at least by most Greek Australians:
From English: χιούμορ, κλαμπ, σλόγκαν, ποπκόρν, σουτάρω, etc.
From French: ασανσέρ, ρεστωράν, στυλό, ριφιφί, παρκάρω, etc.
Another interesting observation is that when Greeks or individuals of Greek origin in Australia use loan words borrowed from Greek speakers in other English-language countries (USA, Canada, South Africa, etc.), and therefore belonging to other varieties of English, they are not understood. This is because these borrowings (either adjusted to the Greek language (hellenised loans) or unadjusted) are or derive from English words or meanings not used in Australian English, and are therefore not comprehensible:
From USA English:
bum > μπόμπης ‘derelict (dero)’
elevated (electric) train [the el] > ελεβέτα
quarter (25 cents) > κοράκι
[seating] hostess > χοστέσα ‘waitress in charge’

From Canadian English:
Park Avenue (a road in Montreal) > Παρκαβενέικα
quarter (25 cents) > κοράκι

The influence of Australian English on Greek in Australia is most obvious at least on two language levels, the phonological and especially the lexical, including words and phrase structures.

Phonological level
Phonemes
Many second or third generation individuals of Greek origin pronounce the voiceless stops /p, t, k/ in Greek word initial position with aspiration, that is as / p‛, t‛, k‛/, the trill /ř/ as a retroflex /r/, the velar fricative /χ/ as a glottal fricative /h/, and in some cases the clear alveolar /l/ as a dark alveolar /ł /:
/p‛oté/ ‘never’ instead of /poté/
/t‛únel/ ‘tunnel’ instead of /túnel/
/k‛amíla/ ‘camel’ instead of /kamíla/
/róði/ ‘pomegranate’» instead of /řóði/
/héri/ ‘hand’ instead of /χéri/
/łáði/ ‘oil’ instead of /láði/
Intonation
Many second or third generation Greek Australians (especially women) tend to use intonation patterns of Australian English instead of Greek, particularly in cases of some interrogative sentences (open and wh- questions), where instead of using the Greek intonation pattern 2 – 3 – 3 they use the Australian English 2 – 3 – 1:
Είσαι εκεί; ‘Are you there?’ [open question]
(Pattern: 2 – 3 – 1 instead of 2 – 3 – 3 )
Πώς σε λένε; ‘What’s your name?’ [wh- question]
(Pattern: 2 – 3 –1 instead of 2 – 3 – 3)

Lexical level
The loans on this level can be classified as independent unadjusted words, “hellenised” words and loan translations.
Independent unadjusted loan words
This type of borrowing is noticed mainly among Australian-born Greeks whose English is better than Greek.
το στράϊκ ‘strike’
το ντίγκο ‘dingo’
το πάϊ ‘pie’

In this category of unadjusted loans there are at least two cases which attract the interest of researchers:
i. Ιn Greek-language communication we encounter phrase structures composed of the verb κάνω and an independent English word, most frequently of course unadjusted, although sometimes adjusted as well:
κάνω ντράιβ ‘I drive’
κάνω σάουαρ ‘I shower’
but also κάνω μάπα ‘I mop’
κάνω τσόπισμα ‘I chop’
ii. The second case deals with the phenomenon of simplification which characterises the English inflectional system compared with the more synthetic inflectional Greek one. This is clearly noticed in the Greek surnames. Sometimes an Australian-born Greek is heard to say του κου Πετράκης, του κου Αθανασόπουλος following the uninflected English noun system Mr Petrakis > of Mr Petrakis, Mr Athanasopoulos > of Mr Athanasopoulos.

“Hellenised” words
These are Australian words morphologically adjusted to the Greek inflectional system by acquiring Greek endings. This category seems to be the largest and can be subdivided into three smaller groups:
i. The first group consists of loan words to which a Greek ending is added.
F.e. Melbourne > Μελβούρνη
Adelaide > Αδελαΐδα [Austr. English /àdelaid/]
drive > ντραϊβάρω
agent > ατζέντης
steam > στίμη
basket > μπασκέτα [> μπασκετούλα]
sandwich > σέμιτζα [Aust. English/sǽmidz/]

Note that many one-syllable Australian English loan words in the process of morphological adjustment to the Greek inflectional system become neuter gender nouns with the ending in -ι ~ (pl.) –ια:
bill μπίλ-ι ~ -ια
cake κέκ-ι ~ -ια [> κεκάδικο]
job ντζόμπ-ι ~ -ια
flat φλάτ-ι ~ -ια [ > φλατάκι]
truck τράκ-ι ~ -ια
jar τζάρ-ι ~ -ια [ > τζαράκι]

ii. In the second group the endings of the loan words are substituted by Greek endings according to the Greek gender they have acquired:
television > (το) τελεβίζιο (neut.)
accountant > (ο) ακέοντας (masc.)
Newtown ‘suburb of Sydney’ > τα Νιουτέικα (neut. pl.)
The Australian words, and English words in general, ending in -er belong to this group of borrowings. This is so because, since the pronunciation // of this ending does not exist in the Greek language, the loan words are usually adjusted by taking the Greek feminine gender noun ending -a:
blinker > μπλίνκα
heater > χίτα
hamburger > χαμπούργκα
freezer > φρίζα
but Peter > Πίτας (masc.)

iii. The third group carry a double meaning, one for the Greeks in Australia who speak the ethnolect and another for the Greeks in Australia or Greece who speak Modern Greek Koine:
Greek ethnolect in Australia Modern Greek Koine
stamp > στάμπα ‘stamp’ (for letters) ‘seal’, ‘imprint’
note > νότα ‘bond’, ‘bill’ ‘musical sound’
boot > μπούτι ‘car trunk’ ‘thigh’, ‘leg’ (animal)
deposit > ντεπόζιτο ‘down payment’, ‘bond’ ‘container for liquids’
car > κάρο ‘motor car’ ‘cart’
loaf > λόφος ‘loaf of bread’ ‘high ground’, ‘rise’,
‘hillock’
metre > μήτρα ‘parking metre’ ‘womb’

The hellenisation process should not surprise, simply because it constitutes a common linguistic process resulting from interlanguage contact. After all this happens continually in Modern Greek Koine with the morphological adjustment to the Greek inflectional system of words borrowed from other languages:
Singular Plural
τρένο – τρένα < Italian treno < French train
ταξί – ταξιά < French taxi (first element of the compound word of Greek
origin taximètre ‘ταξίμετρο’ < ‘τάξη’ + ‘μέτρο’)
ράδιο – ράδια < English radio < English radium < Latin radius (first
element of compound Greek origin words, such as
radiophony)
κιμάς – κιμάδες < Turkish kiyma < Turkish verb kiymak ‘I cut’, ‘I chop’
It is interesting that many of these hellenised words are so entrenched in the Modern Greek Koine vocabulary that usually only language experts or linguists detect their foreign origin.

Loan translations
These are words, phrases or even syntactic structures borrowed by Greek from Australian English in translation:
Late night shopping > Αργονυχτιάτικα ψώνια instead of βραδινά ψώνια
Write down > Γράψε κάτω instead of γράψε
I like it > Το (direct object) αρέσω instead of Μου (indirect
object) αρέσει, like το θέλω, το ζωγραφίζω
applying the rule of analogy
I am right > Είμαι σωστός instead of έχω δίκιο

The main language area of these three categories is the oral level. However, they are encountered not infrequently in written texts, and even in the Greek-language literary writings of Australia, reflecting thus the influence of the Australian language mode of communication and of Australian society in general. Moreover, while in the past this influence used to appear only in one literary genre – poetry, particularly satirical poetry – now it is found in all literary genres, and not only in light-hearted writing but serious as well.
Concluding this part of my paper, I would like to challenge an old fallacy which has prevailed in foreign-language teaching and learning. The phonological and lexical borrowed items which end up as deviations from the Greek norm are not, and should not be considered, language mistakes or errors but a natural linguistic adjustment to the receiver language, in this case Greek in the Australian linguistic environment.

The influence of Greek on Australian English
The Greek language may have undergone influences within the Australian socio-linguistic environment but, thanks to its lexical flexibility, its semantic accuracy and its diachronic multidimensional cultural development, and therefore its cultural and linguistic prestige internationally, it has succeeded in developing a steady base of reference and been a continuous source of enrichment of various languages, especially in Europe, and through them in many others in other parts of the world. One such case is Australian English. Australian English, despite its short linguistic history exhibits interesting Greek influences, in many cases unique, as well as characteristic of its own independent sociocultural and historical structure. These influences are found in many fields, including the scientific (botany, zoology, medicine, etc.), the military, the social, the geographical, tourism, and immigration.
Many of the loans are indirect due to the historical origins of Australian English, especially its connection to British English, but also from its contact in modern times with other varieties of English, such as American English, while other loans are direct because of the Greek immigration and settlement in this country.
Indirect loans in Australian English from Greek, especially through British English, constitute material charged with a multidimensional spectrum of cultural, social, political and ecclesiastical meanings and concepts, a fact which undoubtedly has played a significant role in the linguistic flexibility and lexical richness, initially of British English, and later of Australian English.
Here, it is worth noting that some lexicographers often erroneously credit loans to the Latin language instead of to Greek. According to the lexicographer John Smock
the relative contributions of Latin and Greek to the English vocabulary had come to be misunderstood greatly to the disadvantage of Greek. The circumstance that Greek words are commonly […] represented in dictionaries as taken from Latin and New Latin, tends to obscure the fact that most learned Latin words were taken from Greek and in the chief Latin authors were commonly used as alien words, in the best old manuscripts usually without transliteration. They were Latin in about the same sense that blasé, contretemps, and nouveau riche are English (Smock, 1931: xii)..
Regarding direct Greek loans in Australian English, a notable source has been the long Greek immigration to this country. Among the direct loans there are words borrowed by Australian English mainly in the 1950s and 1960s and onwards on everyday matters, such as foodstuffs and meals (fet(t)a, filo/phyllo (pastry), kalamari, souvlaki, taramosalata, etc.), beverages (ouzo, retsina), entertainent (bouzouki), handicraft (flokati), etc. In the case of direct Greek loans there are also the words which pre-existed in British English but acquired new meanings in Australian English, as well as those directly borrowed to render, for example, names of plants, animals and phenomena exclusively Australian.
All this linguistic polymorphism, carrying the mark of direct and indirect Greek influence, covers diachronically the entire course of the history of Australia as a nation, and at the same time exhibits influences not only from Modern Greek but also largely from Ancient Greek (words and word stems). In general, the Greek borrowings by Australian English, are obvious mainly on the morphological and the lexical levels.

Morphological level
Synthesis
Combination of Greek elements
Greek Adjective + Greek Noun > Australian English Noun
έρημος + φύλλα > eremophyla (bush of very dry areas
of Australia, known as “poverty bush”) [1810]

Combination of Greek with a non-Greek element
Greek Noun + English Noun > Australian English Noun
Λύρα + bird > lyre-bird [1824]

Compound words the components of which are linked with the connective vowel -o-
English Noun + -o- + Greek Noun > Australian English Noun
coal + -o- + πόλις > coalopolis (term attributed to the
Australian city of Newcastle) [1891]

Combination of synthesis and suffixation
Greek Noun + Latin Noun + Greek suffix > Australian English Noun
τένων + synovia/sinovia (liquid greasing the joints and tenons) + -ίτις
> tenosynovitis (teno) [1984]

Derivation
Apart from the derivational processes of prefixation and suffixation for the formation of new words (based on Greek loans) in English in general, the process involved in the production of exclusively Australian English words is abbreviation.
anabranch [1834] < anastomosing branch (branch of a
river linking two tributaries)
octo [1912] or ocky [1968] < octopus
acca or acker [1977] < academic
eucy or euky [1977] < eucalyptus oil

Lexical level
Independent loans
Australian English has borrowed many independent Greek words either directly from Greek or indirectly through other languages, and in both adjusted and unadjusted forms. An example of an adjusted loan directly from Greek is cleft-y/-ie or clift-y/-ie ( < κλέφτης < κλέπτης < κλέπτω) [1918] which entered the Australian lexicon with the Australian soldiers who returned from World War I. An adjusted Greek loan borrowed indirectly through Latin is the word monotreme ( < New Latin monotrema < Greek μονό- + τρήμα ‘hole’) [1835].
Australian English adopted a number of unadjusted loans borrowed directly from Greek, mainly during the twentieth century, and especially after World War II. They entered the Australian English vocabulary mainly through Greek immigrants to Australia, but also through Australians who spent some time in Greece as tourists (taramosalata, dolmades, fet(t)a, souvlaki, kalamari, ouzo, flokati, etc.).In contrast, unadjusted loan words from Greek which entered Australian English before the mid-twentieth century are mainly scientific terms (zoological, botanical, etc.). Several Greek names (anthroponyms, mythological names, names of places, trees, plants, etc.) have been borrowed in the course of time by Australian English, enriching its lexicon. Such names have been given to Australian towns and topographic features (mountains, lakes, rivers, etc.), even to people as their first names. Some examples are: Diamantina, Pelion, Olympus, Achilles, Labyrinth, Acacia, Acheron, Calliope, Hector, Mysia, Scamander, Macedon, Theodore, etc.
Here an idiosyncratic point is the problem which the polysyllabic Greek anthroponyms create when borrowed by Australian English. Their pattern is that, like most Greek words, they consist of two or more syllables, in comparison with the English anthroponyms (like most English words in general) which usually consist of one or two syllables. The result, to facilitate communication with English speakers who find polysyllabic words difficult to pronounce, is the tendency of Australian English either to abbreviate the Greek name by cutting down several syllables in the process of Australianisation or to translate them.

Κωνσταντίνος becomes Con
Καλλιόπη becomes Callie
Αθανάσιος becomes Athas
Καλογερόπουλος becomes Kalos
Ραφτόπουλος becomes Rafty
whereas,
Τραμουντάνας becomes North
Αγγελής becomes Angel
Ραφτόπουλος becomes Taylor
Διαμαντής becomes Diamond
Γεωργαντόπουλος becomes Georgeson

Many Greek botanical and zoological names have been borrowed indirectly through Latin:
acacia (Term for a family of trees in Australia [1903]) < Latin acacia < most probably from Ancient Greek ακακία ‘harmlessness’ < adj. άκακος ‘harmless’
epacris (Small Australian bush or tree [1804]) < New Latin epacris < Greek επ(ι)- ‘upon’ + άκρις ‘edge’
eucalyptus (“Eucalyptus tree” is the earliest Greek loan of Australian English I have located [1788]) < New Latin eucalyptus < Greek ευ- ‘well’ + καλύπτω ‘cover’
menura (Australian bird with crescent spots on its tail [1800]) < New Latin menura < Greek μήνη ‘crescent’ < μην (-ας) (original meaning ‘moon’) + ουρά.

Semantic neologisms
Some semantic neologisms of Greek origin in Australian English are the terms “platypus”, “echidna” and “Eureka”.
The term “platypus”, ‘flat-footed person’ < πλατύς + πους), was borrowed directly by Australian English to indicate the semi-aquatic burrowing monotreme mammal of Australia [1799].
The term “echidna” (the animal originally known as “spiny anteater”) is a Greek loan word (έχιδνα < έχις ‘snake’) which Australian English borrowed indirectly through Latin (echidna). Like the platypus, the echidna is a monotreme mammal of Australia.
The term “Eureka”, Archimedes’ famous exclamation when he discovered the law of upward force in fluids, in Australian English became the place name of the gold mine in Victoria [1853] where an armed clash took place between gold miners and the British army [1854]. In addition, since the second half of the twentieth century, this term is also associated with the republican movement in Australia.

Conclusion
This paper has attempted to comprehensively account for the situation resulting from the interlanguage contact between Greek and Australian English over time, directly and indirectly, in oral and written communication on different levels of language analysis (phonological, morphological and especially lexical).
It is hoped that it has amply clarified that the phenomenon of interlanguage borrowing is a natural as well as an age-old process among languages in contact. Finally, interlanguage borrowing, as long as it is not the result of blind imitation, fashion or mindless “progressiveness”, does not destabilise or undermine the identity of a language. On the contrary it reveals an opening towards the cultures of other peoples, as well as a willingness for exchange of meanings, ideas and learning in general. This brings to mind Tappolet’s relevant distinction – referring in particular to interlanguage lexical borrowings – between “emprunts de necessité” and “emprunts de luxe” (in Haugen, 1956:60).

ENDNOTES
*This article was first published in E. Close, M. Tsianikas, G. Couvalis, eds., Greek Research in Australia: Proceedings of the Biennial International Conference of Greek Studies. Adelaide: Flinders University, 2007: 211-222.
For an analysis of the language levels and their functional relation to the language skills (acoustic comprehension, speech, writing, reading) of a language, see Kanarakis, 1974: 28-36.
2 The word “bum exists in Australian English as well, but it means “rear, bottom”.





Bibliography

Guilbert, 1975
Louis Guilbert, La Créativité Lexicale. Paris: Larousse.
Haugen, 1956
Einar Haugen, Bilingualism in the Americas: A Bibliography and Research Guide. Publication of the American Dialect Society, No. 26. Alabama: University of Alabama Press.
Kanarakis, 1974
Γιώργος Καναράκης, Η φωνολογική παρεμβολή της Νέας Ελληνικής γλώσσης κατά το αγγλιστί γράφειν. Δημοσιεύματα «Βιβλιοθήκης Σοφίας Ν. Σαριπόλου», αρ. 24. Εν Αθήναις: Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήμιον Αθηνών, Φιλοσοφική Σχολή.
Smock, 1931
John C. Smock, The Greek Element in English Words, ed. Percy W. Long. New York: The Macmillan Company.