Thursday, January 20, 2011

Θόδωρος Δημοσθ. Παναγόπουλος -Thodoros Demosth. Panagopoulos


Ο Θεόδωρος Παναγόπουλος γεννήθηκε στο Καλλιάνοι Κορινθίας και ζει στην Κρήτη. Σπούδασε Νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και μετά τις σπουδές του εισήλθε στο δικαστικό σώμα, στο οποίο υπηρέτησε για πολλά χρόνια ως δικαστής της Τακτικής Δικαιοσύνης. Υπήρξε επίσης μέλος του Δικηγορικού Συλλόγου Ηρακλείου. Τα πνευματικά του ενδιαφέροντα κινούνται γύρω από τα θέματα της Ιστορίας, της Θρησκειολογίας και των Κοινωνικών Επιστημών. Σχετικά άρθρα και δοκίμιά του έχουν δημοσιευθεί σε περιοδικά των Αθηνών και σε εφημερίδες.

Τα Ψιλά Γράμματα της ιστορίας - Θόδωρος Δημοσθ. Παναγόπουλος




Η Επανάσταση τού 1821 είχε όλα όσα πρέπει να έχει μία επανάσταση, που σέβεται τον εαυτό της: ίντριγκες, δολοπλοκίες, χρήμα, δολοφονίες και... ενδιάμεσα να παραπαίουν τα αγνά αισθήματα ολίγων ρομαντικών. Ένα μεγάλο μέρος αυτών εσκεμμένα αποκρύπτεται από την επίσημα διδασκόμενη Ιστορία. Στο βιβλίο αυτό ο συγγραφέας ανασύρει τις αποκρυμμένες αυτές πτυχές τής Επανάστασης, που αποκαθηλώνουν πολλούς κατασκευασμένους ήρωες τής Ρωμιοσύνης.

Επιλέγουμε δειγματοληπτικά μερικά χαρακτηριστικά αποσπάσματα:


Λόρδος Βύρων:
Περιφρονώ τη φυλή των Ελλήνων
Λόρδος Βύρων: πως έλαμψε διά τής απραγίας του και τον θαυμάσαμε γι αυτό: «Η περίπτωση τού λόρδου Βύρωνα είναι μια άλλη απόδειξη τής ομαδικής παράνοιας, που χαρακτήριζε και χαρακτηρίζει ακόμη τους νεοέλληνες από την Επανάσταση μέχρι τις ημέρες μας. Πρόκειται για μια ομαδική αυθυποβολή σε ό,τι εκάστοτε "γυαλίζει", που το λατρεύουν, το μυθοποιούν, το αναγάγουν σε ένα είδος φετίχ και το προσκυνούν. Μόνο με καθαρά ψυχιατρικούς και ψυχολογικούς όρους μπορεί να ερμηνευθεί η στάση αυτή του πλήθους, ή σωστότερα τής πλειοψηφίας τού πλήθους...

»Δεν χρειάστηκαν να περάσουν περισσότερο από τρεις μήνες και δέκα ημέρες παραμονής τού Βύρωνα στο Μεσολόγγι, για να δημιουργηθεί ο αστερισμός του. Όσο, όμως, και αν έψαξα δεν μπόρεσα να βρω, γιατί ο Άγγλος αυτός ευπατρίδης, που ήρθε στην Ελλάδα και έμεινε μόνο τρεις μήνες, ηρωοποιήθηκε και μυθοποιήθηκε τόσο πολύ, ώστε να θεωρείται ως ένας από τους εθνικούς μας ήρωες, τού οποίου την (ανύπαρκτη) δράση διδασκόμαστε από την πρώτη Δημοτικού, τού έχουμε στήσει παντού προτομές και αφιερώσει πλατείες και δρόμους στο όνομα του! Ο Αγγλος λόρδος, δεν πέθανε μαχόμενος για την ελευθερία των Ελλήνων. Απλώς πέθανε, όπως τόσος κόσμος καθημερινά, από αρρώστια, κάποιος μάλιστα γιατρός, είπε, ότι πέθανε από σύφιλη. Δεν τραυματίστηκε, ούτε καν συμμετείχε σε κάποια μάχη με τους Τούρκους, δεν εμπόδισε έοπω κάποια εθνική καταστροφή, ούτε ουσιαστικά βοήθησε τον αγώνα με κάποιον άλλο τρόπο. Εκτός αν θεωρηθεί βοήθεια προς το αγωνιζόμενο έθνος, ότι δάνεισε στον Μαυροκορδάτο, με τόκο τέσσερεις χιλιάδες λίρες, που ο τελευταίος χρησιμοποίησε στο εμφύλιο πόλεμο, για να καταστείλει την "ανταρσία" τού Μοριά...

»Όλες οι περιγραφές, που δίδονται γι΄ αυτόν συμφωνούν, στο ότι επρόκειτο για έναν κακομαθημένο, εγωιστή, επιπόλαιο, ευφάνταστο, μεγαλομανή, πεισματάρη, αλκοολικό και εκκεντρικό αριστοκράτη.

»...Παντού διαδόθηκε, ότι φέρνει “μιλιούνια” τις λίρες και οι πάντες -πλην τού Κολοκοτρώνη- σπεύδουν να επωφεληθούν και κάποιοι άλλοι δεν ξεχνούν να τού τάζουν “άφθονες παρθένες, αμέτρητες σαν τα βατόμουρα”. ;Eρχεται στην Ελλάδα με τη ματαιοδοξία και τη φιλοδοξία, να γίνει βασιλιάς της ή πρόεδρος της Δημοκρατίας, ή το λιγότερο στρατηγός. Είχε εξομολογηθεί στους φίλους του, ότι εάν οι Έλληνες, μετά την απελευθέρωσή τους, τού πρότειναν τo θρόνο τής Ελλάδος, δεν θα τον αρνιόταν. Έχει κιόλας προμηθευθεί από τούς ράφτες τής Γένοβας πολύχρωμες, -πράσινες, χρυσές, πορφυρές- στρατιωτικές στολές, στολισμένες με μαλαματένια και ασημένα σειρήτια, πλούσιες επωμίδες και πολεμικά καπέλα. Είχε τρεις περικεφαλαίες χρυσοποίκιλτες και δέκα σπαθιά. Όταν έβγαινε περίπατο, τον συνόδευαν εννιά υπηρέτες με πέντε άλογα και τον ακολουθούσε ένας μαύρος Αιθίοπας, ως θαλαμηπόλος. Το παρουσιαστικό του δεν είχε τίποτε το επιβλητικό. “Το μέτωπο του ήταν λευκό σαν αλάβαστρος. Τα κάπως θηλυκά χαρακτηριστικά του μετριάζονταν από το μουστάκι που έτρεφε -καστανό ανοιχτό- και το γενάκι του. Τα μάτια του, με βολβούς, που πρόβαλλαν από τις κόχες, ήταν βαθιά γαλάζια. Είχε μια θηλυκότητα στην έκφραση του”. (James Beowne, Voyage from Leghorn to Cephalonia with Lord Byron, Edinburgh, 1834, σελ. 56).


»Απ΄ ό,τι φαίνεται, για τους Έλληνες δεν έτρεφε και τα καλύτερα των αισθημάτων. Μάλλον φιλότουρκος ήταν, παρά φιλέλληνας: “Οι Έλληνες”, έγραψε σε φίλο του, “είναι ίσως ο πιο διεφθαρμένος, ο πιο εκφυλισμένος λαός τού κόσμου. Με την επανάστασή τους αποκάλυψαν τον πραγματικό τους χαρακτήρα. Είναι η πιο ματαιόδοξη και η πιο ανειλικρινής φυλή τής γης, μία χημική ένωση από όλα τα ελαττώματα των προγόνων τους. Σε αυτά πρέπει να προσθέσεις και τα ελαττώματα των Τούρκων και των Εβραίων. Και όλα αυτά ανακατεμένα σε ένα τσουκάλι δουλείας”.

»Σε κάποιον άλλο είχε πει: “Μ΄ αρέσουν οι Έλληνες. Είναι γοητευτικοί κατεργαρέοι με όλα τα ελαττώματα των Τούρκων, αλλά χωρίς το θάρρος τους. Μου αρέσει η υπόθεση τής ελευθερίας τού ελληνικού έθνους, μόνο που περιφρονώ τη σημερινή φυλή των Ελλήνων. Τους λυπάμαι, αλλά δεν πιστεύω πως είναι καλύτεροι από τους Τούρκους. Πιστεύω μάλιστα, ότι σε πολλά τους ξεπερνούν οι Τούρκοι”.


»Ένας συγγενής του γράφει: “Ο λόρδος Μπάυρον ούτε έδειξε ούτε ένιωσε ποτέ μεγάλο ενθουσιασμό για τους Έλληνες. Ήταν έτοιμος να θυσιάσει χρήματα, ασχολίες και απολαύσεις στον βωμό τής ελευθερίας, αλλά σ΄ αυτό μπορεί κανείς να διακρίνει δίψα για δύναμη και δόξα και όχι προσήλωση στις αρχές τής ελευθερίας”» (σελ. 170-176).

Όταν ο λόρδος Βύρων ανέβηκε στην Ακρόπολη το 1809, αντίκρυσε με αδιαφορία τον Παρθενώνα. Οι παρατηρήσεις του ήταν αντάξιες των πρακτικών συλλογισμών τού υπηρέτη του, Φλέτσερ. Μόνο ο φίλος τού Μπάυρον, ο λόγιος Χομπχάουζ, ξεχώρισε ανάμεσα σ΄ αυτόν τον εκπληκτικό αρχοντοχωριατισμό τής αγγλικής συντροφιάς: “Ο Μπάυρον και ο Χομπχάουζ ανέβηκαν στην Ακρόπολη προσφέροντας στον οθωμανό διοικητή τσάϊ και ζάχαρη. Βρήκαν θαυμάσια υποδοχή από τον πειναλέο αυτό υπάλληλο, που από τα εκατόν πενήντα πιάστρα τού μισθού του έπρεπε να πληρώνει και τους στρατιώτες του. Τους σεργιάνισε ανάμεσα στα λευκά ερείπια των ναών.

- Ω, μάϊ λόρντ, είπε ο Φλέτσερ. Τι ωραία τζάκια θα κάναμε μ΄ όλο αυτό το μάρμαρο!

- E λοιπόν, είπε ό Χομπχάουζ, δείχνοντας το ναό, να κάτι πραγματικά μεγαλόπρεπο.

- Αυτό μοιάζει περισσότερο με το Δημαρχείο τού Λονδίνου, απάντησε ψυχρά ο Μπάυρον” (Αndre Maurois, Byron, σελ. 135).


Τριπολιτσά: Πολιορκία, αλισβερίσι,
ξολοθρεμός, φρίκη, πλιάτσικο.
Η πολιορκία τής Τριπολιτσάς ελάχιστα είχε να κάνει με μάχες. Έλαβαν χώρα διαπραγματεύσεις για το ποιοι από τους -πλούσιους- πολιορκημένους θα πληρώσουν τούς πολιορκητές, για να βγουν από την πόλη. Εν τω μεταξύ η Τρίπολη ήταν σε κακά χάλια, με πτώματα σε αποσύνθεση στους δρόμους, έλλειψη νερού και τροφής, τα οποία εμπορεύονταν οι πολιορκητές. “Ξολοθρεμός και φρίκη”, το τίτλος τού κεφαλαίου:

«Οι δρόμοι ήταν γεμάτοι από πτώματα σε αποσύνθεση. Οι Έλληνες ορμούσαν κατά μάζες από όλα τα σοκάκια. Το αίμα έτρεχε από όλες τις μεριές, όταν μπήκαμε στην πολιτεία. Αδύνατη η περιγραφή. Βλέπαμε να εκσφενδονίζονται από τα παράθυρα γυναίκες, κορίτσια και παιδιά. Οι στρατιώτες διεκδικούσαν με λύσσα την είσοδο στα πλουσιόσπιτα. Ολόκληροι τοίχοι γκρεμίζονταν, καθώς χυμούσε επάνω τους το μανιακό πλήθος, λες και ήταν αρχαίος πολιορκητικός κριός. Οι πυρκαγιές φούντωσαν από παντού. Κόλαση φωτιάς και αίματος. Η ζέστη τής φωτιάς διπλασίαζε την κάψα τού ήλιου. Ατέλειωτο ντουφεκίδι. Κραυγές ετοιμοθάνατων, άγρια ξεφωνητά των νικητών...

»Ένας νομός μόνο κυριαρχούσε, ο νομός τής καταστροφής, ένα σύνθημα, το σύνθημα τής σφαγής. Και μέσα σ΄ όλα αυτά, πυρκαγιά φούντωσε και αποτέφρωσε το σεράι. Οι γυναίκες τού χαρεμιού παραδόθηκαν από τους Αρβανίτες στο σώμα τού Αναγνωσταρά. Τις οδήγησαν σε έναν κήπο. Εκεί πήγαν και τους επίσημους Τούρκους. Όσοι δεν είχαν αξίωμα σφάχτηκαν ή ρίχτηκαν στις φλόγες. Οι δερβίσηδες μιας μουσουλμανικής σχολής, που αντιστάθηκαν, κατακρεουργήθηκαν και τα μέλη τους διασκορπίστηκαν παντού...» (σελ. 37-38).



Τα στρατιωτικά διπλώματα τού Κωλέττη
«Υπηρέτες, ιπποκόμοι, “τσιμπούκ ογλάν”, αρχόσχολοι και τυχοδιώκτες, προβιβάζονταν σε αντιστράτηγους και χιλιάρχους με μεγάλους μισθούς. Ο καπετάν Στουρνάρης ζητάει από τον Μαυροκορδάτο βαθμούς για όλους τους συγγενείς του: “Νά γράψεις εις την Κεντρική Διοίκησιν να μας έρθουν τα διπλώματα, καθώς κάτωθεν σού τα γράφω, ότι με αυτό συμφώνησε όλο το σπίτι και να κάνωμε τέρατα και σημεία! Η αντιστρατηγία εις τον υιόν μου, Γιαννιό, η στρατηγία τού χιλιάρχου Γρηγόρη, χιλιαρχία τού αδελφού μου, Στέριο, χιλιαρχία τού εξαδέλφου μου Γιακωβάκη”. Ο Στουρνάρης ζήτησε είκοσι πέντε διπλώματα και τα πήρε. Ακόμη και ο ίδιος ο Κασομούλης ομολογεί, ότι πήρε δίπλωμα χιλίαρχου. Αναφέρεται μάλιστα και ένα απίστευτο περιστατικό. Όταν ο Ιμπραήμ κατέλαβε τη Σφακτηρία, έσφαξε, μεταξύ άλλων, και τον υπηρέτη τού Μαυροκορδάτου, στις τσέπες τού οποίου βρέθηκαν 300 λίρες εγγλέζικες και βενετικά φλουριά. Είχε δίπλωμα αξιωματικού!» (σελ. 150).



Ο Κωλέττης σπαταλά το αγγλικό δάνειο
«Πεινασμένοι, ρημαγμένοι, γυμνοί, ξυπόλυτοι, ενδεείς, κατακρεουργημένοι από Τούρκους και Ρουμελιότες, οι άτυχοι Μοραΐτες, έχασαν πια κάθε ελπίδα, ότι μπορούσαν να συνεχίσουν τον αγώνα. Ήλπιζαν, ότι το αγγλικό δάνειο θα εχρησιμοποιείτο αποκλειστικά για τις ανάγκες τού Αγώνα και βλέπουν να το σπαταλά ασυνείδητα ο Υπουργός Πολέμου, ο “μινίστρος” τού Πολέμου, Κωλέττης, για την εξαγορά των συνειδήσεων και την εξόντωση των ηγετών τους. Αντί να διαθέσει το αγγλικό δάνειο, το οποίο θα το πλήρωνε και το πλήρωσε ο επαναστατημένος ραγιάς, για τις πολεμικές ανάγκες τής επαναστατημένης πατρίδας, το διέθετε για να διασπάσει τον εθνικό αγώνα, τη στιγμή μάλιστα, που ο Ιμπραήμ τής Αιγύπτου, είχε βάλει ρότα για τις Πελοποννησιακές ακτές. Αυτό το άθλιο υποκείμενο, δεν το ενδιέφεραν οι Τούρκοι και οι Αιγύπτιοι, ούτε στη φάση αυτή η ελευθερία τής πατρίδας. Τον απασχολούσε το πώς θα εξουδετερώσει τους στρατιωτικούς και τους καπεταναίους, που ήσαν οι μόνοι λαοφίλητοι ηγέτες, ώστε να κυριαρχήσει η φατρία του και αυτός να αναγορευθεί αρχηγός και σωτηράς τού έθνους» (σελ. 151).


Ο άδοξος θάνατος τής Μπουμπουλίνας
Στις 23 Μαΐου 1825 η πιο γνωστή γυναίκα του Αγώνα σκοτώνεται στις Σπέτσες. Να πώς περιγράφει στο ημερολόγιο του ο Ιταλός συνταγματάρχης Giacinto Colegno τον θάνατό της: «Ένας από τους γυιους της είχε ερωτευθεί την κόρη κάποιου ψαρά και ήθελε να τη στεφανωθεί, παρά τις σφοδρές αντιρρήσεις τής μάνας του. Τι κάνει, όμως, η Μπουμπουλίνα; Βρίσκει ευκαιρία, που ο γυιός της έλειπε σε εκστρατεία καπετάνιος σε καράβι και καλεί την κοπέλα στο σπίτι της, για να της πεί δήθεν, ότι είναι σύμφωνη με το γάμο. Αλλά μόλις μπήκε μέσα η κοπελιά, αμπαρώνει την πόρτα και απειλεί το κορίτσι με θάνατο, αν δεν παντρευτεί αμέσως έναν από τούς υπηρέτες της. Εκείνη αρχίζει να κλαίει και να φωνάζει απελπισμένα. Ακούει ο κόσμος τις φωνές, τρέχει και πολιορκεί το σπίτι. Ανάμεσα στο πλήθος και ένας αδελφός τού κοριτσιού, που οπλισμένος απειλεί να σπάσει την πόρτα, αν δεν αφήσουν ελεύθερη την αδελφή του. Τότε η Μπουμπουλίνα αγριεμένη προβάλλει στο παράθυρο και λέει, ότι στο σπίτι της αυτή είναι αφεντικό και μπορεί να κάνει ό,τι θέλει. Ο αδελφός πυροβολεί και η Μπουμπουλίνα πέφτει νεκρή». (Diario dell΄ assedio di Navarino, σελ. 312).


Η φυλακή τής Αρχιεπισκοπής
για τους πιστούς, που όφειλαν στην Εκκλησία
«Ο βοεβόδας και ο καδής απέφευγαν κάθε ανάμειξη στις διαφορές μεταξύ των Ελλήνων. Αυτές τις δίκαζε ο αρχιεπίσκοπος Αθηνών, τού οποίου η τοπική αρμοδιότητα έφθανε μέχρι τη Βοιωτία και την Κόρινθο και ο οποίος είχε στη δικαιοδοσία του 36 εκκλησίες και 200 εξωκκλήσια, το καλύτερο και μεγαλύτερο σπίτι στην Αθήνα, με μεγάλη αυλή και μεγάλο περιβόλι και... μία φυλακή, για να φυλακίζει όσους καθυστερούσαν την καταβολή τής εκκλησιαστικής εισφοράς, όπως φυλακίζονται σήμερα οι οφειλέτες τού ΙΚΑ και τού ΤΕΒΕ, για υπεξαίρεση ασφαλιστικών εισφορών.

»“Πλάι στην κατοικία του υπήρχε φυλακή για τον εγκλεισμό των παραβατών. Μπορούσε να τους τιμωρήση με ξυλοδαρμό και σε ορισμένες περιπτώσεις να τους καταδικάση σε θάνατο”. (John Hobhouse, Recollections of a long life, London, 1909, τ. 1, σελ. 248). Έτσι μπράβο. Να μην μπορεί να σφάξει ο τσοπάνος ένα αρνί από το κοπάδι του; Από πότε μπορεί να ισχύει μία τέτοια απαγόρευση; Για να σοβαρευτούμε όμως, τα δικαιώματα αυτά δεν ήταν φανταστικά, αλλά απόρροια των προνομίων, που παραχώρησε ο σουλτάνος στον κλήρο. Σύμφωνα με τα σουλτανικά διατάγματα, τα πατριαρχικά και επισκοπικά δικαστήρια είχαν πολιτική και ποινική δικαιοδοσία και αρμοδιότητα. Ειδικά ο πατριάρχης “εδικαιούτο χάριν των τής εκκλησίας αναγκών, και να φορολογή ου μόνον τον κλήρον, αλλά και τους λαϊκούς και να συντηρή αστυνομικούς στρατιώτας η γενιτσάρους εν τη υπηρεσία αυτού, όπως διευκολύνει μεν την είσπραξιν, εκτελεί δ΄ απευθείας τας αποφάσεις αυτού, εξ΄ ου και ιδίας φύλακας εδικαιούτο να έχη.”

»Σήμερα τέτοιες αρχιεπισκοπικές φυλακές δεν χρειάζονται. Κράτος και Εκκλησία είναι το ίδιο πράγμα στη σημερινή Ελλάδα. Άλλωστε, ο σημερινός αρχιεπίσκοπος Αθηνών δεν δικάζει τώρα ο ίδιος. Απλώς επηρεάζει. Είναι σα να δικάζει. Έχει τον τρόπο του. Δεν έχει δική του κυβέρνηση. Είναι η κυβέρνηση. Η εκκλησιαστική εξουσία επί του ποιμνίου, συνεχίζεται να ασκείται, όπως κι επί oθωμανικής κατοχής και τα σουλτανικά προνόμια εξακολουθούν να ισχύουν, περιβεβλημένα με την ισχύ νόμων τής ελληνικής πολιτείας. Μόνο, που η φορολογία υπέρ της Εκκλησίας δεν εισπράττεται πλέον απ΄ ευθείας από την ίδια, με δικούς της γενίτσαρους, όπως συνέβαινε στην τουρκοκρατούμενη Αθήνα. Δεν υπάρχει τώρα τέτοια ανάγκη. Γι΄ αυτό φροντίζει το κράτος. Οι αστυνομικές δυνάμεις τής πολιτείας είναι, κατά πάντα και εν παντί, ταυτοχρόνως και αστυνομικές δυνάμεις τής Εκκλησίας. Ο φορολογούμενος πολίτης καταβάλλει σήμερα υποχρεωτικά τον οβολόν του στην εφορία, για να πληρωθεί το ιερατείο και να καλυφθούν γενικότερα οι απροσδιόριστες ανάγκες τής Εκκλησίας. Από την άλλη μεριά, Εκκλησία, μοναστήρια, ευαγή και μη ευαγή ιδρύματα τής Εκκλησίας, ποικιλώνυμες οργανώσεις, επιχειρήσεις, ανώνυμες και μη εταιρείες, εκκλησιαστικές ομάδες, ξενοδοχεία κ.λπ., που για ιερούς (;) σκοπούς έχει συστήσει και κατασκευάσει η Εκκλησία και τα μοναστήρια, ενώ σωρεύουν απεριόριστο πλούτο και διαθέτουν τεράστια κινητή και ακίνητη περιουσία, εξαιρούνται τής φορολογίας» (σελ. 284-287).


* * *
Η Ιστορία γράφεται πάντα από τους νικητές και τους ισχυρούς, οι οποίοι έχουν κάθε λόγο να παοσιωπούν, να αποκρύπτουν ή -το χειρότερο- να παραποιούν και να αλλοιώνουν την αλήθεια κατά το δοκούν αποκοιμίζοντας το λαό και αποστερώντας τον από την αληθινή ιστορία του. Διδασκόμαστε έτσι μιά κατασκευασμένη, μια “εικονική ιστορία”, που εξυπηρετεί πάντοτε την εκάστοτε άρχουσα τάξη, η οποία έχει την τάση να εξωραΐζει τα γεγονότα προς όφελός της.


Ευγενία Φυλακτού

Saturday, January 1, 2011

Η Κομμουνιστική Ουτοπία -Διαλεκτικες και Φυσιολογικές Αντιφάσεις της Κοσμοθεωρίας του Ιστορικού και Διαλεκτικού Υλισμού του Παναγιώτη Λ.Παπαγαρυφάλλου


(Βραβείον Ακαδημίας Αθηνών και Δήμου Αθηναίων)
Το βιβλίο αυτό είναι μία φιλοσοφική -πολιτικοοικονιμική-κοινωνιολογική μελέτη για τον κομμουνισμό που στην πράξη απέτυχε.Η ιδεώδης πολιτεία είναι όνειρο θερινής νυκτός.Είναι ένα βιβλίο του 21ου αιώνα που αναλύει με αριστοτεχνικό τρόπο από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα όλες τις προσπάθεις του ανθρώπου να λυτρωθεί από τα δεσμά της εκμετάλλευσης ,αλλά δυστυχώς όσο υπάρχουν άνθρωποι δεν είναι δυνατόν να εξαλειφθούν όλα τα κακά.Τώρα θα ήθελα να αφήσω τον συγγραφέα να μιλήσει, γιατί δυστυχώς μέχρι τώρα παρόλο που το βιβλίο εκδόθηκε τον περασμένο Μάϊο δεν έχει γραφεί καμμία κριτική ή αναλυση του βιβλίου. Κρίμα αυτό φανερώνειτο πόσο πουλημένοι είναι οι δημοσιογράφοι στην Ελλάδα.(Γλύφτες του χρεοκωπημένου συστήματος).Ένας φίλος δημοσιογράφος μου ομολόγησε ότι αν βγεί έξω και πεί την αλήθεια η ζωή του θα κινδυνέυει.Δημοκρατία να σου πετύχει.
Ασ διαβάσουμε τι μας λέει ο συγγραφέας στον πρόλογό του.

Δημήτρης Συμεωνίδης

ΑΝΤΙ ΠΡΟΛΟΓΟΥ
Επιχειρώντας αυτό το πολύ δύσκολο επιστημονικό εγχείρημα, δηλαδή την ανά¬δειξη των τρωτών σημείων της κοσμοθεωρίας του ιστορικού και διαλεκτικού υλι¬σμού, την οποία με τόσο πάθος, αλλά και τόσο λάθος, εγκολπώθηκαν εκατομμύρια ανθρώπινα όντα -κι ανάμεσα σ' αυτά και ο γράφων- δεν αγνοώ ότι επωμίζομαι ένα τεράστιο επιστημονικό και ιστορικό φορτίο. Αυτή η επίγνωση ξεκινά από το γεγονός ότι με τούτο το έργο αποπειρώμαι ν' αμφισβητήσω ένα τεράστιο φιλοσο¬φικό, οικονομικό και κοινωνιολογικό οικοδόμημα, το οποίο πυργώθηκε από γιγάντια πνεύματα η διαδρομή των οποίων σφράγισε -και θα εξακολουθεί να σφραγίζει- τα πεπρωμένα της ανθρωπότητας.
Μιας ανθρωπότητας, της οποίας μεγάλο τμήμα έπλεξε όνειρα και στήριξε ελ¬πίδες για την έλευση του βασιλείου της ελευθερίας και της αφθονίας! Ενός βασιλείου στο οποίο δεν θα υπάρχει εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο και μιας κοινωνίας τα μέλη της οποίας θα απολάμβαναν ισοτίμως τους καρπούς του μόχθου τους και θα χαίρονται τ' αγαθά και τη ζωή, η οποία δεν θα αποτελούσε ένα καταναγκαστικό έργο, όπως είναι στον καπιταλισμό και όπως το τόνιζε ο Γερμανός φιλόσοφος της απαισιοδοξίας, ο Α. Σοπενχάουερ (1788-1860), που θα πει ότι: «Αν τα λάθη των βασιλιάδων είναι η καταστροφή των κρατών, τα λάθη των μεγάλων πνευμάτων απλώνουν την ολέθρια επίδραση τους σε γενεές, σε αιώνες ολόκληρους», προσθέτοντας: «Φαίνεται πως (τα λάθη) αυξανόμενα και πολλαπλα-σιαζόμενα γεννούν πραγματικά διανοητικά τέρατα» (βλ. το έργο του: «Ο κόσμος σαν βούληση και σαν παράσταση», εκδ. «Αναγνωστίδης», Αθήνα, Χ. Χ. σελ. 61).
Από τον κατά βάση σωστό αυτό κανόνα δεν μπόρεσαν να ξεφύγουν και οι ιδρυτές του επιστημονικού σοσιαλισμού με τη θεωρία τους του ιστορικού και διαλεκτι¬κού υλισμού κάνοντας και μεγάλα λάθη, τα οποία στοίχησαν στην ανθρωπότητα αίμα, οδύνες και επαναστάσεις, αποτυχημένες ή «επιτυχημένες», οι οποίες τελικά στράφηκαν κατά του ανθρώπου και γι' αυτό αυτοκατέρρευσαν.
Όμως, μαζί μ' αυτά τα λάθη, ο μαρξισμός συνετέλεσε αποφασιστικά στο να δώσει στον άνθρωπο μια άλλη δυναμική διάσταση και να ενεργοποιήσει την ιστορία με τη δυναμογόνο αύρα του. Αποτελεί κι αυτό ένα από τα ιστορικά παράδοξα που σημα-δεύουν το ιστορικό προτσές και αναδεικνύουν την αντιφατικότητα της λειτουργίας της.
Επιδιώκοντας, λοιπόν, να τοποθετήσω το θέμα της κομμουνιστικής ουτοπίας στην έρευνα των πτυχών της μαρξικής θεωρίας και του κριτικού λόγου, σπεύδω να
σημειώσω την ετοιμολογία της ουτοπίας που έχει αρχαιοελληνική προέλευση και σημαίνει: «Ου-τόπος, δεν υπάρχει τόπος να σταθεί», και κατ' επέκταση «σχέδιο που δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί, να εφαρμοστεί», λέει το λεξικά
Είναι προφανές ότι αυτή η απόπειρα δεν στοχεύει στην κριτική παρουσίαση ολοκλήρου του οικοδομήματος του ιστορικού και διαλεκτικού υλισμού, γιατί κάτι τέτοιο θ' απαιτούσε ένα φάσμα τεραστίων γνώσεων, που δεν διαθέτει ο γράφων, και γιατί αυτό θ' απαιτούσε τη συγγραφή πολλών τόμων, με αποτέλεσμα το ήδη ογκώδες έργο να γίνει δύσχρηστο. Σημειώνεται ότι οι πρώτες απόπειρες -αν εξαιρέσουμε την κοινοκτημοσύνη του Πλάτωνος- στο σύγχρονο κόσμο για τη δημιουργία ουτοπικών κοινωνικών συστημάτων ανάγονται στον Άγγλο Thomas Morus, στα 1516 με το ομότιτλο έργο του, Ουτοπία, με συνεχιστή τον Ιταλό μοναχό Θωμά Καμπανέλλα (1568-1639) με τα έργα του «Η Πολιτεία του Ήλιου» (εκδ. «Αναγνωστίδη», Αθήνα, Χ. Χ.).
Πολύ αργότερα εμφανίστηκαν οι αποκαλούμενοι πρόδρομοι του ουτοπικού σο-σιαλισμού (Όουεν-Φουριέ-Σεν Σιμόν), και ακολούθησαν οι αυτοκληθέντες ιδρυτές του επιστημονικού σοσιαλισμού Κ. Μαρξ και'Ενγκελς. Τούτοι οι τελευταίοι πήραν τη σκυτάλη από τον ιδρυτή της γερμανικής διαλεκτικής, τον Γ. Χέγκελ (1770-1831), ο οποίος υπήρξε ο φιλόσοφος του αντικειμενικού και ιστορικού ιδεαλισμού, τον οποίο χρησιμοποίησε ο Μαρξ «αναποδογυρίζοντας» τον, κατά την δική του έκφραση. Το έργο του Χέγκελ υπήρξε η βάση του ιστορικού και διαλεκτικού υλισμού, όπως το επισημαίνει και ο ίδιος ο Β. Λένιν, ο εμπνευστής και πρωτουργός της Οκτωβριανής Επανάστασης του 1917 στη Ρωσία, γράφοντας: «Αν δεν διαβάσουμε τη «Λογική» του Χέγκελ, δεν μπορούμε να καταλάβουμε τον πρώτο τόμο του «Κεφαλαίου» του Μαρξ. Πενήντα χρόνια οι μαρξιστές δεν κατάλαβαν τον Μαρξ» (βλ. Λένιν: «Κριτική της χεγκελιανής διαλεκτικής» -φιλοσοφικά τετράδια- εκδ.»Αναγνωστίδη», Αθήνα, Χ. Χ. σελ. 103).
Μάλιστα, ο ίδιος εκτιμούσε τόσο πολύ το φιλοσοφικό έργο του Χέγκελ, ώστε, τοποθετώντας τη φιλοσοφία του στις ευρύτερες διαστάσεις της έλεγε στην Εισα-γωγή του: «Μετά το θάνατο του Χέγκελ (1831) παρουσιάζεται μια παγκόσμια κρίση αξιών, η σκέψη παραδέρνει στην αμφιβολία κι αρνείται την καθολικότητα και την αλήθεια, καταφεύγει στην απομόνωση, στον υποκειμενισμό, στο συναίσθημα και τα σκιάχτρα- εξαφανίζεται η καθολική αντίληψη του ανθρώπου και του κόσμου» (βλ. οπ. π. σελ. Τ). Πρόκειται για μια τιμητική αναγνώριση κι ένα πνευματικό μεγαλείο που δεν συναντάται συχνά στην πορεία του ανθρώπινου πνεύματος.
Όμως, μ' αυτή την ευκαιρία, θα πρέπει να γυρίσουμε πίσω, πολύ πιο πίσω χρο¬νικά από τον Χέγκελ, για να υπογραμμιστεί το τιμητικό ιστορικό και επιστημονικό γεγονός για την αρχαία ελληνική γραμματεία, αφού ο νεαρός Μαρξ έθεσε τα πρώ-τα θεμέλια της κοσμοθεωρίας του πατώντας πάνω στον αστραποβόλο φιλοσοφικό στοχασμό δυο Ελλήνων- Τον Επίκουρο και τον Δημόκριτο, γράφοντας τη διδακτορική του διατριβή που είχε ως θέμα «Διαφορά μεταξύ επικούρειας και δημοκρίτειας φυσικής φιλοσοφίας». Πιο πέρα, όπως σημειώνεται και στο κείμενο από ξένους επιφανείς στοχαστές, και ο ίδιος ο Χέγκελ στηρίχθηκε στουςΈλληνες φιλοσόφους της ελληνικής αρχαιότητος, οι οποίοι του άνοιξαν τα κακοτράχαλα μονοπάτια της φιλοσοφικής σκέψης, η οποία άρδευσε τον παγκόσμιο φιλοσοφικό στοχασμό.
Το ιστορικό αυτό γεγονός αναγνώριζε και ο Γερμανός φιλόσοφος Φ. Νίτσε (1844-1900) γράφοντας: «Δεν έχω γνωρίσει πρόσωπα που να εμπνέουν τέτοιο δέος όπως οι'Ελληνες φιλόσοφοι (βλ. «Στοχασμοί», εκδ. «Στιγμή», Αθήνα, 1999, σελ. 92).
Ένα στοχασμό, ο οποίος οδήγησε τον διδάκτορα Μαρξ να χρησιμοποιήσει ως μόττο ετούτη τη φιλοσοφική ρήση του Επικούρου, και μάλιστα από το πρωτότυπο, αφού διάβαζε κάθε χρόνο Αισχύλο από το πρωτότυπο: «Ασεβής δε ουχ ο τους των πολλών θεούς αναιρών, αλλ' ο τους των πολλών δόξας θεοίς προσάπτων», δηλαδή -για τους... αντιρατσιστές της Ελλάδος- «Ασεβής δεν είναι όποιος καταργεί τους θεούς του πλήθους, παρά όποιος τις δοξασίες του πλήθους τις αποδίδει στους θεούς» (βλ. Διατριβή, σελ. 61). Από αυτό και μόνο το γεγονός συνάγεται ότι ο νεαρός Μαρξ δεν εκτιμούσε και τόσο πολύ τη γνώμη των πολλών, τη γνώμη της μάζας, και σ' αυτό δεν είχε άδικο, γιατί το να λες έγκυρη και σωστή γνώμη προϋποθέτει γνώση του θέματος,, κι αυτή με τη σειρά της προϋποθέτει καταβολή προσπάθειας και μόχθου αφού: «Η γνώση έχει ιστορικό περιεχόμενο και δεν παράγεται ξαφνικά όπως βγαίνει η σφαίρα από την κάννη του όπλου», όπως διδάσκει η διαλεκτική λογική (βλ. Μ. Μ. Ρόζενταλ: «Αρχές Διαλεκτικής Λογικής», Αθήνα, 1962, σελ. 29 και 62).
Αυτή και μόνο η διαπίστωση οδηγεί στην αυτοαναίρεση της θεωρίας του Μαρξ για το ρόλο της προσωπικότητας στην ιστορία, την οποία θεωρούσε ήσσονος σημασίας ως προς τον πρωτεύοντα ρόλο του προλεταριάτου και των μαζών, όπως αναπτύσσεται στο σχετικό κεφάλαιο αυτού του έργου.
Προκαταβολικά σημειώνω εδώ εντελώς επιγραμματικά τα συμπεράσματα της έρευνας, την οποία έκαναν πριν από μερικές δεκαετίες δυο εξέχουσες μορφές της κοινωνιολογίας και της φιλοσοφίας: του Γερμανού Αντόρνο Τ. (1903-1969) και του ομοεθνούς του Χορκχάϊμερ Μ. (1895-1973), οι οποίοι, αναφερόμενοι στην ποδηγέτηση και τον πνευματικό ευνουχισμό των μαζών, από την πολιτιστική βιομηχανία, γράφουν και τα εξής: Μ' αυτή οι μάζες «όχι μόνο οδηγούνται στον κομφορμισμό της σκέψης αλλά και στον πνευματικό ευνουχισμό, που τις μετατρέπει σε αντικείμενο της... με την κατεύθυνση της και την χαλιναγώγηση τους», με αποτέλεσμα «να εξαφανίζεται η κριτική τους σκέψη» (βλ. το έργο τους: «Διαλεκτική του Διαφωτισμού», Αθήνα 1996, από την Α' έκδοση του 1947, σελ. 201, 239 και 266).
Αυτές, λοιπόν, οι μάζες δεν μπορούν να είναι πρωταγωνιστές του ιστορικού και κοινωνικού γίγνεσθαι, στο οποίο πρωταγωνιστούν προσωπικότητες του πνεύμα-
τος, της πολιτικής και της επιστήμης. Αν δεν υπήρχαν οι υλιστές και ιδεαλιστές Έλληνες στοχαστές, δεν θα υπήρχε π. χ. ο Χέγκελ, κι αν δεν υπήρχε αυτός, δεν θα υπήρχαν οι Μαρξ και'Ενγκελς, κι αν δεν υπήρχαν αυτοί, δεν θα υπήρχε ο Λένιν και πάει λέγοντας. Ενδεχομένως δεν θα υπήρχε και η επαναστατική τους θεωρία. Σημειώνεται παρεμβατικά η άποψη των «θεωρητικών της κοινωνιολογίας του πλήθους» για τους οποίους οι μάζες χαρακτηρίζονται «ως αγέλες αγρίων ζώων που ψάχνουν απεγνωσμένα για το θηριοδαμαστή τους» (βλ. Γ. Κόκκινου: «Πρίσματα Ευρωπαϊκής Ιστορίας», εκδ. «Μεταίχμιο» Αθήνα, 2007, σελ. 122 επ.).
Τελειώνοντας αυτόν τον πρόλογο, θεωρώ χρήσιμο να παραθέσω -για τη διευ-κόλυνση του αμύητου αναγνώστη- το εννοιολογικό περίγραμμα του διαλεκτικού και ιστορικού υλισμού, όπως μας το παραδίδουν οι μαρξιστές -συγγραφείς του φιλοσοφικού λεξικού Μ. Ρόζενταλ και Γιουντίν.
Γράφουν:
«Ο διαλεκτικός υλισμός είναι η φιλοσοφική επιστήμη για τους πιο γενικούς νόμους εξέλιξης της φύσης της ανθρώπινης κοινωνίας και της νόησης. Είναι η κοσμοθεωρία του μαρξιστικού-λενινιστικού κόμματος... η ερμηνεία που δίνει στα φαινόμενα της φύσης... η θεωρία του για τα φαινόμενα της φύσης, η θεωρία του είναι υλιστική... Αφού δημιούργησαν το διαλεκτικό υλισμό ο Μαρξ και ο'Ενγκελς, τον επεξέτειναν στη γνώση των κοινωνικών φαινομένων... Ο διαλεκτικός υλισμός είναι η επαναστατική θεωρία για τον μετασχηματισμό του κόσμου» (βλ. «Φιλοσοφικό Λεξικό» των Ρόζενταλ-Γιούντιν, Αθήνα, 1957, σελ. 46-47). Στο ίδιο λεξικό διαβάζουμε και τα εξής για τον ιστορικό υλισμό: «Είναι η διδασκαλία του μαρξισμού-λενινισμού για τους νόμους της εξέλιξης της ανθρώπινης κοινωνίας... Στην εξέλιξη των μέσων παραγωγής των υλικών αγαθών, που είναι απαραίτητα για την ύπαρξη του ανθρώπου, ο ιστορικός υλισμός βλέπει την κυριότερη δύναμη που καθορίζει όλη την κοινωνική ζωή των ανθρώπων και δημιουργεί τους όρους για τη μετάβαση από το ένα κοινωνικό καθεστώς στο άλλο... Η αλλαγή των κοινωνικοοικονομικών σχη-ματισμών στην ιστορία (πρωτόγονο κοινοτικό σύστημα, δουλοκτητικό, φεουδαρχικό, κεφαλαιοκρατικό, σοσιαλιστικό) είναι πρώτα απ' όλα η αντικατάσταση ορισμένων παραγωγικών σχέσεων από άλλες πιο προοδευτικές. Η αλλαγή αυτή είναι πάντα η αναγκαία νομοτελειακή συνέπεια της εξέλιξης των παραγωγικών δυνάμεων της κοινωνίας... Η ανακάλυψη πως η αληθινή βάση όλης της ζωής και της εξέλιξης της κοινωνίας είναι η υλική παραγωγή, επέτρεψε, για πρώτη φορά, να κατανοηθεί ο μεγάλος δημιουργικός ρόλος των λαϊκών μαζών, των εργαζομένων στην ιστορία... με την ανακάλυψη της θεωρίας του ιστορικού υλισμού η κοινωνική επιστήμη για πρώτη φορά μετατράπηκε σε αληθινή επιστήμη των νόμων της εξέλιξης της αν-θρώπινης κοινωνίας» (βλ. σελ. 93-95).
Ανεξάρτητα από την οδυνηρή κατάληξη που είχε αυτή η θεωρία στις χώρες του εφηρμοσμένου «σοσιαλισμού», δεν πρέπει να της αρνηθεί κανείς ότι με το μύθο
της έδωσε φτερά και δύναμη στις απελπισμένες μάζες να ονειρευτούν, ν' αγωνιστούν, να πονέσουν, να χαρούν και να ελπίζουν ένα άλλο αύριο. Από την άποψη αυτή, ο ιστορικός και διαλεκτικός υλισμός του Μαρξ και'Ενγκελς επέδρασε θετικά, πάνω στις μάζες και στο ιστορικό γίγνεσθαι, γιατί όπως έλεγε και ο στοχαστής Δ. Γληνός (1882-1943), «Ένας μύθος χρειάζεται πάντα για να ζει ο άνθρωπος τη ζωή», γιατί «αν τα πλήθη στερηθούν από το μύθο γίνονται μάζες ακίνητες και πλαδαρές, μάζες απελπισμένες και δυστυχισμένες» (βλ. τον εκτεταμένο πρόλογο του στον «Σοφιστή» του Πλάτωνος, που εκδόθηκε το 1940 από τις εκδ. «Ζαχαρόπουλος», Αθήνα, 1940, σελ. 50).
Όπως και να έχουν τα πράγματα, ο γράφων έζησε μ' αυτό τον μύθο τα πιο αληθινά, τα πια μεστά και τα πιο όμορφα είκοσι πέντε πρώτα χρόνια της ζωής του. Κι όσο κι αν αυτό φαντάζει ανορθόδοξο και αντιφατικό, αυτή η ομορφιά πέρασε μέσα από τις οδυνηρές οικογενειακές περιπέτειες που αρχίζουν από τα γερμα¬νικά κρατητήρια και τα ιταλικά στρατόπεδα, περνούν από τα βασανιστήρια των ελληνικών αστυνομικών τμημάτων, τις φυλακές, τη Μακρόνησο και το εκτελεστικό απόσπασμα και καταλήγουν στην απαγόρευση της εργασίας, με τα διαβόητα πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων, και στην εξορία στο «Παρθένι» της Λέρου.
Όταν ο άνθρωπος πιστεύει ειλικρινά και δυνατά στο μύθο αντέχει πολλά κι όσο αυτός είναι πιο μεγάλος τόσο περισσότερο πιστεύει σ' αυτόν και δίνεται σ' αυτόν.
Τέλος, ως προς τη δομή του έργου, θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο συγγραφέας απέβλεψε περισσότερο στην ουσία του και το περιεχόμενο του, παρά στη μορφολογική του εμφάνιση. Και γι' αυτό το λόγο παρέκαμψε τους ακαδημαϊκούς κανόνες στην αναφορά των συγγραφέων, απλά και μόνο με μια τους φράση και πρόταση και προτίμησε την παράθεση εκτεταμένων παραθεμάτων των έργων τους, ώστε ο αναγνώστης να έχει μπροστά του μια ευρύτερη, κατά το δυνατόν, εικόνα των απόψεων τους.

Παναγιώτης Λ. Παπαγραρυφάλλου


ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

Ο συγγραφέας Παναγιώτης Λ. Παπαγαρυφάλλου γεννήθηκε στη Λάρισα όπου και επεράτωσε τις γυμνασιακές του σπουδές.
Σπούδασε πολιτικές, οικονομικές, κοινωνικές επιστήμες και νομικά στα πανεπι-στήμια Αθηνών, Θεσσαλονίκης και Πειραιώς.
Ως φοιτητής και νεαρός επιστήμονας ανέπτυξε συνδικαλιστική και πολιτική δράση μέσα από τις γραμμές της ΕΔΑ και συνέβαλε ουσιαστικά στη συνεργασία και κοινή δράση των συλλόγων διπλωματούχων: Παντείου Ανωτάτης Σχολής, Πο¬λιτικών και Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Αθηνών, Ανωτάτης Σχο¬λής Πολιτικών και Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Αθηνών, Ανωτάτης Σχολής Εμπορικών και Οικονομικών Επιστημών και της Ανωτάτης Βιομηχανικής Σχολής Πειραιώς.
Στα πλαίσια αυτά αγωνίστηκε για θέματα της παιδείας, της δημοκρατίας, της οικονομικής ανάπτυξης και το Κυπριακό, μέσα από συνέδρια και συνδιασκέψεις.
Έγραψε πολλά επιστημονικά έργα γύρω από θέματα τοπικής αυτοδιοίκησης, δη-μόσιας διοίκησης, γεωργικών και ναυτικών συνεταιρισμών. Γι' αυτή του την επιστη-μονική προσφορά τιμήθηκε μεταπολιτευτικά, με την απονομή σχετικών βραβείων από το Δήμο Αθηναίων και την Ακαδημία Αθηνών.
Πέρα απ' αυτά συνέγραψε βιβλία πολιτικού περιεχομένου καθώς και ιστορικά για την Αθηναϊκή Δημοκρατία και τη Μακεδονία (Πίνακας των έργων του παρατί¬θεται στο τέλος του έργου).
Για την πολιτική και κοινωνική του δράση και την αντίσταση του κατά του στρα-τιωτικού καθεστώτος της 21ης Απριλίου 1967, εκτοπίστηκε στο «Παρθένι» της Λέ-ρου την περίοδο 1968-1970.
Εκεί, βλέποντας, ακούγοντας και παρατηρώντας τα τεκταινόμενα στη διαμάχη των στελεχών και των ηγετικών κλιμακίων του ΚΚΕ, σχημάτισε την τραυματική άποψη για την κομμουνιστική ουτοπία.
Η ζωή και η ιστορία τον δικαίωσε, αλλά αυτή τη δικαίωση την πλήρωσε πολύ ακριβά, αφού πια ο μεταπολιτευτικός του αγώνας στράφηκε εναντίον ολοκλήρου του διεφθαρμένου πολιτικού συστήματος.
Μόνος εναντίον όλων.


ΕΡΓΑ ΤΟΥ Π. Λ. ΠΑΠΑΓΑΡΥΦΑΛΛΟΥ
1 .Η εξέλιξη των Γεωργικών Συνεταιρισμών στην Ελλάδα από την επανάστα¬ση του 1821 μέχρι το 1940, Αθήνα, 1973.
2. Η Δημόσια Διοίκηση, Αθήνα, 1973.
3. Το Ανώτατο Συμβούλιο Δημοσίων Υπηρεσιών (ΑΣΔΥ), Αθήνα, 1973.
4. Οι καταβολές του θεσμού της Τοπικής Αυτοδιοικήσεως στην Ελλάδα και οι προσπάθειες διοικητικής οργανώσεως του, στην Επιθεώρηση Τοπικής Αυτοδιοικήσεως (ΕΤΑ) έτους 1974, τευχ. Α.
5. Αρμοδιότητες των ΟΤΑ στην αλλοδαπή και δικαιολογητικές βάσεις αυτών γενικά, ΕΤΑ, έτους 1974, τεύχ. ΣΤ.
6. Το πρόβλημα της ουσιαστικοποιήσεως των αρμοδιοτήτων της ΤΑ. στην Ελλάδα και οι δικαιολογητικές βάσεις της διεύρυνσης τους, ΕΤΑ, έτους 1974, τεύχη Ζ-Η.
7. Τοπική Αυτοδιοίκηση και δημοκρατία, ΕΤΑ, έτους 1974, τεύχ. ΙΑ.
8. Το Σχέδιο Συντάγματος και η ΤΑ. Προτάσεις στη Βουλή, ΕΤΑ, έτους 1975, τεύχ. Α.
9. Η μεταπολεμική εξέλιξη και διάρθρωση των οικονομικών της ΤΑ. στην Ελ¬λάδα με συγκριτικά στοιχεία των Ευρωπαϊκών χωρών, ΕΤΑ, έτους 1975, τεύχη Δ-Ε.
10. Η συγχώνευση των κοινοτήτων στην Ελλάδα, ΕΤΑ, έτους 1975, τεύχ. Ι.
11. Παρατηρήσεις στο Σχέδιο νόμου «Περί Γεωργικών Συνεταιρισμών», Περι-οδ. «Αγροτική Αναγέννηση» 1976, τεύχ. 18.
12. Η Τοπική Αυτοδιοίκηση και το νέο Σύνταγμα, ΕΤΑ, 1976, τεύχ. Δ.
13. Θέματα ΤΑ. -Παραδόσεις μαθημάτων, ΕΤΑ, τεύχ. Β'/1977.
14. Η νομοθεσία της Πολιτικής Επιτροπής Εθνικής Απελευθέρωσης (Π. Ε. Ε. Α. ) για τους συνεταιρισμούς, ΕΤΑ 1977, τεύχ. ΣΤ.
15. Η διάρθρωση της αγροτικής οικονομίας και των θαλασσίων μεταφορών στην Ελλάδα πριν και μετά την Επανάσταση του '21 (ναυτικοί και γεωργι¬κοί συνεταιρισμοΟ-Αθήνα, 1977, (Επαινος Ακαδημίας Αθηνών).
16. Το δικαίωμα γνώμης των δημοτικών αρχόντων, περιοδικό «Τοπική Αυτοδι¬οίκηση» (ΤΑ.) 1978, τεύχ. 1.
17. Τα ασυμβίβαστα στο δημοτικό κώδικα και οι αρνητικές τους επιδράσεις στο θεσμό της Τ. Α. περιοδ. ΤΑ. 1978, τεύχ. 2.
18. Εισήγηση στην ομάδα εργασίας του Τ. Ε. Ε. για τη δευτεροβάθμια ΤΑ. πε-ριοδ. ΤΑ. 1979, τεύχ. 5-6.
19. Η αλήθεια για την καταγωγή και εφαρμογή του θεσμού της Τ. Α. στην Ελεύθερη Ελλάδα της κατοχικής περιόδου, περιοδ. ΤΑ., 1980, τεύχ. 4.
20. Η ΤΑ. στην Ελλάδα της κατοχικής περιόδου-0 κώδικας Τ. Α. της Π. Ε. Ε. Α., περιοδ. ΤΑ. 1981, τεύχ. 5-6.
21. Το διοικητικό πρόβλημα της Πρωτεύουσας, περιοδ. ΤΑ. 1982, τεύχ. 1.
22. Ο θεσμός των συνοικιακών συμβουλίων στα πλαίσια της αντιστασιακής νομοθεσίας της Ελεύθερης Ελλάδας, περιοδ. ΤΑ. 1982, τεύχ. 2-3.
23. Ο θεσμός των δημοτικών και κοινοτικών συνελεύσεων και των δημοτικών και κοινοτικών δημοψηφισμάτων στον κώδικα ΤΑ. της Π. Ε. Ε. Α., περιοδ. ΤΑ., 1983, τεύχ. 5 και 6.
24. Η συμβολή του Γιάννη Μακρυγιάννη και του Δήμου Αθηναίων στην εθνική μας ανεξαρτησία, τη θέσπιση του συντάγματος και στην επανάσταση της 3^ Σεπτεμβρίου 1843, ΕΤΑ, έτους 1990, τεύχ. 30.
25. Η θεσμοθεσία της Εθνικής Αντίστασης για την τοπική αυτοδιοίκηση, Επι¬θεώρηση Τοπικής Αυτοδιοικήσεως (ΕΤΑ), τεύχ. 40-42/1991.

26. Η Αθηναϊκή Δημοκρατία και οι εχθροί της. Δημοσιεύθηκε στο Β' τόμο του Πανεπιστημίου Πειραιά, το 1992, στον τιμητικό τόμο για τον καθηγητή Αθα¬νάσιο Κανελλόπουλο.
27.Λαϊκισμός και Δημοκρατία-Διαλεκτική της αποκεντρωμένης δημοκρατίας και του λαϊκισμού (Ενθετο στο περιοδικό «Πολιτικά Θέματα», τεύχ. της 29-10-1993).
28. Εμφάνιση και εξέλιξη του θεσμού της Τ. Α. Δημοσιεύθηκε στον Β' τιμητικό τόμο του Παντείου Πανεπιστημίου για τον καθηγητή Ι. Παπαζαχαρίου το 1994.
29. Η Τοπική Αυτοδιοίκηση στα πλαίσια του Συντάγματος. Εκδόθηκε από την ΚΕΔΚΕ το 1995.
30. Θύμα Διπλής Δολοφονίας-Γιάννης Παπαγαρυφάλλου.Ένας μάρτυρας της ελληνικής δημοσιογραφίας, εκδ. ΕΚθ.0, Αθήνα 2000.
31. Ο Λαϊκισμός στην Ελλάδα, εκδ. ΕΒ60, Αθήνα 2002.
32. Ιδέες-Προτάσεις-Προβληματισμοίγια την Τοπική Αυτοδιοίκηση, εκδ. ΤΕΔΚ Νομού Λάρισας, 2003.
33. Πολιτική και κοινωνία στην Ελλάδα του Λαϊκισμού, εκδ. «Πολιτικά Θέματα», Αθήνα, 2003-2004 (Τόμοι 2).
34. Το χρονικό της Εθνικής μειοδοσίας του ονόματος της Μακεδονίας εκδ. «Γεωργιάδη», Αθήνα, 2005
35. Αρχαία και σύγχρονη Δημοκρατία-Από την Αθηναϊκή Δημοκρατία στη σύγ¬χρονη οικογενειοκρατία, εκδ. «Πελασγός» Αθήνα, 2007.
36. Ο Δημοσθένης και η διαχρονικότητα των λόγων του, εκδ. «Κάδμος», 2008.
37. Η Μακεδονία στη μέγγενη της Γ Διεθνούς και του ΚΚΕ, εκδ. «Κάδμος»,
Θεσσαλονίκη, 2008.
38. Η τοπική αυτοδιοίκηση στα πλαίσια της Εθνικής Αντίστασης (1941-1944), ανέκδοτη έρευνα, η οποία έγινε για λογαριασμό της Ακαδημίας Αθηνών (μετά την από 22 Μαίου 2008 πρόταση μου και στην οποία κατατέθηκε τον Ιούνιο του 2004). Αποτελείται από : 380 σελ. κείμενο, 100 σελ. κείμενα κωδίκων. Αυτοδιοίκησης και 13 σελ. βιβλιογραφία.