Γυναίκες του Ήλιου
Η εγκαθίδρυση της βρετανικής αποικιοκρατίας στην Αυστραλία, στηρίχθηκε στο ιδεατό υπόβαθρο του Terra Nullius, βάση του οποίου η νέο-ανακαλυφθείσα χώρα, χαρακτηρίστηκε ως «γη ακατοίκητη», θεωρία που τέθηκε σε εφαρμογή και βασίστηκε στις εντυπώσεις που είχε αποκομίσει ο Sir Joseph Banks από το ταξίδι του με τον Captain Cook το 1770. Ο Banks παρατήρησε, ότι οι παράλιες περιοχές ήταν αραιοκατοικημένες από μικρές ομάδες ιθαγενών, που ζούσαν αποκλειστικά από το ψάρεμα και το κυνήγι – κι όχι από τη γεωργία. Μην έχοντας συναντήσει καλλιεργημένες εκτάσεις στα παράλια, υπέθεσε ότι δε θα υπήρχαν ούτε και στο εσωτερικό της ηπείρου συνεπώς δε θα υφίσταντο συνθήκες ανθρώπινης διαβίωσης. Έτσι οδηγήθηκε στο εσφαλμένο συμπέρασμα ότι η χώρα ήταν επί το πλείστο «ακατοίκητη» .
Βέβαια το 1788, οι πρώτοι άποικοι διαπίστωσαν ότι η χώρα ήταν κατοικημένη, αλλά λόγω των συμφερόντων που προέκυπταν, προτίμησαν να αψηφήσουν την αλήθεια, θεμελιώνοντας την αποικία παράνομα εις βάρος των ιθαγενών. Υπολογίζεται ότι την εποχή της εισβολής στην αυστραλιανή ήπειρο, κατοικούσαν περισσότερες από 500 φυλές γηγενών με διαφορετικές γλώσσες και κρατικές δικαιοδοσίες. Ήταν ολοφάνερο, ότι το Terra Nullius δεν ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα, αλλά χρησιμοποιήθηκε ως πρόφαση για δύο λόγους. Αφ’ ενός, διευκόλυνε την προσάρτηση της χώρας στην Βρετανική Αυτοκρατορία και αφ’ ετέρου απάλλασσε τους αποικιοκράτες από την υποχρέωση για διαπραγματεύσεις κι αποζημιώσεις για την καταπάτηση γης των ιθαγενών.
Περαιτέρω, καθώς είναι γνωστό, τον περασμένο αιώνα τα εδαφικά συμφέροντα των αποικιοκρατών επεξηγούντο κι ενθαρρύνονταν και από τη θεωρία του κοινωνικού Δαρβινισμού που προϋπέθετε την εξέλιξη των κοινωνιών από πρωτόγονες σε σύγχρονες. Κατ’ αυτήν, η εκτόπιση κι ο αφανισμός των «πρωτόγονων» λαών, υπό την κυριαρχία κάποιων δήθεν ανώτερων πολιτισμών, θεωρούνταν αναπόφευκτα. Το γεγονός του αποδεκατισμού του ντόπιου πληθυσμού από τις βιαιοπραγίες και τις ασθένειες που εισήγαγαν στη χώρα οι αποικιοκράτες έγινε αποδεχτό ως μία ακόμη έκφανση του λεγόμενου φυσικού νόμου της επιβίωσης του ικανότερου, «survival of the fittest». Σήμερα υπολογίζεται ότι τα πρώτα εκατό χρόνια ο πληθυσμός των ιθαγενών της Αυστραλίας μειώθηκε από 750,000 στις 50,000 , ενώ οι γηγενείς της Τασμανίας εξοντώθηκαν σχεδόν εντελώς.
Αρχικά και μέχρι το 1822, οι βασιλικές διαταγές προς κάθε κυβερνήτη της Αυστραλίας, προέτρεπαν την καλλιέργεια φιλικών σχέσεων. Εν τω μεταξύ οι ιθαγενείς, που στην αρχή θεώρησαν την παρουσία των λευκών ως περαστική και προσωρινή, όταν αντιλήφθηκαν το μακροπρόθεσμο της εγκατάστασής τους, έκαναν προσπάθειες να συνυπάρξουν, εφαρμόζοντας την παραδοσιακή τους τακτική της συναλλαγής μέσω ανταπόδοσης. Συνηθισμένοι στην νομαδική ζωή και στην κοινή χρήση αγαθών αδυνατούσαν να κατανοήσουν τη συσσώρευση ιδιωτικής περιουσίας και την ιδιοτελή συμπεριφορά των αποίκων. Με την πάροδο του χρόνου κατάλαβαν ότι η συνύπαρξή τους με τους αποικιοκράτες θα ήταν εφικτή μόνο με το δικό τους υποβιβασμό σε υπηρέτες.
Παρόλα αυτά, ο ίδιος ο Captain Cook, αν και παρέβηκε τις επίσημες οδηγίες της αποστολής του διακηρύσσοντας την ήδη κατοικημένη Ανατολική Αυστραλία κτήση του βασιλέως Γεωργίου Γ’ χωρίς τη συγκατάθεση των ιθαγενών, τους περιγράφει στο ημερολόγιο του ως αξιοπρεπείς ανθρώπους:
«Μπορεί να δίνουν σε μερικούς την εντύπωση ότι είναι οι πιο άθλιοι άνθρωποι στον κόσμο, αλλά στην πραγματικότητα είναι πολύ πιο ευτυχισμένοι από τους Ευρωπαίους. Είναι επαρκείς, διότι τους είναι εντελώς άγνωστα τα πλεοναστικά και βασικά αγαθά, όπως και η χρήση τους, που τόσο πολύ επιδιώκονται στην Ευρώπη. Ζουν ήρεμα και δεν γνωρίζουν την ανισότητα. Προμηθεύονται όλα τα απαραίτητα από τη γη και τη θάλασσα, δεν επιθυμούν μεγαλοπρεπή σπίτια… απολαμβάνουν ένα ζεστό, όμορφο κλίμα και τον καθαρό αέρα. Έχουν ελάχιστη ανάγκη από ενδύματα και ο τρόπος ζωής τους φαίνεται πολύ λογικός…»
Τα πρώτα χρόνια της αποικιοκρατίας, μόνο κάποιες μικρές παραλιακές κι εύφορες εκτάσεις της απέραντης Αυστραλίας επήλθαν στην κατοχή των αποίκων. Οι ντόπιοι των περιοχών αυτών βρέθηκαν εκτοπισμένοι σε άγονα εδάφη, μέρη που ανήκαν σε άλλες φυλές οι οποίες δεν ήταν πάντα φιλικές μαζί τους. Συχνά υπέφεραν από υποσιτισμό, επιδιώκοντας πάντα την επιστροφή στους τόπους τους, όπου αφθονούσαν οι φυσικές τροφές και το κυνήγι. Αναγκαστικά κατέφευγαν σε αρπαγή προβάτων και τροφίμων, ήταν δε πάρα πολλοί εκείνοι που έχασαν τη ζωή τους σ’ αυτές τις εξορμήσεις από σφαίρες αποίκων.
Καθώς οι καταπατητές επέκτειναν την κατοχή τους στην υπόλοιπη χώρα, ακολούθησαν βίαιες συγκρούσεις, οι οποίες συνεχίστηκαν μέχρι και τη δεκαετία του 1920 και στάθηκαν ολέθριες για τους Αβορίγινες λόγω της άνισης θέσης τους απέναντι στα σύγχρονα όπλα. Στις παραμεθόριες περιοχές, οι άποικοι συνήθως αυτοδικούσαν. Έφταναν στο σημείο να αιχμαλωτίζουν ιθαγενείς και να τους χρησιμοποιούν ως σκλάβους, πουλώντας και κακοποιώντας τους, εφόσον τους αντιμετώπιζαν ως υπάνθρωπους. Γυναίκες και κορίτσια γίνονταν θύματα βιασμών, απαγωγών και συχνά χρησιμοποιούνταν ως σκλάβες και παλλακίδες. Η αντίσταση των ιθαγενών αντιμετωπιζόταν με οργανωμένες εκστρατείες αντιποίνων, οι οποίες κατέληγαν σε ομαδικές σφαγές. Συχνά οι καταπατητές δηλητηρίαζαν ακόμη και το νερό στις πηγές καθώς και τα τρόφιμα που τους έδιναν. Σήμερα οι συνέπειες αυτών των πράξεων θεωρούνται ως γενοκτονία από τους ιθαγενείς.
Ήταν λοιπόν επόμενο να μη γίνει από τους αποικιοκράτες καμιά προσπάθεια κατανόησης και μελέτης του ιδιόμορφου, πλούσιου κοινωνικού πολιτισμού των ιθαγενών που η προϊστορία τους ξεπερνά τα 40,000 χρόνια και παρουσιάζει ιδιαίτερη ζωτική και θρησκευτική σχέση με το φυσικό περιβάλλον. Παρόλο που η έκφραση του λόγου των ιθαγενών ήταν προφορική, η ιστορία και ο πολιτισμός τους έχουν «καταγραφεί» εικαστικά σε απεικονίσεις τοιχωμάτων σπηλαίων και βράχων, σε φλοιούς από δέντρα και σε ανάγλυφες ξύλινες ή πέτρινες παραστάσεις. Οι απεικονίσεις αυτές ενσάρκωναν τους μύθους της δημιουργίας – «Το Ονειρόχρονο» Τhe Dreamtime – όπως και τα μυστικά της θρησκείας τους. Αυτοί οι μύθοι συνέδεαν τη ζωή με το θάνατο και τα φυσικά φαινόμενα, εξασφαλίζοντας πνευματική και σωματική ισορροπία κι ευημερία. Αυτές οι ιστορίες θα μπορούσαν να παρομοιαστούν με τις Βιβλικές παραβολές μόνο που οι «σελίδες» τους βρίσκονταν αποτυπωμένες στο γεωγραφικό, ζωτικό τους περιβάλλον, από την εποχή των Προγόνων.
Σταδιακά και κατά ένα μεγάλο βαθμό, οι αποικιοκράτες κατάφεραν να θέσουν υπό τον έλεγχο τους εκτοπισμένους ιθαγενείς κλίνοντάς τους σε καταυλισμούς, τα λεγόμενα ιεραποστολικά και κυβερνητικά κέντρα, τα οποία βρίσκονταν μακριά από τις πόλεις, αποκλείοντας τους την επαφή με λευκούς πολίτες. Πολλά από αυτά τα κέντρα χαρακτηρίστηκαν, εκ των υστέρων, ως «στρατόπεδα συγκεντρώσεως». Απαγόρευαν στους Αβορίγινους να μιλούν τη γλώσσα τους, να εξασκούν τα πατροπαράδοτα έθιμά τους και να ζουν μαζί με τα παιδιά τους. Δεν τους επέτρεπαν να κάνουν εξόδους, επισκέψεις συγγενών ή γάμο χωρίς την άδεια του διευθυντή. Τον προσηλυτισμό τους είχαν αναλάβει φανατικοί ιεραπόστολοι, από τους οποίους ένας σημαντικός αριθμός καταλόγιζε στους ιθαγενείς «σατανικές» ιδιότητες. Συνάμα εφαρμόστηκε και η πολιτική του παιδομαζώματος των μιγάδων, που συνεχίστηκε μέχρι τη δεκαετία του εξήντα, και στη Βόρεια Επικράτεια ως το 1976.
Υπολογίζεται ότι γύρω στις εκατό χιλιάδες παιδιά αποσπάστηκαν βίαια από τους γονείς τους. Η πολιτική αυτή αποσκοπούσε στην αποξένωση των παιδιών από τη δική τους παράδοση και την αφομοίωση και προσαρμογή στην κοινωνία των λευκών, που τα προόριζε ως υπηρέτες. «Οι υπάλληλοι της Κυβέρνησης θεωρητικολογούσαν ότι η βίαιη αρπαγή των μιγάδων παιδιών από τους ιθαγενείς γονείς και η τοποθέτησή τους στην υπηρεσία των λευκών, θα κατέληγε με τον καιρό στην αφομοίωσή τους.»
Δεν έλειψε βέβαια και κάποια μερίδα λευκών που αν και μειοψηφία έδειξε γνήσιο ενδιαφέρον για τη βελτίωση συνθηκών ζωής των ιθαγενών. Τα άτομα αυτά μελέτησαν τη γλώσσα των Αβορίγινων και αγωνίστηκαν για τα δικαιώματά τους. Δυστυχώς πολύ συχνά γίνονταν κι αυτοί οι ίδιοι στόχοι επίθεσης των αποίκων, οι οποίοι τους έβλεπαν ως παρίες, εφόσον επικρατούσε η άποψη ότι η εξόντωση τον ιθαγενών ήταν αναγκαία για την εξασφάλιση της μόνιμης εγκατάστασής τους στα εδάφη της Αυστραλίας. Ωστόσο, αν κι οι αγώνες αυτών των ατόμων δεν επέφεραν άμεσα αποτελέσματα, υπήρξαν σημαντικοί γιατί αποτελούσαν το μοναδικό φορέα πληροφόρησης. Κατάφερναν για παράδειγμα, με επιστολές τους στον τύπο, στις κρατικές αρχές, καθώς και στο Αποικιακό Γραφείο στο Λονδίνο, να εκθέτουν τις βιαιοπραγίες και τα εγκλήματα. Οι προσπάθειές τους τελικά ανταμείφθηκαν, όταν το 1935 κατόρθωσαν να ξεσηκώσουν την κοινή γνώμη ενάντια στις εκστρατείες αντιποίνων και να επιφέρουν την κατάργησή τους.
Η επιβίωση των ιθαγενών και του πολιτισμού τους οφείλεται στη μαχητικότητα των ίδιων, η οποία εκφράστηκε με διάφορους τρόπους, ακόμη και με σποραδικούς ανταρτοπόλεμους που συνεχίστηκαν μέχρι και τον εικοστό αιώνα.
Το 1938 στο Σύνδεϋ, πάνω από χίλιοι Αβορίγινοι κηρύσσουν «ήμερα πένθους» την 26η Ιανουαρίου, ημέρα γιορτής της εισβολής των λευκών, με πορεία διαμαρτυρίας για τα πολιτικά και εδαφικά τους δικαιώματα.
Το 1945 στη Δυτική Αυστραλία, έγινε η πρώτη απεργία για τις άθλιες συνθήκες εργασίας και τα ευτελή ημερομίσθια στην κτηνοτροφία.
Στη δεκαετία του εξήντα οι αγώνες τους καταξιώνονται, και με την εγκαθίδρυση της τηλεόρασης, αρχίζουν να προβάλλονται ζωντανοί μες στα σπίτια των λευκών και να επηρεάζουν την κοινή γνώμη. Τότε γίνονται και οι γνωστές περιοδείες για την ελευθερία, the freedom rides, στην Νέα Νότια Ουαλία.
Η καμπάνια για ν’ αναγνωριστούν ως Αυστραλοί πολίτες διαρκεί δέκα χρόνια και καταλήγει στην επιτυχία του δημοψηφίσματος του 1967 (90.77% ψήφησαν υπέρ) με το οποίο διαγράφτηκε από το σύνταγμα το άρθρο 127, το οποίο απέκλειε την καταγραφή των ιθαγενών στην απογραφή του πληθυσμού και το άρθρο 51 (xxvi), το οποίο απέκλειε την ομοσπονδιακή κυβέρνηση να θεσμοθετεί για τους ιθαγενείς.
Το 1972 στο προαύλιο της βουλής στην Καμπέρα, στήνεται μια τέντα, η οποία λειτουργεί ως Πρεσβεία των Αβορίγινων, με το σύνθημα «Ξένοι μες στην ίδια μας τη χώρα». Η Τέντα Πρεσβεία, Tent Embassy, βρίσκεται στο επίκεντρο ενδιαφέροντος των μέσων ενημέρωσης για πέντε μήνες.
Το 1976 η Φιλελεύθερη Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση του Συνασπισμού υπό την αιγίδα του Μάλκομ Φρέιζερ εισάγει το Νομοσχέδιο για τα εδαφικά δικαιώματα των ιθαγενών στην Βόρεια Επικράτεια The Aboriginal Land Rights (Northern Territory) act 1976, το οποίο έδωσε για πρώτη φορά το δικαίωμα στους ιθαγενείς να διεκδικήσουν τη γη που είχαν πατροπαράδοτα στην κατοχή τους. Έκτοτε περίπου το 50% εδαφών στη Βόρεια Επικράτεια έχουν περάσει την μαζική ιδιοκτησία των ιθαγενών, τα οποία χαρακτηρίζονται ως homelands - η χώρα των προγόνων.
Το 1988 και ενώ το κράτος γιορτάζει τα 200 χρόνια ιστορίας των λευκών στην Αυστραλία, οι ιθαγενείς οργανώνουν πορείες «πένθους» σ’ όλη τη χώρα.
Το 1990, έπειτα από μια μακρόχρονη διαδικασία στη βουλή θεσμοθετήθηκε από την κυβέρνηση του Εργατικού Κόμματος το Συμβούλιο ATSIC - Aboriginal and Torres Strait Islander Commission - το οποίο θεωρήθηκε ως ο πρώτος ουσιαστικός αντιπροσωπευτικός οργανισμός των ιθαγενών. Είχε βασική δομή 35 περιοχές ανά την Αυστραλία από τις οποίες εκλέγονταν τα 18 μέλη του. Ο διπλός ρόλος του ATSIC ως δημόσια υπηρεσία και ως υπερασπιστής δικαιωμάτων των ιθαγενών υπήρξε προβληματικός. Κατά συνέπεια, λειτούργησε αναγκαστικά μέσα σ’ ένα κλίμα κριτικής και συχνά θεωρήθηκε ως αποδιοπομπαίος τράγος για τα χρόνια προβλήματα των ιθαγενών. Τελικά, η φιλελεύθερη κυβέρνηση του John Howard το κατάργησε το 2004, χωρίς να συμβουλευτεί τους ιθαγενείς. Έπειτα δημιούργησε το Εθνικό Συμβούλιο Ιθαγενών, το οποίο έχει συμβουλευτικό ρόλο, τα μέλη του διορίζονται από την ίδια την κυβέρνηση και συνεδριάζει τέσσερις φορές το χρόνο. Πολλοί ιθαγενείς ηγέτες έχουν αρνηθεί να υπηρετήσουν σ’ αυτό το συμβούλιο.
Το 1992, μετά από δέκα χρόνια δικαστικού αγώνα για την αναγνώριση των εδαφικών τους δικαιωμάτων ο Eddie Mabo και οι συνεταίροι του κερδίζουν τη δίκη. Το Ανώτατο Δικαστήριο εκδίδει την απόφαση, The Mabo decision – με την οποία αναιρείται η θεωρία της «ακατοίκητης ηπείρου» Terra Nullius και αναγνωρίζεται ο τίτλος ιδιοκτησίας γης των ιθαγενών που κατοικούν στα νησιά Mer. Η απόφαση αυτή φέρει ιστορική βαρύτητα, καθώς ύστερα από μια μακρόχρονη περίοδο διακοσίων χρόνων, αναγνωρίζεται επιτέλους ο τίτλος ιδιοκτησίας γης των ιθαγενών από το επίσημο Αυστραλιανό κράτος. Πρέπει να σημειωθεί δε, ότι στις υπόλοιπες Αγγλικές αποικίες, όπως στην Αμερική, στη Νέα Ζηλανδία και στην Αφρική, ο τίτλος ιδιοκτησίας γης ιθαγενών αναγνωρίστηκε, εντός των χρονικών πλαισίων που διάρκεσε η συγκεκριμένη εισβολή.
Το 1993 η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση του Εργατικού Κόμματος εισάγει το Νομοσχέδιο Ιθαγενούς Τίτλου για την αναγνώριση και προστασία του τίτλου ιδιοκτησίας γης των ιθαγενών. Επίσης θέτει σε λειτουργία κατάλληλο μηχανισμό για την διεξαγωγή αναγνώρισης του τίτλου και ιδρύει Ταμείο που χρηματοδοτεί την εξαγορά γης προς «αποκατάσταση» των εδαφών, των οποίων οι τίτλοι ιδιοκτησίας έχουν καταλυθεί νομικά.
Το 1996, το Ανώτατο Δικαστήριο σε απόφασή του αποφαίνεται ότι με τον ισχύοντα νόμο, η μίσθωση ενοικίου κρατικών εδαφών σε γαιοκτήμονες, δεν αναιρεί τον ιθαγενή τίτλο. Έτσι επισφραγίζεται η νομική εγκυρότητα του τίτλου ιδιοκτησίας γης των ιθαγενών κατοίκων της περιοχής Wik, καθώς και το δικαίωμα συνύπαρξης ιθαγενών και γαιοκτημόνων σε κρατικά εδάφη.
Ωστόσο η Φιλελεύθερη Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση του Συνασπισμού, που εκλέχθηκε το Μάρτη 1996, τηρεί αρνητική στάση προς την απόφαση Wik, απορρίπτοντας και πολλά από τα άρθρα του Νομοσχεδίου Ιθαγενούς Τίτλου. Έπειτα από μια αμφιλεγόμενη εκστρατεία ενάντια στον τίτλο ιδιοκτησίας γης των ιθαγενών, τον Ιούλιο 1998, γίνεται τροποποίηση του Νομοσχεδίου, με σκοπό τον περιορισμό της έκτασης του στο ελάχιστο και προς όφελος των πλουσίων γαιοκτημόνων και των μεταλλευτικών εταιριών
«Δε συμμετείχαν οι Αβορίγινες στις διαπραγματεύσεις του νομοσχεδίου Wik. Αυτό που νομοθετήθηκε έγινε χωρίς τη συγκατάθεσή τους και για το καλό τους. Όπως τον παλιό, καλό καιρό. Και εκείνος που δεν παραδέχεται την ιστορία (ο πρωθυπουργός, John Howard) δε θα παραδεχτεί ότι το νομοσχέδιο του, το λεγόμενο σχέδιο των 10 όρων, είναι ένα ακόμα βήμα προς την περαιτέρω αποστέρηση των εδαφών τους.»
Ουσιαστικά, ο τίτλος ιδιοκτησίας πάτριας γης έχει ισχύ στις κρατικές εκείνες περιοχές που είναι ακατοίκητες και παραμένουν μισθωμένες κατά ένα μεγάλο μέρος με μακροπρόθεσμο ενοίκιο, σε πλούσιους γαιοκτήμονες και μεταλλευτικές εταιρίες.
Έχουν περάσει 15 χρόνια από τη δικαστική απόφαση The Mabo decision.
Τα πρώτα χρόνια οι εναγόμενοι πήγαιναν τις υποθέσεις στα δικαστήρια όπου οι διαδικασίες χρονοτριβούσαν και γίνονταν πολυδάπανες. Γενικά έχει διαπιστωθεί ότι τα δικαστήρια δεν είναι πρόθυμα ν’ αναγνωρίσουν εδαφικά δικαιώματα σύμφωνα με τον Ιθαγενή Τίτλο. Το Δεκέμβριο του 2002 το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε την υπόθεση των Yorta Yorta στη Βικτωρία παρόλο που οι εναγόμενοι είχαν όλες τις ενδείξεις που χρειάζονταν για την αναγνώριση των εδαφικών τους δικαιωμάτων. Μολονότι, τον Οκτώβριο το 2004, έπειτα από δέκα χρόνια στα δικαστήρια και πολλές πολιτικές μάχες, το ομοσπονδιακό δικαστήριο αναγνώρισε τα εδαφικά δικαιώματα των κατοίκων Wik και Wik Way στο ακρωτήριο York στη βόρεια Αυστραλία.
Τα τελευταία χρόνια όλο και πιο πολλές υποθέσεις προσδιορίζονται έξω από τα δικαστήρια μέσω διαπραγματεύσεων ανάμεσα στους διαφιλονικούμενους. Μερικές από αυτές τις υποθέσεις αφορούν μεγάλες εκτάσεις σε απομακρυσμένες περιοχές. Υπολογίζεται ότι πάνω από 100 νομικές αποφάσεις έχουν προσδιοριστεί από το 1992 μέχρι σήμερα (υπάρχουν άλλες 500 σε εκκρεμότητα) και το 80% έχουν επιτευχθεί μέσω διαπραγματεύσεων. Τα 2/3 από αυτές τις νομικές αποφάσεις διαπίστωσαν ότι ο Ιθαγενής Τίτλος δεν είχε καταλυθεί νομικά. Επιπρόσθετα, μόνο το ¼ από τις 100 νομικές αποφάσεις έχουν ωφελήσει οικονομικά τους ιθαγενείς και για πολλούς που είναι φτωχοί και ζουν σε απομακρυσμένες περιοχές είναι δύσκολα να κάνουν τις απαιτούμενες διαπραγματεύσεις για τα εδαφικά τους δικαιώματα .
Είναι προφανές ότι η πολιτική της κυβέρνησης Howard επιδιώκει την πολιτική της αφομοίωσης των ιθαγενών. Δεν ενδιαφέρεται για τον παραδοσιακό τους πολιτισμό και τα εδαφικά τους δικαιώματα. Προωθεί «την πρακτική συνδιαλλαγή» η οποία βασίζεται στις «αμοιβαίες υποχρεώσεις». Δηλαδή, η χρηματοδότηση προγραμμάτων ή οτιδήποτε αρωγή προσφέρεται με όρους. Ο παραλήπτης ή οι παραλήπτες πρέπει να εγγυηθούν και ν’ αποδείξουν ότι θα χειριστούν τα ποσά σοφώς κι εμπράκτως. Πρέπει να σημειωθεί ότι αυτοί οι όροι δεν έχουν εφαρμοσθεί σε άλλους πολίτες που είναι δικαιούχοι της κοινωνικής πρόνοιας.
Η Αβορίγινη ηγέτιδα Lowitjza O’Donoghue, χαρακτήρισε ως εξής την δεκαετή πολιτική του Howard. «… δεν έχω γνωρίσει τέτοια άσχημη εποχή στις υποθέσεις των Αβορίγινων: η πολιτική να διαμορφώνεται με τη στάση του «white is right» «ο λευκός είναι ο δίκαιος »
Τα προγράμματα «αμοιβαίων υποχρεώσεων» έχουν διχάσει τους Αβορίγινους ηγέτες. Ο Pat Dodson τα θεωρεί ως μια ακόμη πολιτική θεωρία που αγνοεί τις ειδικές ανάγκες των κοινοτήτων. Όμως ο Noel Pearson τα υποστηρίζει με την προϋπόθεση να «ιδρυθεί μια κοινοτική διοικητική υπηρεσία με αρκετές δικαιοδοσίες ώστε να ελέγχει την αρωγή της κοινωνικής πρόνοιας.» Επίσης ο κύριος Fred Chaney , πρώην υπουργός (1978-1980) Αβορίγινων υποθέσεων του Φιλελεύθερου κόμματος, τονίζει ότι «η ομοσπονδιακή κυβέρνηση δεν έχει τις υποδομές για να εφαρμόσει τα εκπαιδευτικά της προγράμματα για τους ιθαγενείς».
Ανακύπτει ότι ένα μεγάλο εμπόδιο στην βελτίωση συνθηκών και στην περαιτέρω ανάπτυξη των κοινοτήτων είναι η έλλειψη υποδομών για την αποτελεσματική εφαρμογή των προγραμμάτων και η έλλειψη λόγου των ντόπιων ιθαγενών στη διαμόρφωση αυτών των προγραμμάτων.
Πρόσφατα κυκλοφόρησε η αναφορά του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας -World Health Organisation – η οποία εκθέτει ότι η υγεία των ιθαγενών, σε σύγκριση με τους άλλους Αυστραλούς, είναι εκατό χρόνια πίσω, το όριο της ζωή τους 17 χρόνια λιγότερο. Είναι οι μόνοι γηγενείς που υποφέρουν ακόμη από ασθένειες όπως τη φυματίωση, τη λέπρα και καρδιακές παθήσεις που έχουν ήδη εξαλειφθεί σε άλλες πλούσιες χώρες. Παρόλα αυτά, η κυβέρνηση του Howard, στον φετινό κρατικό προϋπολογισμό με το υπερβολικό του πλεόνασμα, διαθέτει μηδαμινά ποσά για την υγεία των ιθαγενών.
Σήμερα βρίσκονται στην επικαιρότητα 45 κοινότητες των λεγόμενων homelands της Βόρειας Επικράτειας. Σε πολλές από αυτές τις απομονωμένες κοινότητες, οι κοινωνικές δομές έχουν καταρρεύσει λόγω έλλειψης οικονομικής ανάπτυξης, αστυνόμευσης και κρατικής μέριμνας. Το 80% του εισοδήματός τους προέρχεται από την κοινωνική πρόνοια, οι ευκαιρίες για εργασία είναι ανύπαρκτες, οι ασθένειες μαστίζουν, οι οικογενειακοί καυγάδες και η βία ενάντια στις γυναίκες και τα παιδιά είναι ενδημική λόγω της κατάχρησης αλκοόλ κι άλλων ναρκωτικών. Η πρόσφατη έρευνα Little Children Are Sacred αναφέρει ότι η σεξουαλική κατάχρηση μικρών παιδιών είναι αχαλίνωτη «οι ιθαγενείς παραμένουν αμέτοχοι, απομονωμένοι κι αγγίζουν τα όρια της τρέλας και στρέφονται ενάντια στον εαυτό τους. …είναι ένας χώρος όπου οι λευκοί κατέχουν τις θέσεις στις υπηρεσίες, ο τζόγος είναι καθημερινή απασχόληση, και είναι της μόδας το παραστατικό σεξ στη συνδρομητική τηλεόραση .»
Φέτος στις 27 Μαΐου γιορτάστηκε η επέτειος των 40 χρόνων του δημοψηφίσματος. Η ιθαγενής καθηγήτρια της νομικής Larissa Behrendt είπε μεταξύ άλλων τα εξής: «Οι ελπίδες για κοινωνική δικαιοσύνη που ενέπνευσε και ένωσε μια τέτοια μεγάλη μερίδα του αυστραλιανού εκλογικού σώματος το 1967, δε μεταφράστηκε σε ομοσπονδιακή πράξη για να δημιουργήσει τους απαραίτητους μηχανισμούς. Ούτε η επιπρόσθετη εξουσία στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση χρησιμοποιήθηκε πάντα προς όφελος των ιθαγενών .»
Υπάρχει πρόοδος αλλά αυτή η πρόοδος δεν είναι γενική. Παρά τον ιστορικό εκτοπισμό και τις αντίξοες συνθήκες που αντιμετώπισαν και αντιμετωπίζουν οι ιθαγενείς, ο πληθυσμός τους, που είναι νέος στη δομή λόγω της υψηλής γεννητικότητας και θνησιμότητας, έχει διπλασιαστεί τα τελευταία δέκα χρόνια. Αποτελεί σχεδόν μισό εκατομμύριο του πληθυσμού της Αυστραλίας. Περίπου 90,000 ζουν στις αστικές περιοχές και πολλοί από αυτούς ανήκουν στη μεσαία τάξη. Πρόσφατες στατιστικές δείχνουν ότι το 69% έχουν παντρευτεί μη Αβορίγινους.
Η παρουσία των Αβορίγινων στην ευρύτερη αυστραλιανή κοινωνία σήμερα, γίνεται όλο και πιο αισθητή στο χώρο των τεχνών. Είναι αξιοσημείωτο που η παραδοσιακή τους τέχνη έχει γνωρίσει μια καταπληκτική αναγέννηση. Η αξία των εικαστικών τους έργων φτάνει σε εκατομμύρια. Σήμερα υπάρχουν πάνω από χίλιοι ιθαγενείς συγγραφείς που έχουν εκδώσει έργα τους.
Επίσης πολλοί είναι εκείνοι που έχουν προοδεύσει και διακριθεί σε άλλους κλάδους όπως τα νομικά, την παιδεία, το σπορ, την πολιτική κτλ., και πολλοί είναι οι διάσημοι. Είναι ένας ανθεκτικός λαός που επιβιώνει και εμπνέει με τους αγώνες του την ιστορία του και τη δημιουργικότητά του.
Γιώτα Κριλή
Sunday, June 29, 2008
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment