Wednesday, April 27, 2011
Παναγιώτης Λ. Παπαγαρυφάλλου
Το Χρονικό της Εθνικής Μειοδοσίας του Ονόματος της Μακεδονίας στην δεκαπενταετία
1990 -2005 .Μέσα από τις πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις της Ελλάδας
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Για την καλύτερη κατανόηση της πορείας του εθνικού μας ζητήματος κρίθηκε αναγκαίο και χρήσιμο να αναφερθούν οι διαδοχικοί σταθμοί αυτής της πορείας, όπως αναδύονται μέσα από την δράση των διπλωματών, των διεθνών μεσολαβητών, των υπευθύνων πολιτικών των ενδιαφερομένων χωρών (Ελλάδας -Σκοπίων) και τις διασκέψεις των κορυφαίων συλλογικών οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτή η καταγραφή αρχίζει από τη Διάσκεψη της ΔΑΣΕ (Διάσκεψη για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη), που έγινε στην Κοπεγχάγη τον Ιούνιο του 1990, και τελειώνει στη Διάσκεψη των Βρυξελλών, η οποία έγινε το πρώτο δεκαήμερο του Δεκεμβρίου του 1993, οπότε αρχίζει και το κύριο έργο της καταγραφής της πορείας του εθνικού μας ζητήματος.
Το υλικό της «Εισαγωγής» το αντλώ από το έργο των Γ. Βαληνάκη και Σ. Νταλή «Το Ζήτημα των Σκοπίων - Επίσημα Κείμενα 1990-1994», το οποίο εκδόθηκε στα μέσα του 1994. Για λόγους οικονομίας χώρου η αναφορά στα κείμενα αυτά θα είναι εντελώς συνοπτική.
Να λοιπόν τα κείμενα, από τα οποία ξετυλίγεται το «κουβάρι» της πορείας του εθνικού μας θέματος μέχρι τον Δεκέμβριο του 1993 (Διάσκεψη των Βρυξελλών).
1. Στις 25 Ιουνίου του 1990, στα πλαίσια της ΔΑΣΕ, που συνήλθε στην Κοπεγχάγη, η Ελλάδα καταθέτει τις θέσεις της για το «Μακεδονικό ζήτημα» κάνοντας μια σύντομη ιστορική αναδρομή του όλου προβλήματος. Ανάμεσα στ' άλλα, το σχετικό υπόμνημα του Έλληνα υπουργού των Εξωτερικών τόνιζε και τα εξής: «Οποιαδήποτε προσπάθεια σφετερισμού του ονόματος της ελληνικής Μα¬κεδονίας και η παραποίηση της ιστορίας της θεωρείται χονδροειδής παραβίαση των δικαιωμάτων (των Ελλήνων της Μακεδονίας) ως ανθρωπίνων όντων. Το "Μακεδονικό πρόβλημα" είναι ένα ανύπαρκτο ζήτημα. Η Μακεδονία είναι μια γεωγραφική έννοια και όχι εθνική ...η Ελλάδα έχει αξεδιάλυτα συνδεθεί με τη Μακεδονία για περισσότερο από 30 αιώνες» (σελ. 23-31).
Στις 17 Δεκεμβρίου του 1991 οι εκπρόσωποι της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, που συνήλθαν στις Βρυξέλλες, «συμφώνησαν να αναγνωρίσουν την ανεξαρτησία όλων των γιουγκοσλαβικών δημοκρατιών», που πληρούν τους τεθέντες από την Κοινότητα όρους και ειδικότερα ως προς τα Σκόπια τονίζεται: «Η Κοινότητα και τα Κράτη-μέλη της ζητούν επίσης από τη γιουγκοσλαβική δημοκρατία να αναλάβει την υποχρέωση, πριν αναγνωριστεί, να δώσει συνταγματικές και πολιτικές εγγυήσεις, που θα εξασφαλίσουν ότι δεν έχει καμία εδαφική διεκδίκηση έναντι γειτονικής χώρας-μέλους της Κοινότητας και να μη προβαίνει σε εχθρικές δραστηριότητες προπαγάνδας κατά γειτονικής χώρας-μέλους της Κοινότητας, στις οποίες περιλαμβάνεται και η χρησιμοποίηση ονομασίας που συνεπάγεται εδαφικές διεκδικήσεις» (σελ. 52-53).
Πρόκειται για τα γνωστά ζητήματα των συμβόλων, της προπαγάνδας του αλυτρωτισμού και των εδαφικών διεκδικήσεων των Σκοπίων σε βάρος της ελληνικής Μακεδονίας, για τα οποία τα Σκόπια δεν συμμορφώθηκαν.
3. Στις 3 Ιανουαρίου 1992 ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κ. Καραμανλής απευθύνει επιστολή προς τους ηγέτες των χωρών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, στην οποία τονίζει ότι «η Δημοκρατία αυτή που αυτοαποκαλείται «Δημοκρατία της Μακεδονίας» δεν έχει κανένα απολύτως δικαίωμα είτε ιστορικό είτε εθνολογικό να χρησιμοποιεί το όνομα Μακεδονία», και εξέφραζε την βεβαιότητα ότι οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις «δεν θα προβούν στην αναγνώριση της Δημοκρατίας αυτής, εάν δεν συμμορφωθεί πλήρως προς όλες τις προϋποθέσεις, που υιοθέτησαν ομόφωνα οι υπουργοί Εξωτερικών στο Συμβούλιο Πολιτικής Συνεργασίας της 16ης Δεκεμβρίου 1991» (σελ. 63-64). Δυστυχώς η έκκληση αυτή έπεσε στο κενό. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες δεν άκουσαν τίποτα. Προχώρησαν σε ομαδική αναγνώριση των Σκοπίων ως FΥΚΟΜ.
4. Αυτή η αναγνώριση έγινε δυνατή μετά το πράσινο φως, που άναψε η Επιτροπή Διαιτησίας υπό τον Μπαντεντέρ, στην οποία υποβλήθηκαν οι τροποποιήσεις του Σκοπιανού Συντάγματος. Συγκεκριμένα, στις 6 Ιανουαρίου του 1992 το Κοινοβούλιο των Σκοπίων τροποποίησε το Σύνταγμα της 17ης Νοεμ¬βρίου του 1991 σ' ό,τι αφορά τις εδαφικές διεκδικήσεις «έναντι γειτονικών κρατών» και «τα σύνορα της Δημοκρατίας της Μακεδονίας, τα οποία δεν θα μπορούσαν να τροποποιηθούν, παρά μόνο σύμφωνα με το Σύνταγμα, με βάση συμφωνίες των Κρατών και σύμφωνα με τους γενικά παραδεγμένους κανόνες του διεθνούς δικαίου». Μετά από την κίνηση αυτή των Σκοπίων, η πιο πάνω επιτροπή αποφαίνεται ότι «η χρήση του ονόματος «Μακεδονία» δεν θα μπορούσε να υπαινίσσεται καμία διεκδίκηση έναντι άλλου κράτους» και ότι «η Δημοκρατία της Μακεδονίας ικανοποιεί τις προϋποθέσεις ... που υιοθετήθηκαν από το Συμβούλιο Υπουργών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας στις 16 Δεκεμ-βρίου 1991» (σελ. 65-71).
5. Στις 17 Ιανουαρίου 1992 ο υπουργός των εξωτερικών Α. Σαμαράς, για να προλάβει τα γεγονότα, που εκτυλίσσονται στον βαλκανικό και ευρωπαϊκό χώρο σε βάρος της Ελλάδας, αποστέλλει επιστολή στους έντεκα υπουργούς εξωτερικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Στην πολυσέλιδη και τεκμηριωμένη αυτή επιστολή του, η οποία όμως είναι αργά πια να αποτρέψει τα σε βάρος της Ελλάδας γεγονότα, ο Έλληνας υπουρ¬γός επιχειρεί μια γενική ιστορική και αναλυτική τοποθέτηση του ζητήματος και ως προς την ονομασία καταλήγει: «Θα πρέπει να σημειωθεί ότι πριν από την απόφαση του Τίτο να δώσει στα Σκόπια την ονομασία της Μακεδονίας, αυτή δεν είχε χρησιμοποιηθεί ποτέ στο παρελθόν είτε ως κράτος είτε ως διοικητική ονομασία αυτής της περιοχής. Ήταν μια ονομασία, η οποία εισήχθη τεχνητά, για να προωθήσει εδαφικές διεκδικήσεις και στερείται ιστορικής και πολιτιστικής εγκυρότητας» (σελ. 81-82).
Επί ματαίω ο Έλληνας υπουργός προσπαθεί απεγνωσμένα να αποδείξει στη διεθνή κοινότητα ότι «το μακεδονικό ζήτημα επανήλθε στην επιφάνεια, όταν ο στρατάρχης Τίτο δημιούργησε το 1945 τη «Λαϊκή Δημοκρατία της Μακεδονίας», που ήταν μια πολιτική κίνηση, η οποία ταίριαζε με τα ηγεμονικά σχέδια του Γιουγκοσλάβου ηγέτη την εποχή εκείνη» (σελ. 73-74).
Η μεταπολεμική Ελλάδα με τους εναλλασσόμενους εξουσιαστές της και τους παντοειδείς «εθνικούς» ταγούς σιώπησε και δέχθηκε αδιαμαρτύρητα αυτή τη νεόκοπη ιστορική «Μακεδονία». Οι πάντες απέφευγαν να «στεναχωρήσουν» τον «διεθνιστή» στρατάρχη στα πλαίσια της βαλκανικής ισορροπίας και της αδιατάρακτου κατοχής της εξουσίας του.
Αυτός όμως ο «εθνικόφρων» κόσμος της σιωπής και της ανοχής δεν δίστασε στην περίοδο του Εμφυλίου πολέμου να στείλει κομμουνιστές στο εκτελεστικό απόσπασμα με την κατηγορία «περί αποσπάσεως τμήματος εκ του όλου της Επικρατείας» επικαλούμενος τις πράγματι αδιανόητες αποφάσεις του ΚΚΕ, οι οποίες άρχισαν από το 1924 και συνεχίστηκαν έως το 1947 και οι οποίες άγγιζαν την ουσία αυτού του χαρακτηρισμού. Ήταν τότε που το ΚΚΕ εκτελούσε τις εντολές της Κομμουνιστικής Διεθνούς σε βάρος των εθνικών συμφερόντων της Ελλάδας. Το πλήρωσε ακριβά και με πολύ αίμα. Από τότε, και για τέσσερις δεκαετίες και πάνω, δηλαδή μέχρι το 1990, οπότε η κατάρρευση των χωρών του λεγομένου υπαρκτού σοσιαλισμού συμπαρέσυρε και τον «σοσιαλισμό» των Βαλκανίων, οι ταγοί της ελληνικής εθνικοφροσύνης έκαναν γαργάρα την εθνική μας ιστορία και σ' αυτή τη γαργαροϊστορία πήρε μέρος και το «σοσιαλιστικό» ΠΑΣΟΚ, για μια δεκαπενταετία περίπου, αφού κι αυτό έφθασε στην εξουσία. Πρόκειται για ένα γεγονός, το οποίο καθιστά δυσδιάκριτα τα όρια ανάμεσα στον πατριωτισμό και την πατριδοκαπηλία.
6. Στις 18 Φεβρουαρίου 1992 πραγματοποιείται σύσκεψη των αρχηγών των ελληνικών πολιτικών κομμάτων υπό την προεδρία του Κ. Καραμανλή, προκειμένου «να συζητηθούν τα επίκαιρα εθνικά θέματα και να επιδιωχθεί η χάραξη κοινής εθνικής στρατηγικής για την αντιμετώπιση τους».
Πρόκειται για μια εκ των προτέρων αποτυχημένη προσπάθεια, αφού ο κόσμος της πολιτικής και ηθικής παρακμής δεν σκέφτεται και δεν δρα παρά μόνο για το κομματικό και προσωπικό όφελος και για το γέρας της εξουσίας.
Αυτή η αλήθεια προκύπτει από το τρίτο σημείο του κοινού ανακοινωθέντος, στο οποίο επιχειρείται η συγκάλυψη των αβυσσαλέων κομματικών διαφορών, οι οποίες μάλιστα αλλάζουν μορφή και χαρακτήρα ανάλογα με τη θέση των δύο μεγάλων κομμάτων ως προς την εξουσία.
Ας αφήσουμε όμως το κείμενο να μιλήσει: «Διαπιστώθηκε σύγκλιση απόψε¬ων επί καίριων θεμάτων, παραμένουν όμως διαφορές επί άλλων. Κρίνεται εν τούτοις ωφέλιμη και επιθυμητή η χάραξη μιας κοινής εθνικής στρατηγικής για τα εθνικά θέματα. Προς τον σκοπόν αυτόν, οι πολιτικοί αρχηγοί συμφώνησαν να μελετήσουν τις απόψεις, που διατυπώθηκαν, και τα συμπεράσματα, που εξήχθησαν από τη σημερινή σύσκεψη, και την επαναλαμβάνουν, εάν και εφόσον κριθεί αναγκαίο» (σελ. 85-86).
Δυστυχώς, όμως, για την Ελλάδα οι πολιτικοί αρχηγοί «μελετούν» ακόμα τις απόψεις εκείνες για τη «χάραξη μιας κοινής εθνικής στρατηγικής για τα εθνικά θέματα». Υποκριτές και Φαρισαίοι.
7. Μετά από εντολή των υπουργών εξωτερικών των «12», που συνήλθαν στη
Λισσαβώνα, η πορτογαλική προεδρία ανέλαβε να έρθει «σε επαφές με τα ενδιαφερόμενα μέρη, με βάση τους τρεις όρους της υπουργικής δήλωσης της
16/12/1991». Κατόπιν αυτού ο υπουργός των Εξωτερικών Πινέιρο παρουσίασε
διαδοχικά σχέδια, τα γνωστά ως «Πακέτο Πινέιρο», το οποίο αφορούσε στην
επιβεβαίωση των υφισταμένων συνόρων και τα ζητήματα της προπαγάνδας και
των μειονοτήτων.
Λίγο αργότερα, και συγκεκριμένα στις 5 Ιουλίου του 1993, ο Πορτογάλος υπουργός έδωσε συνέντευξη στην εφημερίδα «Ελευθεροτυπία», στην οποία πρότεινε το όνομα «Νέα Μακεδονία» (New Macedonia»). όπως είναι γραμμένο στα ξενόγλωσσα κείμενα, τα οποία τόσο το υπουργείο των Εξωτερικών της Ελλάδας, όσο και οι συγγραφείς του αναφερόμενου πιο πάνω βιβλίου, παραθέτουν αδιαμαρτύρητα (σελ. 87-90).
Αυτό σημαίνει ότι οι αρμόδιοι κρατικοί παράγοντες και οι εν προκειμένω συγγραφείς δεν θέλησαν να ενημερώσουν τους συνέλληνες ουσιαστικά, αφού απευθύνονται σ' αυτούς σε ξένη γλώσσα!!!
8. Στις 13 Απριλίου 1992 πραγματοποιείται η δεύτερη σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών υπό τον πρόεδρο της Δημοκρατίας. Την προηγούμενη ο υπουργός Εξωτερικών Α. Σαμαράς καταθέτει στο συμβούλιο αυτό τις προτάσεις του για το εθνικό θέμα. Μεταξύ των επτά σημείων των προτάσεων του ήταν και εκείνο που έλεγε ότι το συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών να εκδώσει ανακοίνωση, «η οποία να προβλέπει κατά τον πλέον ξεκάθαρο τρόπο ότι το όνομα της Μακεδονίας είναι αδιαπραγμάτευτο υπό οιανδήποτε μορφή» (σελ. 91-92).
9. Την ίδια μέρα και μετά τη σύσκεψη οι εθνικοί ταγοί της Ελλάδας εκδίδουν ανακοίνωση, η οποία ανάμεσα στ' άλλα έλεγε και τούτα: «Σχετικά με το θέμα των Σκοπίων, η πολιτική ηγεσία της χώρας, με εξαίρεση το Κ.Κ.Ε., συμφώνησε ότι η Ελλάδα θα αναγνωρίσει ανεξάρτητο κράτος των Σκοπίων μόνο εάν τηρηθούν και οι τρεις όροι, που έθεσε η ΕΟΚ στις 16 Δεκεμβρίου 1991, με την αυτονόητη διευκρίνιση ότι στο όνομα του κράτους αυτού δεν θα υπάρξει η λέξη Μακεδονία» (σελ. 93).
Να λοιπόν που για μια ακόμη φορά το Ελληνικό έθνος, με τη γραφίδα και τα χείλη των εκπροσώπων του και μάλιστα του κορυφαίου πολιτειακού του οργά νου, των πολιτικών αρχηγών και του Προέδρου της Δημοκρατίας, δεσμεύεται να μη αναγνωρίσει τα Σκόπια με τη «λέξη Μακεδονία» και μάλιστα αυτό το θεωρεί ως «αυτονόητο».
Πρόκειται για μια δέσμευση του 90% του ελληνικού λαού, ο οποίος τότε υπερθεμάτιζε σ' αυτή την εθνική στάση, ενώ τώρα δεν δίνει και τόση σημασία στο όνομα, όπως δηλώνει σημαντικό τμήμα του στις διάφορες δημοσκοπήσεις.
Όσο για τους εθνικούς ταγούς, αυτοί προσπαθούν να αποκολληθούν από αυτή «τη μη ρεαλιστική» θέση και είναι ώριμοι και έτοιμοι να αναγνωρίσουν τα Σκόπια όχι μόνο με το συνθετικό όνομα «Μακεδονία», αλλά και ατόφια «Μακεδονία» με τον προσδιορισμό «Δημοκρατία» ή «Νέα», οπότε θα προκύψει η «Δημοκρατία της Μακεδονίας» ή το «Νέα Μακεδονία», που είχε προτείνει η πορτογαλική προεδρία της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τον Πινέιρο.
10. Στις αρχές Μαΐου 1992 συνέρχεται στο GUIMARES η υπουργική σύνοδος των κρατών μελών της ΕΟΚ, η οποία πραγματοποίησε «μια σε βάθος συζήτηση επί του αιτήματος της πρώην γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της «Μακεδονίας» να αναγνωρισθεί ως ανεξάρτητο κράτος».
Στη σχετική απόφαση του το συμβούλιο υπουργών των Εξωτερικών έλεγε ότι «είναι διατεθειμένοι να αναγνωρίσουν αυτό το κράτος, ως ανεξάρτητο και κυρίαρχο, μέσα στα υπάρχοντα σύνορα του και υπό το όνομα το οποίο μπορεί να είναι αποδεκτό απ' όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη. ... Ταυτόχρονα προτρέπουν τα αμέσως εμπλεκόμενα μέρη να συνεχίσουν να κάνουν ό,τι είναι δυνατόν για να επιλύσουν τα εκκρεμούντα προβλήματα στη βάση του πακέτου της προεδρίας» (σελ. 94).
Η θέση της απόφασης της συνόδου του Γκιμαράες είναι εντελώς υποκριτική, γιατί, ενώ κάνει λόγο ότι «το όνομα μπορεί και πρέπει να είναι αποδεκτό απ' όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη», στο τέλος βάζει το καρφί της και προτρέπει την Ελλάδα να επιλύσει «τα εκκρεμούντα προβλήματα στη βάση του πακέτου της προεδρίας». Όπως, όμως, είναι γνωστό, «η βάση αυτού του πακέτου» περιείχε το «Νέα Μακεδονία» του Πινέιρο.
11. Στις 14 Ιουνίου του 1992, μετά από πρόσκληση του Προέδρου της
Δημοκρατίας, ξανασυνέρχονται οι πολιτικοί αρχηγοί των εθνικά χρεοκοπημένων κομμάτων με αντικείμενο «τα εθνικά μας θέματα» και η συζήτηση περιεστράφη «ειδικότερα στις τελευταίες εξελίξεις στο θέμα των Σκοπίων»
(σελ. 95).
Το σχετικό ανακοινωθέν κάνει και πάλι λόγο για «χρήσιμη σύσκεψη», αλλά το σχετικό κείμενο δεν επιτρέπει αυτόν τον χαρακτηρισμό.
Μπλα μπλα χωρίς ουσία και με τη μόνιμη διαφωνία των κομμάτων, τα οποία «επανέλαβαν τις γνωστές τους θέσεις», δηλαδή άνθρακες η σύσκεψη.
12. Στις 23 Ιουνίου του 1992, εν όψει της Συνόδου Κορυφής της Λισσαβώνας, ο πρωθυπουργός Κων/νος Μητσοτάκης στέλνει επιστολή προς τους ηγέτες των χωρών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μεταξύ των άλλων η επιστολή έλεγε και τούτο: «Μπορούμε να πούμε στα Σκόπια ότι θα τα αναγνωρίσουμε με όποιο όνομα επιλέξουν, το οποίο δεν θα περιλαμβάνει το «Μακεδονία», αλλά θα έχουν την ελευθερία να αυτοαποκαλούνται με όποιο όνομα επιθυμούν»
(σελ. 97-99).
Πρόκειται για προτάσεις ανέφικτες και λύσεις νόθες και έωλες.
13. Στις 26-27 Ιουνίου 1992 συνέρχεται στη Λισσαβώνα το Ευρωπαϊκό
Συμβούλιο, το οποίο στη δήλωση του για το θέμα των Σκοπίων σημειώνει:
«Επαναλαμβάνει τη θέση, που έλαβε η Κοινότητα και τα κράτη μέλη στο Γκιμαράες σχετικά με την αίτηση της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας για την αναγνώριση της ως ανεξάρτητου κράτους. Εκφράζει την πρόθεση του να αναγνωρίσει τη Δημοκρατία αυτή μέσα στα υφιστάμενα σύνορα της σύμφωνα με τη δήλωση της 16ης Δεκεμβρίου 1991 υπό μια ονομασία που δεν θα περιλαμβάνει τον όρο Μακεδονία» (σελ. 101).
Εδώ έχουμε τη ρητή δήλωση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, το οποίο ως προϋπόθεση της αναγνώρισης των Σκοπίων θέτει τη μη χρησιμοποίηση του ονόματος της «Μακεδονίας», ως μόνου ή συνθέτου.
Πρόκειται για μια δήλωση-απόφαση, την οποία δεν τήρησαν οι Ευρωπαίοι εταίροι.
14. Στις 3 Ιουλίου 1992 ο πρόεδρος της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας Κ. Γκλιγκόροφ, με επιστολή του προς τον γενικό γραμματέα του ΟΗΕ, ζητά να γίνουν δεκτά τα Σκόπια στους κόλπους του διεθνούς οργανισμού ως «Δημοκρατία της Μακεδονίας» (σελ. 106-107).
15. Στις 24 Νοεμβρίου του 1992 ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κ. Καραμανλής με επιστολή του, η οποία απευθύνεται στους ηγέτες των χωρών της ΕΟΚ, εν όψει της Συνόδου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στο Εδιμβούργο, θέτει ξανά το πρόβλημα της αναγνώρισης των Σκοπίων.
Εκθέτοντας το όλο θέμα της αναγνωρίσεως και επισημαίνοντας τους κινδύνους, που εγκυμονούν τα Σκόπια «στη γενικότερη αποσταθεροποίηση της περιοχής» από τυχόν βλέψεις άλλων γειτόνων σε βάρος τους, καταλήγει: «Το μεγαλύτερο (λάθος), κατά τη γνώμη μου, θα είναι η απομάκρυνση από την απόφαση της Λισσαβώνας που, εκτός των άλλων, μπορεί να εμπλέξει στην κρίση, αργά ή γρήγορα, και τρίτα γειτονικά κράτη και μπορεί να φέρει την Ελλάδα στην ανάγκη, για να προστατεύσει την ασφάλεια και την εθνική μας αξιοπρέπεια, να κλείσει τα σύνορα της με αποτελέσματα οδυνηρά για τα Σκόπια και δυσάρεστα για την Ελλάδα και την Κοινότητα» (σελ. 108-110).
Στην προκειμένη επιστολή έχουμε για πρώτη φορά μια έμμεση, αλλά σαφή προειδοποίηση για το ελληνικό «εμπάργκο», το οποίο, όπως θα δούμε παρακάτω, τόσα προβλήματα δημιούργησε στις σχέσεις της Ελλάδας με τη διεθνή κοινότητα.
Για να αποφευχθούν όλα αυτά τα δυσάρεστα, ο Πρόεδρος τελειώνει την επιστολή του με τούτη την έκκληση: «Για όλους αυτούς τους λόγους πιστεύω ότι θα στηρίξετε την απόφαση της Λισσαβώνας για τα Σκόπια σε συνδυασμό με τους όρους της απόφασης των Βρυξελλών της 16ης Δεκεμβρίου 1991 και θα συμβάλετε στην άμεση και πλήρη εφαρμογή των αποφάσεων αυτών». Όμως, φωνή βοώντος. Οι ξένοι το βιολί τους.
16. Στις 10 Δεκεμβρίου 1992 δημοσιεύεται η Έκθεση του ειδικού απεσταλμένου της βρετανικής προεδρίας για το ζήτημα των Σκοπίων Robin O'Neil.
Στην αναλυτική αυτή Έκθεση σημειώνεται ότι «η Δημοκρατία της Μακεδονίας ικανοποιεί τα κριτήρια των κατευθυντηρίων αρχών για την αναγνώριση νέων κρατών» και ότι «επιπλέον έχει αποκηρύξει όλες τις εδαφικές διεκδικήσεις κάθε είδους και με μη διφορούμενες δηλώσεις δεσμεύτηκε στην τήρηση των διεθνών κανόνων» (σελ. 111-122).
Για τους λόγους αυτούς η Έκθεση συμπεραίνει: «Άρα η χρήση του όρου «Μακεδονία» δεν μπορεί να υπονοεί εδαφικές διεκδικήσεις σε βάρος άλλης χώρας». Πρόκειται για ένα πάγιο αίτημα των Σκοπίων, το οποίο επαναφέρουν εν όψει της Διασκέψεως του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στο Εδιμβούργο, από το οποίο ζητούν:
«Να αλλάξει to όνομα της «ΠΓΔΜ» σε Δημοκρατία της Μακεδονίας (Σκόπια) για όλες τις διεθνείς σχέσεις».
Αυτή η πάγια θέση των Σκοπίων αναφέρεται στα συμπεράσματα της πιο πάνω Εκθέσεως (σελ. 121).
17. Στις 11 και 12 Δεκεμβρίου του 1992 συνέρχεται στο Εδιμβούργο το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, το οποίο αποφεύγει να πάρει ουσιαστικές αποφάσεις στο ζήτημα της αναγνώρισης των Σκοπίων και απλά και μόνο η σχετική του απόφαση αναφέρει ότι «εξέτασε την πολιτική του, όσον αφορά στην αναγνώριση ... σε συνάρτηση με τη δήλωση της Λισσαβώνας και βάσει της έκθεσης του ειδικού αντιπροσώπου της Προεδρίας», ενώ ταυτόχρονα στηρίζει την απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας για την εκεί αποστολή προστατευτικών δυνάμεων του ΟΗΕ και την οικονομική τους βοήθεια από την Κοινότητα (σελ. 123-124).
18. Στις 25 Ιανουαρίου 1993 ο υπουργός των Εξωτερικών Μ. Παπακωνσταντίνου με επιστολή του -μνημόνιο προς τον γενικό γραμματέα του ΟΗΕ-επαναφέρει το ιστορικό των Σκοπίων εν όψει της συζήτησης για την εισδοχή τους στον διεθνή οργανισμό. Γράφει: «Στο αίτημα της «ΠΓΔΜ» να γίνει δεκτή με το όνομα «Δημοκρατία Μακεδονίας» αντιτίθεται η Ελλάδα, γιατί αυτή η ονομασία, «που αναφέρεται στην αίτηση της, εισάγει ένα στοιχείο περαιτέρω αποσταθεροποίησης της Νότιας Βαλκανικής» (σελ. 129-131).
19. Στις 7 Απριλίου του 1993 το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ με την υπ' αριθ. 817 απόφαση του δέχεται την εισδοχή των Σκοπίων στους κόλπους του διεθνούς οργανισμού με το όνομα «The Former Yugoslav Republic of Macedonia» - Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας (FYROM).
20. Στις 14 Μαΐου 1993 δημοσιεύεται το Σχέδιο-Συνθήκη των διεθνών μεσολαβητών Vance και Owen, που αναφέρεται στη διαφύλαξη των υφισταμένων
συνόρων και στα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης, φιλίας και γειτονικής συνεργασίας ανάμεσα στην Ελλάδα και τα Σκόπια.
21. Στο Σχέδιο-Συνθήκη, που υπογράφεται από τον πρωθυπουργό της Ελλάδας Κ. Μητσοτάκη και τον πρόεδρο των Σκοπίων, γίνεται αποδεκτός ο όρος «Nova Macedonia», ο οποίος, σύμφωνα με το αρθρ. 5 «η Δημοκρατία της Nova Macedonia συμφωνεί να χρησιμοποιεί αυτό το όνομα για όλες τις επίσημες ανάγκες» (σελ. 152).
22. Παρά τη συμφωνία όμως αυτή, τα Σκόπια αρνούνται σε μερικούς μήνες αυτή τη ρύθμιση, η οποία τους παραχωρεί το πολυπόθητο όνομα «για όλες τις επίσημες ανάγκες».
23. Αυτή η άρνηση γνωστοποιείται στον γενικό γραμματέα του ΟΗΕ με επιστολή του Γκλιγκόροφ, στην οποία χαρακτηρίζεται «ως απαράδεκτο το άρθρο 5 του προτεινομένου Σχεδίου, που βρίσκεται σε άμεση σύγκρουση με το Σύνταγμα της Δημοκρατίας της Μακεδονίας» (σελ. 162).
24. Τα Σκόπια διαπιστώνοντας την υποχώρηση της Ελλάδας υπαναχωρούν από τη συμφωνία Μητσοτάκη - Γκλιγκόροφ και λίγους μήνες αργότερα χαρακτηρίζουν «απαράδεκτο το άρθρο 5 του προτεινομένου Σχεδίου», το οποίο τους αναγνώριζε ως «Νέα Μακεδονία» «για όλες τις επίσημες ανάγκες». Οι «Μακεδόνες» των Σκοπίων τα θέλουν όλα δικά τους.
25. Αξίζει να τονισθεί ότι αυτό το Σχέδιο, όπως ήδη σημειώθηκε, πήρε τη μορφή Συνθήκης ανάμεσα «στην Ελληνική Δημοκρατία και τη Δημοκρατία της Nova Macedonia», η οποία υπογράφεται από τον πρωθυπουργό της Ελλάδας Κ. Μητσοτάκη και τον πρόεδρο τον Σκοπίων Κ. Γκλιγκόροφ και με μάρτυρες τους δύο μεσολαβητές, σύμφωνα με την απόφαση 817/1993 του Συμβουλίου Ασφαλείας (σελ. 159).
26. Πρόκειται για μια πανηγυρική αναγνώριση των Σκοπίων ως «Νέα Μακεδονία», η οποία όμως «υπόκειται σε επικύρωση», όπως έλεγε το άρθρο 25 της Συνθήκης, που όμως τελικά δεν έγινε. Το ότι όμως δεν προχώρησε η επικύρωση και η οριστικοποίηση αυτής της διμερούς Συνθήκης, αυτό δεν σημαίνει ότι τα Σκόπια δεν έχουν εγγράψει ήδη μια σοβαρή υποθήκη σε βάρος της ελληνικής ιστορίας.
27. Αφού λοιπόν η Ελλάδα από τον Μάιο του 1993 αναγνώρισε επίσημα τη «Νέα Μακεδονία» των Σκοπίων, τι μπορεί ν' αλλάξει αυτή την κατάσταση;
28. Πρόκειται για θέατρο του παραλόγου με πρωταγωνιστές τους «εθνικούς» ταγούς της δύσμοιρης Ελλάδας.
29. 21. Στις 5 Νοεμβρίου 1993 ο υπουργός των Εξωτερικών Κ. Παπούλιας,σε επιστολή του προς τον υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ Ο. Κρίστοφερ, επισημαίνει το' «αδιέξοδο, που είναι φυσικά η αδιάλλακτη θέση των Σκοπίων, κυρίως
σε σχέση με το όνομα του νέου κράτους, για το οποίο ο Κ. Γκλιγκόροφ επιμένει
30. στη χρήση της λέξης «Μακεδονία», δηλαδή ενός ονόματος το οποίο ο ελληνικός λαός και η ελληνική κυβέρνηση δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να δεχθούν με καμία μορφή» (σελ. 168).
31. Τα πράγματα όμως δεν παραμένουν αμετακίνητα και αμετάβλητα και η ελληνική κυβέρνηση υποχωρεί διαρκώς.
32. Νοέμβριος 1993
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment